Μία πολύ ενδιαφέρουσα εκδήλωση πρόκειται να πραγματοποιηθεί στα πλαίσια των 14 χρόνων λειτουργίας της κατάληψης Rosa Nera. Την Κυριακή 17 Ιουνίου στις 6 το απόγευμα θα γίνει ιστορικός περίπατος σε γνωστές και άγνωστες συνοικίες των Χανίων με αναφορά στις ιστορικές καταβολές τους.
Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά:
Τα Χανιά είναι μια περιοχή όπου συνυπήρχαν άλλοτε ειρηνικά κι άλλοτε όχι, διαφορετικοί πολιτισμοί και θρησκείες. Με αντικαταστάσεις, εκτοπισμούς και με αναμείξεις πληθυσμών. Η προβολή του ιστορικού κέντρου ως «ενετική πόλη» είναι τουλάχιστον υπερβολή.
Πιο αναλυτικά σε σχετικό κείμενο αναφέρονται τα εξής:
Ένας ιστορικός περίπατος, οργανωμένος από μέλη της Κατάληψης και την υποστήριξη συντρόφων και συντροφισσών, με στόχο την ανάδυση δύσκολων πτυχών της συλλογικής μνήμης της πόλης: μέσα από μία περιήγηση στην πολεοδομία των μειονοτήτων, στις ιστορίες διαπολιτισμικής συνύπαρξης και συγκρούσεων, εκτοπισμών, αγώνων και αγωνιών των «παραλειπόμενων» αυτής της πόλης που η επίσημη, θεσμική εξουσία επιθυμεί να σβήσει ή να τουριστικοποιήσει τα τελευταία τους ίχνη. Θραύσματα της μνήμης κρυμμένα σε αρχιτεκτονικά επιβιώματα που ακόμα επιθυμούν να αφηγηθούν την κρυμμένη ιστορία τους.
Σκοπός, η συζήτηση για το δημόσιο χώρο, για το τι σημαίνει «ιστορικό κέντρο» ως τουριστικό προϊόν και τι σημαίνει ιστορία και πολιτισμός ως αναφορά και πρότυπο.
Στο δίπολο θέαμα – κατανάλωση των θεματικών πάρκων μορφωτικού τουρισμού, η ιδεολογική κατασκευή μιας ιστορίας που απευθύνεται σε μια εύπεπτη πρόσληψη των κτιριακών μνημείων παίζει το σημαντικότερο ρόλο. Η «ιστορία» ωστόσο, που προβάλλεται και χτίζει την εικόνα μιας «ιστορικής πόλης», είναι αποτέλεσμα ταξικών επιλογών και ιδεολογικών επινοήσεων και παραλείψεων.
Τα Χανιά είναι μια περιοχή όπου συνυπήρχαν άλλοτε ειρηνικά κι άλλοτε όχι, διαφορετικοί πολιτισμοί και θρησκείες. Με αντικαταστάσεις, εκτοπισμούς και με αναμείξεις πληθυσμών. Η προβολή του ιστορικού κέντρου ως «ενετική πόλη» είναι τουλάχιστον υπερβολή. Στα καθεαυτό αρχιτεκτονικά της πόλης, η γραφική εικόνα της πόλης με τον «ενετικό Φάρο» αποσιωπά για παράδειγμα τη σημαντική για την ιστορία του Φάρου «αιγυπτιακή» κατοχή της πόλης. Σβήνεται επίσης από την ιστορία η εργατική τάξη και η μνήμη της, όπως για παράδειγμα οι εργάτες της που δημιούργησαν τα Ταμπακαριά (βυρσοδεψεία) και στο Κουμ-Καπί (Χαλικούτιδες). Αντίστοιχα, από τη γνωστή «φτωχική τούρκικη γειτονιά» της Σπλάντζιας λησμονούνται οι παράλληλες ζωές των φτωχών Χριστιανών. Παράλληλα, η μνήμη του εκτοπισμού της εβραϊκής κοινότητας «εξαφανίζεται» βολικά από τον Τοπανά, μετά το Ολοκαύτωμα κατά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η μετάβαση της παλιάς πόλης από ζώνη κατοικίας και παραγωγικής εργασίας (όπως των λεγόμενων παραδοσιακών επαγγελμάτων) στη σημερινή ζώνη θεάματος και παροχής τουριστικών υπηρεσιών ενισχύθηκε σημαντικά από τα δημόσια έργα. Ως απάντηση στο μαζικό τουρισμό των παραθαλάσσιων εγκαταστάσεων και των all inclusive διακανονισμών τους, ανακαλύφτηκαν τα οφέλη (για λίγους) του «ποιοτικού τουρισμού» που έχει ως προϊόν κάποιο είδος «πολιτιστικού τουρισμού», απαραίτητου συμπληρώματος στην αντικατάσταση του προηγούμενου κοινωνικού ιστού και τον μετασχηματισμό της (πρώην) πόλης σε θεματικό καταναλωτικό πάρκο. Ένας «πολιτισμός» που πάει πακέτο με τα τουριστικά μενού, τις ξαπλώστρες στις παραλίες, την επιθυμία έλεγχου των δημόσιων χώρων από security και μπράβους των αφεντικών του τουρισμού.
Ο ιστορικός αυτός περίπατος επικοινωνεί με εμπειρία μας, της συλλογικής και συμμετοχικής αυτοδιαχείρισης της Rosa Nera εδώ και δεκατέσσερα χρόνια, ενός χώρου στο Λόφο Καστέλι – στην κατεξοχήν περιοχή άσκησης της εκάστης κεντρικής εξουσίας στο νομό Χανίων. Στην τοποθεσία που διαχρονικά επέβαλε το πρότυπο της ιεραρχίας και της εξουσίας, στο χώρο που κατασκεύασε και διαιώνισε κοινωνικές νόρμες αποκλεισμού και εκμετάλλευσης, θα ξεκινήσει και θα καταλήξει η περιήγηση: στο Λόφο και στις γύρω συνοικίες της παλιάς πόλης όπου αποκλείστηκαν και εντέλει ξεχάστηκαν (;) οι παραλειπόμενοι της ιστορίας.