«Η Γερμανία θέλει η νέα αριστερή κυβέρνηση της Ελλάδας να υπαναχωρήσει στις αντι-μνημονιακές υποσχέσεις που έδωσε κατά τις πρώτες ημέρες της διακυβέρνησής της», σύμφωνα με έγγραφο της γερμανικής κυβέρνησης που δημοσιεύει αποκλειστικά το Reuters – Είναι προφανές ότι οι προτάσεις αυτές δεν θα γίνουν αποδεκτές από η νέα ελληνική κυβέρνηση, αναφέρουν κυβερνητικές πηγές, δεδομένου ότι προσκρούουν στην πρόσφατη εντολή τη ελληνικού λαού και δεν βοηθούν στην αναπτυξιακή προοπτική της Ευρώπης
Σύμφωνα με πηγές του Μεγάρου Μαξίμου, το έγγραφο του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών, αποδεικνύει ότι και η γερμανική κυβέρνηση μπήκε και τυπικά στην διαπραγμάτευση και καθίσταται φανερό ότι η γερμανική κυβέρνηση επιλέγει την «σκληρή τοποθέτηση» στην έναρξη της διαπραγμάτευσης καθώς με το έγγραφό της ζητάει από τη νέα ελληνική κυβέρνηση να ανακαλέσει τις δεσμεύσεις της κατά της λιτότητας και να επαναφέρει το Μνημόνιο. Δηλαδή, υπογραμμίζουν οι ίδιες πηγές, η νέα ελληνική κυβέρνηση να προχωρήσει σε περικοπές συντάξεων, παραμονή της τρόικας και να εφαρμόσει όλα τα σκληρά μέτρα που είχε συμφωνήσει η προηγούμενη κυβέρνηση Σαμαρά.
Είναι προφανές ότι οι προτάσεις αυτές δεν θα γίνουν αποδεκτές από η νέα ελληνική κυβέρνηση, αναφέρουν οι κυβερνητικές πηγές, δεδομένου ότι προσκρούουν στην πρόσφατη εντολή τη ελληνικού λαού και δεν βοηθούν στην αναπτυξιακή προοπτική της Ευρώπης. «Θα συνεχίσουμε τις διαπραγματεύσεις όλους τους ευρωπαίους εταίρους μας σε πνεύμα συνεργασίας και αμοιβαίας κατανόησης» ξεκαθαρίζουν οι πηγές του Μεγάρου Μαξίμου.
Την καταστροφή της Ελλάδας ζητά η Μέρκελ
Νωρίτερα, σύμφωνα με έγγραφο, που διέρρευσε στο Reuters διαρκούσης της συνάντησης Τσίπρα – Ολάντ, το Βερολίνο απορρίπτει όλο το σχέδιο Βαρουφάκη και προχωρώντας ένα ακόμη βήμα παραπάνω ζητά συνέχιση λιτότητας, απολύσεων, ιδιωτικοποιήσεων και εφαρμογή όλων των μέτρων που είχε πάρει η απελθούσα κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου.
Το, γερμανικής πατρότητας, έγγραφο, θα κατατεθεί και θα συζητηθεί στην αυριανή συνεδρίαση του EuroWorkingGroup, όπως αποκαλύπτει το Reuters.
Με το κείμενο αυτό, η κυβέρνηση Μέρκελ διαμηνύει ότι Αθήνα δεν πρέπει να πάρει πίσω καμία από τις περικοπές και τις μεταρρυθμίσεις που έχουν γίνει μέχρι τώρα και τονίζει: «Το Eurogroup χρειάζεται μια ξεκάθαρη και εμπροσθοβαρή δέσμευση από την Ελλάδα για να διασφαλίσει την πλήρη εφαρμογή κρίσιμων μεταρρυθμίσεων που θα κρατήσουν το πρόγραμμα σε τροχιά».
«Ο στόχος είναι η συνέχιση της συμφωνηθείσας μεταρρυθμιστικής ατζέντας (όχι απόσυρση μέτρων), που θα καλύπτει μεγάλους τομείς όπως η διοίκηση εσόδων, η φορολογία, η διοίκηση των δημόσιων οικονομικών, οι ιδιωτικοποιήσεις, η δημόσια διοίκηση, η υγεία, οι συντάξεις, η κοινωνική ασφάλιση, η εκπαίδευση και η μάχη κατά της διαφθοράς», αναφέρεται.
Καθιστά επίσης σαφές ότι το Βερολίνο θέλει να διατηρηθεί η τρόικα και να λειτουργεί ως έχει και ζητά από την Αθήνα να διαβεβαιώσει πως θα τιμήσει τις δεσμεύσεις για αποπληρωμή χρεών έναντι της ΕΚΤ, του ΔΝΤ, του αμείου διασώσεως της ευρωζώνης EFSF, καθώς και τα διακρατικά δάνεια από χώρες της ευρωζώνης.
Η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει επίσης να αποδεχτεί την ανεξαρτησία της κεντρικής Τράπεζας της Ελλάδος, του Ελληνικού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας που είναι το κεφαλαιακό «μαξιλάρι» για τις ελληνικές τράπεζες, καθώς και των φορολογικών και στατιστικών Αρχών της χώρας.
Το Βερολίνο ζητά ακόμη από την Ελλάδα πρωτογενές πλεόνασμα πριν την πληρωμή τόκων της τάξης του 3% του ΑΕΠ το 2015 και 4,5% του ΑΕΠ το 2016.
Στα «καυτά» θέματα της κοινωνικής ατζέντας, επιμένει στις 150.000 θέσεις στο δημόσιο, στην εφαρμογή σκληρών αλλαγών στο συνταξιοδοτικό σύστημα, στην ευελιξία των συμβάσεων εργασίας και απορρίπτει την επαναφορά του κατώτατου μισθού στα προ Μνημονίου επίπεδα.
Αξιώνει ακόμη να συνεχιστούν οι ιδιωτικοποιήσεις αεροδρομίων, επιχειρήσεων ενέργειας και ακινήτων και να υποστηριχθούν οι άμεσες ξένες επενδύσεις με στόχο να εξασφαλιστούν έσοδα 2,2 δισ. ευρώ το 2015.
«Στην βάση των παραπάνω παραμέτρων, είμαστε έτοιμοι να ενισχύσουμε περαιτέρω την συνεργασία μας με την Ελλάδα για να τονωθεί η ανάπτυξη και να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας. Πρέπει και μπορούν να γίνουν περισσότερα –σε διμερή βάση καθώς και εντός του ευρωπαϊκού πλαισίου» αναφέρεται στο έγγραφο.