Ο δικαστικός «χορός» που άνοιξε τον περασμένο Αύγουστο εναντίον της Bayer από πολίτες που προσφεύγουν μαζικά για να διεκδικήσουν αποζημιώσεις διότι, όπως καταγγέλουν, νόσησαν από το διάσημο ζιζανιοκτόνο Roundup με βάση τη γλυφοσάτη, συνεχίστηκε με νέα καταδικαστική, για την εταιρεία, απόφαση.
Πριν λίγες μέρες, αμερικανικό δικαστήριο έκρινε ότι το εν λόγω ζιζανιοκτόνο αποτέλεσε «ουσιαστικό παράγοντα» στην εμφάνιση καρκίνου στον προσφεύγοντα, Έντουιν Χάρντεμαν, ο οποίος νόσησε από το λέμφωμα non-Hodgkin, που επηρεάζει το ανοσοποιητικό σύστημα.
Στη δεύτερη φάση της δίκης οι ένορκοι θα κληθούν να σταθμίσουν την ευθύνη της εταιρείας και την αποζημίωση που δικαιούται ο Χάρντεμαν. Οι δικηγόροι του θα επιχειρήσουν να αποδείξουν μέσω τεκμηρίων που έχουν στην κατοχή τους, ότι η Bayer προσπάθησε να επηρεάσει επιστήμονες στην έρευνα για τον καρκίνο, τις κυβερνητικές ρυθμιστικές αρχές και την κοινή γνώμη σχετικά με την ασφάλεια των προϊόντων της. Κατά τη διάρκεια της δίκης, ο 70χρονος άντρας από την Σάντα Ρόζα κατέθεσε ότι είχε εκτεθεί στο ζιζανιοκτόνο επί σχεδόν τρεις δεκαετίες και ότι αρχικά νόσησε στο δέρμα του προτού διαγνωστεί με καρκίνο.
Καταδίκες – «οδηγοί»
Τόσο η υπόθεση Χάρντεμαν, όσο και η ανάλογη του Ντιγουέιν Τζόνσον τον Αύγουστο του 2018, στην Καλιφόρνια, στον οποίο επιδικάστηκε αποζημίωση 289 εκατομμυρίων δολαρίων και αυτή τη στιγμή βρίσκεται στο εφετείο, θεωρούνται «οδηγοί» για παρόμοιες αγωγές. Και δεν είναι λίγες: Η Monsanto, η οποία εξαγοράστηκε από την του Bayer, προκαλώντας παγκόσμιο κύμα διαμαρτυριών και ανησυχίας για τον μονοπωλιακό έλεγχο της παγκόσμιας διατροφής, αντιμετωπίζει περισσότερες από 11.000 παρόμοιες αγωγές στις ΗΠΑ, που αφορούν αποκλειστικά το Roundup.
Σε ανακοίνωσή της η εταιρεία εξέφρασε την απογοήτευσή της για την απόφαση των ενόρκων: «Είμαστε σίγουροι ότι οι αποδείξεις στη δεύτερη φάση θα δείξουν ότι οι χειρισμοί της Monsanto ήταν οι κατάλληλοι και ότι η εταιρεία δεν πρέπει να θεωρηθεί υπαίτια για τον καρκίνο του κ. Χάρντεμαν».
Η εταιρεία έχει λόγους να ελπίζει. Σύμφωνα με τον Guardian, η δίκη του Χάρντεμαν έχει περιορισμένο πεδίο εφαρμογής. Διότι, ενώ οι δικηγόροι του Τζόνσον ισχυρίστηκαν ότι η Monsanto είχε «εκφοβίσει» τους επιστήμονες και προσπάθησε να καταστείλει τις αρνητικές μελέτες σχετικά με το προϊόν της, ο ομοσπονδιακός δικαστής εμπόδισε τους δικηγόρους του Χάρντεμαν να συζητήσουν την πιθανότητα ανάλογης προσπάθειας επιρροής της Monsanto στην έρευνα και τις ρυθμιστικές αρχές, κατά τη διάρκεια των ακροάσεων.
Μάλιστα, ο δικαστής Βινς Σάμπρια προχώρησε ακόμη περισσότερο, απειλώντας με κυρώσεις τους δικηγόρους του Χάρντεμαν διότι, αντι να εμφανίσουν την υπόθεση ως «προσωπική ιστορία» του πελάτη τους – όπως θεωρεί ότι είναι ο δικαστής – εκείνοι παρουσίασαν εσωτερικά έγγραφα της Monsanto, εξηγώντας τη διαδικασία πίσω από τις διάφορες κανονιστικές αποφάσεις σχετικά με τη γλυφοσάτη. Σύμφωνα με την εφημερίδα, με τον τρόπο που εκδικάζεται η υπόθεση Χάρντεμαν, η συζήτηση περιορίζεται αυστηρά στον αν η έκθεση στο Roundup προκάλεσε τον καρκίνο του, με τους δικηγόρους του να ισχυρίζονται ότι αυτό αποτελεί σημαντικό μειονέκτημα.
Ωστόσο, παρόλο που ο δικαστής περιορίζει τη δίκη στον καρκίνο του Χάρντεμαν, σε γραπτή του διαδικαστική αναφορά σημείωσε, ότι «αν και τα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι το Roundup προκαλεί καρκίνο είναι αρκετά αμφιλεγόμενα, υπάρχουν ισχυρά στοιχεία από τα οποία οι ένορκοι θα μπορούσαν να καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι η Monsanto δεν ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για το αν το προϊόν της προκαλεί στην πραγματικότητα καρκίνο στους ανθρώπους, εστιάζοντας αντ’ αυτού στην χειραγώγηση της κοινής γνώμης και στην υπονόμευση όσων εκφράζουν ουσιαστικές και νόμιμες ανησυχίες για το θέμα».
Οι αποκαλύψεις
Η εξαγορά της Monsanto από τη Bayer – με το δυσθεώρητο ποσό των 63 δισεκατομμυρίων δολαρίων – αποτελεί την πιο διάσημη και την πλέον μισητή επιχειρηματική κίνηση των τελευταίων δεκαετιών παγκοσμίως. Τα διεθνή μέσα έκαναν λόγο για την «εξαγορά του αιώνα», ενώ το παγκόσμιο κίνημα κατά των γενετικά τροποποιημένων προϊόντων και του ελέγχου της παγκόσμιας διατροφής της έδωσε τον χαρακτηρισμό του «γάμου της κόλασης». Αν και η αμερικανική πολυεθνική έχασε την επωνυμία της, μετά από 117 χρόνια, με την εξαγορά της από τον γερμανικό κολοσσό, αυτό που πραγματικά αποτελεί πονοκέφαλο για το νέο επιχειρηματικό γίγαντα είναι το γιγαντιαίο κύμα διαμαρτυρίας που ξεσηκώθηκε διεθνώς από την πρώτη στιγμή της ανακοίνωσης της πρόθεσης για συγχώνευση, τον Σεπτέμβριο του 2016, από περιβαλλοντικές οργανώσεις και όχι μόνο.
Άλλωστε, η Monsanto «κληρονόμησε» στην Bayer και την πολεμική ενάντια στο διάσημο ζιζανιοκτόνο της. Τα διεθνή ΜΜΕ έφεραν τα τελευταία στην δημοσιότητα μέρος των εκατοντάδων email και υπομνημάτων της Monsanto από τα οποία προκύπτει, ότι ο γεωργικός βιοτεχνολογικός κολοσσός συγκάλυψε τον κίνδυνο καρκίνου από το «Roundup», με την ενεργή ουσία γλυφοσάτη.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι η Monsanto έχει γνώση της σύνδεσης της γλυφοσάτης με τον καρκίνο από το 1999. Το 1999 η Monsanto προσέλαβε τον δόκτορα James M. Parry, καθηγητή του Πανεπιστημίου της Ουαλίας, για να πραγματοποιήσει μια αρχική, μυστική έρευνα στη γλυφοσάτη. Με την έρευνα διαπιστώθηκε ότι η γλυφοσάτη μπορεί να προκαλέσει γενοτοξικότητα, δηλαδή μεταλλάξεις κυττάρων, η οποία αποτελεί ένα από τα αίτια που οδηγούν σε καρκίνο. Τα εσωτερικά έγγραφα δείχνουν ότι από το 1999 η Monsanto επενδύει κάθε χρόνο αξιοσημείωτα ποσά στην απόκρυψη αυτού του ευρήματος και στην παραπλάνηση των ρυθμιστικών αρχών και της επιστημονικής κοινότητας.
«Τρέχει και δεν φτάνει» η Bayer
Αν και το ζήτημα της υγείας είναι το μείζον, η Bayer έχει και άλλους λόγους να ανησυχεί. Όπως σημειώνει χαρακτηριστικά το Spiegel, ασφαλές ή όχι, το Roundup είναι «τοξικό» για την γερμανική πολυεθνική. Σύμφωνα με το γερμανικό περιοδικό η Bayer υποτίμησε τους κινδύνους απόκτησης της Monsanto. Τώρα προσπαθεί απεγνωσμένα να περιορίσει τη ζημιά με την πώληση επιχειρηματικών τμημάτων και τη μείωση των θέσεων εργασίας. Μέχρι στιγμής, όμως, καμία από αυτές τις κινήσεις δεν βοήθησε.
Η Bayer έχει χάσει περισσότερα από 30 δισεκατομμύρια ευρώ από την κεφαλαιοποίηση της «εξαγοράς του αιώνα», κυρίως επειδή η Monsanto έχασε την πρώτη αγωγή εναντίον της σχετικά με τη γλυφοσάτη. Το δημοσίευμα σημειώνει, ότι τα στελέχη της Bayer προσπάθησαν απελπισμένα να διαβεβαιώσουν τους μετόχους ότι η εταιρεία κάνει το «καλύτερο»: Περικόπτει τεράστιους αριθμούς θέσεων εργασίας, ξεπουλά τμήματα και έχει ακόμη ανακοινώσει την επαναγορά ιδίων μετοχών, ένα βήμα που συνήθως λαμβάνουν εταιρείες που κολυμπούν στο χρήμα και δεν είναι σίγουρες για πώς να το επενδύσουν.
Μέχρι στιγμής, όμως, κανένα από τα μέτρα αυτά δεν είχε το επιθυμητό αποτέλεσμα και οι επερχόμενες δίκες, όσο και αν επιχειρηθεί να εμφανιστούν ως «ξεχωριστές περιπτώσεις» η κάθε μία, αφήνουν ένα προφανές «αποτύπωμα» στη συλλογική συνείδηση, ανεξάρτητα από το ποια θα είναι η τελική επιστημονική ετυμηγορία, αν υποτεθεί ότι θα υπάρξει κάποια στιγμή: «Γλυφοσάτη ίσον καρκίνος».