Με «απίστευτη παγίδα» παρομοίασε χθες το ευρώ ο νομπελίστας οικονομολόγος και αρθρογράφος των New York Times, Πολ Κρούγκμαν μιλώντας στο τρίτο ετήσιο Athens Democracy Forum, που διοργάνωσαν οι International New York Times.
Ο Κρούγκμαν τόνισε ότι οι συνέπειες της λιτότητας που επέβαλε η τρόικα έχουν προκαλέσει τρομακτικό πόνο στη χώρα και αμφισβήτησε με δηκτικό τρόπο τον χαρακτηρισμό ως «υπεύθυνης και λογικής» μίας πολιτικής «που έχει ως αποτέλεσμα 25% ανεργία και 25% μείωση του ΑΕΠ.
Αναγνώρισε ωστόσο ότι «δεν υπάρχει πολιτική στήριξη» για την επιστροφή στη δραχμή και ότι «μόνο απεχθείς άνθρωποι» στην εγχώρια πολιτική σκηνή τάσσονται υπέρ ενός τέτοιου ενδεχόμενου.
Η Ελλάδα μπορεί να βρίσκεται σε μια κατηγορία από μόνη της όσον αφορά τις συνέπειες που έχει υποστεί ως κράτος-μέλος της Ευρωζώνης, τόνισε, αλλά δεν είναι η μόνη: «Κοιτάξτε τι γίνεται στη Φινλανδία. Έχει χάσει 10% του ΑΕΠ της σε τρία χρόνια».
Ο καθηγητής Κρούγκμαν δήλωσε θαυμαστής του ευρωπαϊκού εγχειρήματος, το οποίο χαρακτήρισε «ένα από τα σπουδαία επιτεύγματα στην ανθρώπινη Ιστορία». Ωστόσο, όπως σημείωσε, οι μεγάλες αποφάσεις με τις οποίες εξελίχθηκε ποτέ δεν τέθηκαν ενώπιον των λαών της Ευρώπης – «ήταν πάντα ένα εγχείρημα των ελίτ».
Μιλώντας στο ίδιο πάνελ, η πρώην υπουργός Αννα Διαμαντοπούλου συμφώνησε πως η Ευρωζώνη «δεν μπορεί να συνεχίσει έτσι», ένα κοινό νόμισμα χωρίς κράτος, και ανέδειξε την ανάγκη για έναν κοινό ευρωπαϊκό προϋπολογισμό που θα περιλαμβάνει σημαντικές μεταβιβάσεις μεταξύ των κρατών-μελών. Ωστόσο σημείωσε, διαφωνώντας με τον Κρούγκμαν, ότι «η λιτότητα δεν είναι το μόνο πρόβλημα στην Ελλάδα» και ότι, με το υφιστάμενο πολιτικό σύστημα και πολιτική κουλτούρα, μια αλλαγή νομίσματος δεν θα έλυνε τα προβλήματα.
Νωρίτερα, σε πάνελ με θέμα την οικουμενικότητα της φιλελεύθερης αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, η Πόλα Ντομπριάνσκι, πρώην υφυπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ για θέματα δημοκρατίας, δήλωσε ότι «η δημοκρατία αντιμετωπίζει προκλήσεις, αλλά δεν βρίσκεται σε υποχώρηση». Ο Μπένι Τάι, αναπληρωτής καθηγητής Νομικής στο Πανεπιστήμιο του Χονγκ Κονγκ, έδωσε το στίγμα των διεκδικήσεων της κινεζικής επαρχίας λέγοντας ότι «δεν μας αρκεί η υλική ευημερία» και ότι «θέλουμε ελευθερία, το δικαίωμα να επιλέγουμε τους ηγέτες μας». Από την πλευρά του, ο επενδυτής υψηλού κινδύνου Ερικ Λι εξέφρασε τον σκεπτικισμό του για την οικονομική αποδοτικότητα των δημοκρατικών χωρών, αντιπαραθέτοντάς τη με τα επιτεύγματα της Κίνας τα τελευταία 30 χρόνια.
Η ισλαμιστική απειλή
Στη συζήτηση σχετικά με την ισλαμιστική απειλή, ο Ρίτσαρντ Ντίαρλοβ, πρώην επικεφαλής της βρετανικής υπηρεσίας πληροφοριών MI6, σημείωσε ότι το πρόβλημα του «Ισλαμικού Κράτους» δεν θα αντιμετωπιστεί οριστικά έως ότου να γίνει άμεση προτεραιότητα από τους βασικούς παίκτες, που όλοι –η Ουάσιγκτον, ο πρόεδρος της Συρίας Ασαντ, το Ιράκ και η Αγκυρα– επί του παρόντος έχουν άλλους στόχους πιο ψηλά στην ατζέντα τους.
Στο πάνελ με θέμα την ψηφιακή τεχνολογία, με συντονιστή τον διευθυντή σύνταξης της «Κ», Νίκο Κωνσταντάρα, η Βάλερι Πλέιμ-Γουίλσον, πρώην υπάλληλος της CIA, τόνισε τους κινδύνους που εγκυμονούν για τη δημοκρατία οι τεράστιες δυνατότητες ηλεκτρονικής παρακολούθησης που διαθέτουν σήμερα οι μυστικές υπηρεσίες. Η ημέρα ξεκίνησε με εισαγωγικές ομιλίες από τον Αχιλλέα Τσάλτα, αντιπρόεδρο των International New York Times με τομέα αρμοδιότητας τη διοργάνωση συνεδρίων, και την υπηρεσιακή υπουργό Τουρισμού Αλκ. Πρωτοψάλτη.