Σε κλίμα κατάνυξης και αναστοχασμού, η Ιερά Μητρόπολη Κισσάμου και Σελίνου τίμησε την εικοσαετή διαδρομή του Ποιμενάρχη της – Η αναφορά στους πνευματικούς του πατέρες και το μήνυμα για τον ρόλο της Εκκλησίας.
Μια ιδιαίτερη σελίδα στην σύγχρονη εκκλησιαστική ιστορία της Δυτικής Κρήτης γράφτηκε το απόγευμα της Κυριακής στις εγκαταστάσεις της Ορθοδόξου Ακαδημίας Κρήτης (ΟΑΚ). Σε μια ατμόσφαιρα φορτισμένη από μνήμες και συναισθήματα, κλήρος και λαός τίμησαν τη συμπλήρωση είκοσι ετών από την ενθρόνιση του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Κισσάμου και Σελίνου, κ. Αμφιλοχίου.
Η εκδήλωση, μακριά από κοσμικές υπερβολές, εστίασε στην πνευματική διάσταση της επετείου. Ο ίδιος ο Μητροπολίτης, στον απολογιστικό του λόγο, αρνήθηκε τον χαρακτήρα της «προβολής έργου», επιλέγοντας αντ’ αυτού τον δρόμο της αυτοκριτικής και της ευχαριστίας, σκιαγραφώντας το προφίλ μιας ποιμαντορίας που δοκιμάστηκε και ωρίμασε μέσα από τις προκλήσεις των καιρών.
Αυτοκριτική αντί για απολογισμό

Σε δηλώσεις του προς τα ΜΜΕ, ο κ. Αμφιλόχιος έδωσε το στίγμα του τρόπου με τον οποίο αντιλαμβάνεται το ορόσημο της εικοσαετίας. Αποφεύγοντας την απαρίθμηση επιτευγμάτων, εστίασε στην εσωτερική διεργασία που απαιτεί η θέση του Επισκόπου.
«Για εμάς η επέτειος δεν είναι ευκαιρίες προβολής των δήθεν καλών μας έργων, αλλά κυρίως είναι ευκαιρίες αναστοχασμού, αυτοκριτικής, ενδοσκόπησης για το τι θα έπρεπε να κάνουμε και δεν το πράξαμε σε όλη αυτή την περίοδο», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Περιγράφοντας τα είκοσι αυτά χρόνια, ο Σεβασμιώτατος έκανε λόγο για μια περίοδο με έντονες αντιθέσεις, η οποία όμως συνέβαλε στην πνευματική ωρίμανση. Όπως τόνισε: «Μια περίοδος γεμάτη φως, γεμάτη χαρά, γεμάτη δύναμη, γεμάτη ελπίδα… αλλά και γεμάτη από αγωνίες, από δοκιμασίες, από πειρασμούς, από ανθρώπινα της καθημερινότητας, που όλα όλους μας δοκιμάζουν και μας βοηθούν να ωριμάσουμε περισσότερο».
Η Εκκλησία ως καταφύγιο «ψυχής και σώματος»

Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στον διττό ρόλο της Εκκλησίας στη σύγχρονη κοινωνία. Ο Μητροπολίτης Κισσάμου και Σελίνου υπογράμμισε ότι ο άνθρωπος αποτελεί μια ολότητα, και ως εκ τούτου η ποιμαντική μέριμνα δεν μπορεί να αγνοεί τις βιοτικές ανάγκες.
«Ο άνθρωπος είναι μια ολότητα και ψυχής αλλά και υλικών αναγκών», σημείωσε, εξηγώντας πως η Εκκλησία προσπαθεί να ανταποκριθεί στο πνευματικό της έργο, αλλά ταυτόχρονα «να αγκαλιάζει τον άνθρωπο στο σύνολό του».
Αναφερόμενος στις δυσκολίες που αντιμετώπισε, ο κ. Αμφιλόχιος χρησιμοποίησε την εικόνα της «ζύμωσης», περιγράφοντας τη ζωή του Επισκόπου ως μια συνεχή προσπάθεια μεταμόρφωσης των θλίψεων σε δημιουργία:
«Νομίζω ότι έτσι ζυμώνεται και η ζωή μας αλλά και η ζωή ενός Επισκόπου, ο οποίος καλείται μέσα σε αυτή τη ζύμωση να μπορεί να υπερβαίνει τις όποιες δυσκολίες και να μεταμορφώνει τις δυσκολίες και τις προκλήσεις σε δημιουργία και σε χαρά για τους ανθρώπους».
Η «ανθοδέσμη» των τριών Ιεραρχών

Ο Σεβασμιώτατος αναφέρθηκε στα πρόσωπα που καθόρισαν την πορεία του, χαρακτηρίζοντάς τα ως «ανθοδέσμη ευεργετών». Με βαθιά ευγνωμοσύνη, μνημόνευσε τρεις εμβληματικές μορφές της Εκκλησίας της Κρήτης:
-
Τον μακαριστό προκάτοχό του, Μητροπολίτη κυρό Ειρηναίο (Γαλανάκη), για τον οποίο ανέφερε ότι «ενέπνευσε τη ζωή μας και μας κληροδότησε μια παρακαταθήκη πολύτιμη και βαρύτιμη».
-
Τον εφησυχάζοντα Αρχιεπίσκοπο Κρήτης, κ. Ειρηναίο, τον οποίο χαρακτήρισε ως διαχρονικό «πρότυπο ζωής».
-
Τον Μητροπολίτη Λάμπης, Συβρίτου και Σφακίων, κ. Ειρηναίο, τον πνευματικό του πατέρα που, όπως είπε, τον «εισήγαγε στα ενδότερα του Ιερού Θυσιαστηρίου».
Πιο αναλυτικά στις δηλώσεις του προς τα ΜΜΕ είπε:

«Δόξα τω Θεώ λέμε για ό,τι μας χάρισε όλη αυτή την περίοδο των 20 ετών. Μια περίοδος γεμάτη φως, γεμάτη χαρά, γεμάτη δύναμη, γεμάτη ελπίδα, γεμάτη προσδοκίες, αλλά και γεμάτη από αγωνίες, από δοκιμασίες, από πειρασμούς, από ανθρώπινα της καθημερινότητας, που όλα όλους μας δοκιμάζουν και μας βοηθούν να ωριμάσουμε περισσότερο. Για εμάς η επέτειος δεν είναι ευκαιρίες προβολής των δήθεν καλών μας έργων, αλλά κυρίως είναι ευκαιρίες αναστοχασμού, αυτοκριτικής, ενδοσκόπησης για το τι θα έπρεπε να κάνουμε και δεν το πράξαμε σε όλη αυτή την περίοδο.
Έτσι καταλαβαίνουμε αυτές τις ημέρες και έτσι τις ζούμε, και γι’ αυτό το κέντρο των ημερών αυτών ήταν η Θεία Ευχαριστία, η Θεία Λειτουργία, το μυστήριο της χάρης του Θεού. Αφού αυτή τη χάρη καλούμεθα να λιτανεύουμε στις ζωές των ανθρώπων και απ’ αυτή τη χάρη καλούμεθα και εμείς να τρεφόμεθα, αλλά και να τρέφομε και το σώμα της Εκκλησίας, δηλαδή τον λαό του Θεού. Νιώθουμε μεγάλη ευεργεσία και μεγάλη ευγνωμοσύνη στον Άγιο Θεό που μας χάρισε αυτή την εμπειρία και αυτή τη χαρά: να πορευόμεθα μέσα στη ζωή της Εκκλησίας, να προσπαθούμε να αφουγκραζόμεθα τις ανάγκες των ανθρώπων – τις ανάγκες κυρίως της ψυχής αλλά και τις ανάγκες της καθημερινότητας, γιατί ο άνθρωπος είναι μια ολότητα και ψυχής αλλά και υλικών αναγκών. Και νομίζω η Εκκλησία έτσι προσπαθεί να ανταποκρίνεται στο έργο της, στο πνευματικό της, στο πρώτιστο και το μέγιστο, αλλά και στο να αγκαλιάζει τον άνθρωπο στο σύνολό του.
Είναι πολλές εκείνες οι ώρες και οι στιγμές και οι ημέρες μεγάλων και πολλών εμπειριών, αλλά φυσικά και πολλών δυσκολιών, πολλών δοκιμασιών και πολλών θλίψεων. Και νομίζω ότι έτσι ζυμώνεται και η ζωή μας αλλά και η ζωή ενός Επισκόπου, ο οποίος καλείται μέσα σε αυτή τη ζύμωση να μπορεί να υπερβαίνει τις όποιες δυσκολίες και να μεταμορφώνει τις δυσκολίες και τις προκλήσεις σε δημιουργία και σε χαρά για τους ανθρώπους. Οι άνθρωποι περιμένουν από εμάς να στηρίξουμε τις ανάγκες και τις δυσκολίες τους.
Λέμε ένα “Δόξα τω Θεώ” για όλη αυτή την πορεία των 20 ετών και για όλη αυτή την ευλογία του ουρανού που, όπως μου είπε και ένας αδελφός Αρχιερέας σήμερα, “σκανδαλωδώς” και πλουσιοπάροχα μας έχει χαρίσει η αγάπη Του. Είμεθα ευγνώμονες στον ουρανό, ευγνώμονες και στη γη, στους ανθρώπους που στηρίζουν αυτή την ταπεινή μας διακονία και αυτό το έργο. Έτσι πορευόμεθα μέσα σε αυτή τη ζωή και μέσα σε αυτή την κοινωνία και την κοινότητα των ανθρώπων, φυσικά πάντοτε γνωρίζοντας ότι είμεθα ταξιδιώτες και ότι προορισμός μας είναι η Βασιλεία του Θεού.
Ο Χριστός είναι το πρόσωπο το κυρίαρχο της Εκκλησίας. Το κυρίαρχο πρόσωπο στη ζωή όλων εμάς καλείται να είναι ο Χριστός, χωρίς την παρουσία του οποίου δεν μπορούμε να ζούμε και να υπάρχουμε· χωρίς Χριστό δεν υπάρχει Εκκλησία. Μέσα σε αυτή την κοινωνία και την εμπειρία της παρουσίας της χάρης του Θεού, φυσικά υπάρχουν και πρόσωπα ανθρώπινα τα οποία για εμάς λειτουργούν ή προσπαθούμε να λειτουργήσουν ως πρότυπα ζωής.
Φυσικά με βαθιά ευγνωμοσύνη μνημονεύουμε τον μακαριστό Γέροντα και προκάτοχό μας, Μητροπολίτη κυρό Ειρηναίο, ο οποίος ενέπνευσε τη ζωή μας και μας κληροδότησε μια παρακαταθήκη πολύτιμη και βαρύτιμη, και προσπαθήσαμε και προσπαθούμε να ανταποκριθούμε σε αυτή την κληρονομιά. Επίσης, με βαθιά ευγνωμοσύνη μνημονεύουμε και τον ησυχάζοντα Αρχιεπίσκοπο Κρήτης, κύριο Ειρηναίο, που και εκείνος για εμάς παραμένει πρότυπο ζωής. Ως επίσης και τον πολυσέβαστο Μητροπολίτη Λάμπης, Συβρίτου και Σφακίων, κύριο Ειρηναίο, ο οποίος υπήρξε και πνευματικός μας πατέρας που μας εισήγαγε μέσα στη ζωή, στα ενδότερα του Ιερού Θυσιαστηρίου. Η βαθιά ευγνωμοσύνη μας ανήκει και σε άλλα πολλά πρόσωπα, αλλά ως “ανθοδέσμη” θα έλεγα ότι ανάμεσα στους πολλούς ευεργέτες της ζωής μας νιώθουμε την ανάγκη να μνημονεύσουμε τα τρία αυτά πρόσωπα. Και στο πρόσωπο το δικό τους, και όλους εκείνους τους κληρικούς αλλά και τους λαϊκούς που έρχονται να στηρίξουν και να υποστηρίξουν, πνευματικό τω τρόπω κυρίως, την ταπεινή μας διακονία, πάντοτε επ’ αγαθώ της Εκκλησίας και για τη διακονία του λαού του Θεού.
Στα χέρια του Θεού είμαστε όλοι μας και εκεί αφεηνόμεθα, και Αυτόν εμπιστευόμεθα, και Αυτόν παρακαλούμε και επικαλούμεθα στη ζωή μας, και Αυτός συνεποδηγεί και την Εκκλησία και τη ζωή μας και όλους μας. Και λέμε “Δόξα τω Θεώ” που το θέλημά μας δεν είναι πάνω από το θέλημα του Θεού. Έτσι καταλαβαίνουμε την παρουσία μας μέσα στην Εκκλησία και μέσα σε αυτή την ιστορική πορεία της ζωής μας».
Φωτογραφίες: Σταύρος Ξεκουκουλωτάκης



