Του Ανδρέα Ρουμελιώτη | Μόνο κάτι ολίγιστοι – αφελείς – επέσανε από τα «σύ(γ)ννεφα με παντελόνια» – που θα ‘λεγε ο Βλαδίμηρος ο Μαγιακόφσκι(ς). Άπαντες οι πολιτικολογούντες των απανταχού καφενέδων, το υποψιασμένο – μέχρι συνωμοσιολογίας – πόπολο δηλαδή, την έχει πλέον σακουλευτεί: οι παντελονάτοι (όχι όσοι φοράνε παντελόνια, αλλά εκείνοι που τα ‘χουν παντελονιάσει) κάνουνε κουμάντο και είναι του – καταρρέοντος – έθνους η ανωτάτη αρχή.
Η αφεντομουτσουνάρα μου, η οποία συχνάκις συναγελάζεται με τους στραβωμούτσουνους παντογνώστες των ελληνικών καφενείων, τους έχει ακούσει με τα αυτάκια της να καταργιούνται την γαμημένη μοίρα τους οι χολερικοί, που δεν τους (απ)αξίωσε να ‘ναι βολευτές τώρα που κληρώνει, για να πιάσουνε την καλή.
Η διαμάχη στα αριστεροδεξιά καφενεία αυτή την εποχή, έχει να κάνει με το πόσο πάει το μαλλί. Δυο τρία μυριόπουλα είναι λίγα – πολύ λίγα, μόνο μια δεκαρικούμπα cash–άτη και κολλαριστή γίνεται από την τζογαδόρικη ομήγυρη αποδεκτή.
Φλερτάρισε – δεν φλερτάρισε ο χαρισματικός Παύλος Χαϊκάλης με την αρπαχτή η (συν)ουσία είναι ότι εκείνος έσπασε το σπυρί. Πρόεδρος δεν θα βγει, καλό βόλι τώρα και σοφή εκλογή!
Σκέφτομαι τον φίλο μου τον Γρηγόρη, τον Ψαριανό, που τα ΣΥΡΙΖέικα blogάκια, όπως είπε στην Βουλή, τον κατηγόρησαν πως πήρε μια Ferrari προκαταβολή. Μπορεί να είναι ανεύθυνα – υπεύθυνος και αθώος – αφελής, αυτό όμως τον κάνει σαν πρόσωπο ακόμα πιο τραγικό, γιατί θυμίζει εκείνο το ανέκδοτο, που λέγαμε, με την τελευταία Πόντια γριά πουτάνα, η οποία αυτοκτόνησε όταν έμαθε ότι οι άλλες πληρώνονταν.
Αυταπάτες δεν έχουμε, όσο κι αν πλανάται forever η κατηγορία, ποτέ δεν θα αποδειχθεί πως η επιχειρούμενη εξαγορά βουλευτών, έγινε με εντολή πρωθυπουργική. Το αντίθετο θα συμβεί. Η απερχόμενη κυβέρνηση απ’ τον ίδιο της τον εξώστη θα χλευαστεί, γιατί στάθηκε ανίκανη να εξαγοράσει τον κάθε τελειωμένο – ανεξαρτητοποιημένο βουλευτή που δεν έχει καμία ελπίδα να επανεκλεγεί.
Ο καθένας από τουτουσδώ έχει μια αχίλλειο πτέρνα και στην ντουλάπα του υπάρχουν σκελετοί, δεν χρειαζόταν money να σκορπιστεί, εύκολα θα μπορούσε να εκβιαστεί∙ διατείνονται με ύφος αρχιμαφιόζου του καφενέ οι σοφοί, αυτή “η τσογλανοπαρέα που κάνει κριτική.”
Και ο γλυκός μου ο Λάκης; Πάντα στην κόψη του ξυραφιού ακροβατεί. Σαν τον πατριό του, τον Αριστοφάνη, που λεηλατούσε με το φαρμακερό του χιούμορ και την ελευθεροστομία τους παντελονάτους συντσιμπουσιαζόμενούς του, αποφεύγοντας τον εξοστρακισμό χάριν της – μη κληρονομούμενης σε μας – δημοκρατίας.
Η φαντασιακή θέσμιση – που θα λεγε και ο Κορνήλιος Καστοριάδης – του ιδεατού ελληνοπρεπούς καφενείου που επικαλούμαι, είναι τόσο νοσηρή και διεφθαρμένη περισσότερο από τους διαφθορείς της, που πάντα θα υποψιάζεται και ποτέ δεν θα αθωώνει τον Λάκη, όσο κι αν τον χειροκροτεί γιατί αποτελεί το πρώτο του βιολί και (τους) δίνει τώρα τη χαριστική βολή.
Σκατά τα κάναμε πάλι, που θα λεγε και ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης. Ούτε μια απλή διεκπεραίωση που μας ανέθεσαν δεν μπορούμε να φέρουμε εις πέρας.
Τούρκος θα γίνει η Μέρκελ. Παντζάρια τα μάγουλά της απ’ τον θυμό. Αυτή η μαντάμ με τα υποβρύχια που γέρνουνε και τα τρένα που δεν χωράνε στις ράγες δεν έχει πλέον ούτε έναν συνεργάτη της προκοπής εδωχάμου. Τόσους χρύσωσε και εκβίασε και όλοι της βγήκαν άχρηστοι.
«Πόσο έχει ανέβει το κασέ αυτού του Τσίπρα», ευλόγως θα αναρωτηθεί πριν συμπληρώσει την ακάλυπτη επιταγή. «Για ψάξε στην ντουλάπα του μήπως υπάρχουν τίποτα σκελετοί».
Συμπαθάτε με, αλλά δεν είναι καθόλου καλή εξέλιξη αύτή, που βγήκαν απ τους υπονόμους οι ποντικοί.