Γράφει ο Ειρηναίος Μαράκης
Στα Χανιά την τελευταία περίοδο αναπτύσσεται μια άνευ προηγούμενου επιχείρηση καταπάτησης και παραχώρησης του ελεύθερου και δημόσιου χώρου σειδιωτικά συμφέροντα, με τη δημοτική διοίκηση του Παναγιώτη Σημανδηράκη να οργανώνει αυτή την επίθεση με πλήρη και συνειδητή αδιαφορία για τις ανάγκες της εργαζόμενης πλειοψηφίας, των ατόμων με αναπηρία και των παιδιών. Δεν υπάρχουν αρκετοί χώροι πλέον για να πάνε οι οικογένειες, για να περπατήσεις ελεύθερα ή για να πιείς ένα καφέ χωρίς να πληρώσεις τη θέση σε μια καφετέρια.
Η μετατροπή του ιστορικού κέντρου της πόλης σ’ ένα τουριστικό, θεματικό πάρκο αποτελεί διακαή πόθο των ξενοδόχων, των επιχειρηματιών της εστίασης και όλων όσων ασχολούνται με τον τουρισμό. Όλες οι προηγούμενες δημοτικές διοικήσεις οργάνωσαν με τέτοιο τρόπο την πολιτική τους ώστε να εξυπηρετηθούν εμπορικές λογικές με πρόσχημα την ανάπτυξη του τουρισμού που υποτίθεται θα ωφελήσει την ανάπτυξη της πόλης. Φυσικά, αδιαφορώντας πλήρως για τη δημιουργία μιας πόλης λειτουργικής για τους κατοίκους της. Στη συγκεκριμένη περίοδο θεωρώ ότι, με την παρούσα δημοτική διοίκηση, έχουμε φτάσει στο σημείο μηδέν καθώς οι επιθέσεις στους δημόσιους χώρους είναι συχνές, φανερώνοντας μια διάθεση για τον συστηματικό εξευγενισμό (gentrification) της πόλης. Ο Κώστας Μπακογιάννης, δήμαρχος Αθηναίων ακολουθεί μια αντίστοιχη πολιτική. Γενικότερα, η προσπάθεια εξευγενισμού των πόλεων αποτελεί μια ευρύτερη πανελλαδική προσπάθεια. Παράλληλα, η ίδια πολιτική ασκείται σε διεθνές επίπεδο.
Η τοπική Εκκλησία,συγκεκριμένα το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο του Ιερού Ναού των Εισοδίων της Θεοτόκου, αξιοποιώντας μια χρόνια κατάσταση κατοχής των ελεύθερων χώρων δεν διστάζει να διεκδικήσει το μέρος που της αναλογεί στον οργανωμένο διωγμό των εργαζόμενων και των παιδιών τους από την πόλη. Η απαγόρευση της Μητρόπολης στα παιδιά να παίζουν μπάλα στην πλατεία της Μητρόπολης στην οδό Χάληδων κι όπου δεσπόζει ο ναός των Εισοδίων της Θεοτόκου αποτελεί ένα σκάνδαλο πρώτου μεγέθους. Ιδιαίτερα εάν συνυπολογίσουμε ότι η απόφαση αυτή έγινε κατ’ απαίτηση των καταστηματαρχών, των καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος που βρίσκονται στην πλατεία και οι οποίοι νοικιάζουν, βεβαίως τον χώρο από την εκκλησία. Για να μην αναφέρω πως το δεύτερο σκάνδαλο σε αυτή την περίπτωση είναι ότι η ιδιοκτησία της πλατείας από την Εκκλησία. Και πραγματικά, δεν με ενδιαφέρει εάν για την κατοχή, στην ουσία, της πλατείας από τους ανθρώπους του Θεού κρύβονται διάφοροι “πολιτικοί”, “ιστορικοί” ή “θρησκευτικοί” λόγοι.
Βέβαια, όταν ο χώρος της πλατείας χρειάζεται για να πραγματοποιηθεί κάποια τελετή οι συνθήκες αλλάζουν. Αναφέρομαι σε μια πρόσφατη γαμήλια τελετή όπου δύο αυτοκίνητα τύπου τζιπ πάρκαραν με την άνεση τους πάνω στην πλατεία, στολισμένα κατάλληλα για την περίπτωση. Εκεί δεν εμποδίζονται οι πιστοί, οι καταστηματάρχες και οι τουρίστες άραγε; Έχουμε δυο μέτρα και δυο σταθμά λοιπόν, στον τρόπο που η Εκκλησία διαχειρίζεται τον δημόσιο χώρο «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν» του τρόπου που οι δήμαρχοι της πόλης τον αντιμετωπίζουν σύμφωνα με τις ανάγκες της επιχειρηματικότητας.
Τέλος, αξίζει να αναφερθεί, ότι μέχρι το 2019 δηλαδή στην προ κορονοϊού εποχή, η πλατεία της Μητρόπολης ήταν και πάλι τόπος συνάντησης και παιγνιδιού αλλά κυρίως ήταν ένα τεράστιο πάρκινγκ (και για τα εκκλησιαστικά αυτοκίνητα). Οι περιορισμοί της πανδημίας, η έλλειψη δημόσιων χώρων, ο κλειστός Δημοτικός Κήπος – με απόφαση της διοίκησης Σημανδηράκη – και οι ανανεωμένες ανάγκες για βόλτα και παιγνίδι τόσων των μικρών, όσο και των μεγάλων, αύξησαν την προσέλευση. Έκτοτε παγιώθηκε μια κατάσταση συχνής και καθημερινής παρουσίας των παιδιών στην πλατεία, αναδεικνύοντας με εμφατικό τρόπο το πρόβλημα που αναφέρθηκε παραπάνω. Συμπερασματικά, είναι προς το συμφέρον όλων μας τα παιδιά να παραμείνουν στην πλατεία με τον τρόπο που επιθυμούν και όχι ως αγέλαστα, ακούνητα στρατιωτάκια μπροστά στις επιθυμίες ορισμένων. Ας φωνάξουμε λοιπόν με όλη μας τη δύναμη: κάτω τα χέρια από τις ανάγκες των παιδιών και από τους ελεύθερους χώρους!