Σε παράδεισο για τους εργαζομένους θα μετατραπεί το Γκέτεμποργκ. Στη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Σουηδίας θα εφαρμοστεί ένα πείραμα, με εξάωρη απασχόληση αυτό το καλοκαίρι.
Στόχος, να αποδειχθεί ότι το συμπιεσμένο ωράριο θα κάνει τους εργαζομένους πιο αποδοτικούς στη δουλειά τους. Την ίδια στιγμή, οι Ελληνες είναι ο δεύτερος πιο σκληρά εργαζόμενος λαός στον κόσμο.
Αν το πλάνο του Γκέτεμποργκ εξελιχθεί καλά, τότε θα εφαρμοστεί σε όλη τη Σουηδία. Αλλά οι κάτοικοι της πόλης ήδη αισθάνονται τυχεροί. «Οι φίλοι μου με μισούν. Οι περισσότεροι πιστεύουν ότι από τη στιγμή που δουλεύω έξι ώρες, δεν θα έπρεπε να αμείβομαι για οχτάωρο», δήλωσε στο AFP ένας μηχανικός, ο Ρόμπερτ Νίλσον. Ο λόγος του φθόνου βέβαια είναι εμφανής και σε ένα μεγάλο βαθμό λογικός. Τη στιγμή που οι Σουηδοί δοκιμάζουν τη μείωση του ωραρίου, τα δεδομένα του ΟΟΣΑ για το 2012 καταρρίπτουν το μύθο για τους φυγόπονους Ελληνες. Η χώρα βρίσκεται στη δεύτερη θέση της λίστας με εκείνες που έχουν τις περισσότερες εργατοώρες.
Συγκεκριμένα, ο μέσος όρος εργατοωρών για έναν Ελληνα είναι 2.033,9604 το χρόνο, με τους Μεξικανούς να είναι οι μοναδικοί που δουλεύουν περισσότερες (2.225,66) και τους Χιλιανούς στην τρίτη θέση (2.029).
Οσο για τους Σουηδούς που απολαμβάνουν πλέον τον εργασιακό παράδεισο, ούτως ή άλλως ήταν αρκετά χαμηλά στη λίστα, με 1.621 ώρες απασχόλησης το χρόνο το άτομο κατά μέσο όρο. Το πείραμα στο Γκέτεμποργκ θα ξεκινήσει την 1η Ιουλίου και ένα πλήθος δημοσίων υπαλλήλων θα δουλεύουν έξι ώρες την ημέρα, ενώ άλλοι θα παραμείνουν στην οχτάωρη απασχόληση. Αν η πρώτη ομάδα αποδειχθεί ότι είναι σε καλύτερη πνευματική και σωματική κατάσταση και αποδίδει καλύτερα, τότε το μέτρο θα επεκταθεί.
Αξίζει να σημειωθεί πάντως ότι ανάλογη δοκιμή σε άλλη σουηδική πόλη, στην Κιρούνα, είχε αποτύχει το 2005. Η ιδέα είχε εγκαταλειφθεί γιατί διαπιστώθηκε ότι η εργασία με μεγαλύτερη ένταση- προκειμένου να καλυφθούν οι δύο λιγότερες ώρες- δεν είχε θετικό αποτέλεσμα, καθώς υπήρχαν αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία των εργαζομένων.
Μέσος όρος ετήσιων εργατοωρών ανά εργαζόμενο (στοιχεία ΟΟΣΑ, 2012)