Από την άλλη πλευρά, οι υψηλότερες θαλάσσιες θερμοκρασίες μειώνουν την τοξικότητα ορισμένων οργανικών ρύπων όπως τα φυτοφάρμακα, οι φαρμακευτικές ουσίες και οι αρωματικοί υδρογονάνθρακες, επιταχύνοντας τη διάσπασή τους.
Αυτός ο περίπλοκος ανταγωνισμός ανάμεσα στις θετικές και τις αρνητικές επιπτώσεις της ανόδου της θερμοκρασίας των υδάτων απαιτεί περαιτέρω έρευνα ώστε να καταστεί εφικτή η διατύπωση ακριβέστερων προβλέψεων σχετικά με τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής στα θαλάσσια οικοσυστήματα.
Τα παραπάνω συμπεράσματα προέκυψαν από την έκθεση του Νάιαλ ΜακΝτόναου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Θαλάσσιας Ζωής με έδρα την Οστάνδη του Βελγίου, η οποία παρουσιάστηκε στο συνέδριο EurOcean που έλαβε χώρα στη Ρώμη από τις 7 ως τις 9 Οκτωβρίου.
Στο συνέδριο συμμετείχαν 340 ευρωπαίοι επιστήμονες και ειδικοί, αντιπροσωπεύοντας 143 οργανισμούς από 31 χώρες, οι οποίοι δημοσίευσαν ένα πενταετές πλάνο-οδηγό για την αντιμετώπιση των κυριότερων θεμάτων που αφορούν τους ωκεανούς, από τις απειλές στην ανθρώπινη υγεία ως τη θαλάσσια βιοτεχνολογία και τις οικονομικές προοπτικές από τη χρήση των ωκεανών ως πηγή ενέργειας.
«Φαίνεται ότι πολλές από τις τοξίνες μπορούν να μεταβληθούν από τη θερμοκρασία, έτσι ώστε να μπορούν στη συνέχεια να αλληλεπιδρούν διαφορετικά με τους ανθρώπους και τους θαλάσσιους οργανισμούς», δήλωσε ο ΜακΝτόναου.
Εκτός από τα νανοσωματίδια και τα μικροπλαστικά που εισέρχονται στην τροφική μας αλυσίδα, η έκθεση προειδοποιεί πως οι βλαβερές συνέπειες για την υγεία ενδέχεται να ενταθούν εξαιτίας της μεγαλύτερης παρουσίας τοξικών φυκών, των οποίων η ανάπτυξη ευνοείται όσο γίνονται πιο θερμές οι θάλασσες.
Σε κάθε περίπτωση το κολύμπι στα θάλασσες του μέλλοντος μπορεί να εξελιχθεί σε μια ριψοκίνδυνη υπόθεση.
econews