Με αφορμή την υπόθεση του Κολωνού, ο καθηγητής Εγκληματολογίας και πρώην Υπουργός, Γιάννης Πανούσης μιλάει στο topontiki.gr για το «προφίλ» των παιδοβιαστών, τα «λαϊκά δικαστήρια» αλλά και τα λάθη των αρχών και των ΜΜΕ.
Ο γνωστός εγκληματολόγος υπογραμμίζει τον μεγάλο κίνδυνο για τα ανθρώπινα δικαιώματα, που ελλοχεύει στο «κοινό περί δικαίου αίσθημα», ενώ εξηγεί γιατί τα ειδεχθή εγκλήματα «συγκινούν» μεγάλη μερίδα του κόσμου και μονοπωλούν το ενδιαφέρον του.
- Κολωνός, Αγρίνιο, Πετράλωνα… Καθημερινά ερχόμαστε αντιμέτωποι με νέες φρικιαστικές ειδήσεις, που αφορούν βιασμούς ανηλίκων. Ήταν πάντα τόσα πολλά τα περιστατικά και απλώς τώρα επειδή τα θύματα μιλούν ευκολότερα, παίρνουν περισσότερη δημοσιότητα; Αν όχι, γιατί υπάρχει τέτοια αύξηση;
Δεν υπάρχει μία ενιαία απάντηση στο φαινόμενο γιατί ενώ οι πράξεις ποινικά μοιάζουν στο εγκληματολογικό (πιθανόν και στο ψυχολογικό ή πολιτισμικό ή κοινωνιολογικό) επίπεδο προσέγγισης είναι εντελώς διαφορετικές.
Π.χ τί σχέση μπορεί να έχει ο Κολωνός με πολλούς βιαστές, εκπόρνευση, περίεργη στάση οικογένειας κλπ. με την (πιθανή) περίπτωση αιμομιξίας και οργίων των Πετραλώνων;
Άρα καθεμία υπόθεση πρέπει ν’ αναλυθεί ξεχωριστά (σχέσεις, κίνητρα, συμφέροντα και άλλα).
- Ποια η διαφορά παιδοφιλου και παιδεραστή; Ισχύει ότι στατιστικά πρόκειται για ανθρώπους που έχουν κι εκείνοι κακοποιηθεί; Ποιο είναι το προφίλ ενός παιδοβιαστη και τι καθορίζει αν ένα κακοποιημένο παιδί θα γίνει με τη σειρά του κακοποιητης ή όχι;
Ο παιδόφιλος κατατρύχεται από ερωτικές τάσεις/ορμές και φαντασιώσεις συνεύρεσης με παιδιά αλλά δεν προβαίνει σε πράξεις, κυρίως λόγω αναστολών (ηθικών κλπ.)
Ο παιδεραστής συνάπτει ερωτικές σχέσεις, που ανάλογα με τη νομοθεσία της χώρας ως προς την ηλικία του θύματος, χαρακτηρίζονται και βιασμός (καθώς ούτε η ενδεχόμενη «συναίνεση» του παιδιού αίρει τον άδικο χαρακτήρα της πράξης).
Ο κακοποιηθείς συχνά κακοποιεί αλλά δεν έχει διαπιστωθεί ευθεία συσχέτιση βιασθέντος, ο οποίος μεταγενέστερα βιάζει. Τις περισσότερες φορές εκδικείται, αυτοκτονεί ή πέφτει σε ψυχωτικές καταστάσεις.
- Έχουν οι δράστες τέτοιων εγκλημάτων συναίσθηση του τι προκαλούν στα θύματα τους;
Αν μπορούσαμε να εντοπίσουμε κοινό παρονομαστή θα βρίσκαμε την παντελή έλλειψη οίκτου και φιλαλληλίας, στοιχειωδών συναισθημάτων του ανθρωπισμού και του πολιτισμού.
- Ποια λάθη έχουν γίνει από αρχές και ΜΜΕ στη διαχείριση της υπόθεσης του Κολωνού; Πόσο «δεοντολογικό» είναι να βγαίνει στα κανάλια η ψυχολόγος της μικρής;
Το «κυνήγι» μιας τέτοιας, πράγματι «ιδιαίτερης» υπόθεσης, με πολλές παραμέτρους, ήταν αναμενόμενο (και σε διάρκεια και σε ένταση). Προφανώς δεν τηρήθηκε κανένα όριο ευαισθησίας, προστασίας της ιδιωτικής ζωής ή τεκμηρίου αθωότητας. Σε κάθε περίπτωση οι «ειδικοί επιστήμονες» οφείλουν να προσέχουν όχι μόνο ποιες θεωρίες διατυπώνουν ανεπιγνώστως αλλά και ποια δεοντολογία (και ηθική) του κλάδου τους παρα-βιάζουν ανερυθρίαστα.
- Πώς μπορεί να αποφευχθεί ο επανατραυματισμος του θύματος; Πώς θα μπορούσε πλέον να προστατευτεί η 12χρονη;
Δύσκολο. Συνήθως τον πρώτο, πραγματικό, βιασμό ακολουθούν άλλοι-τουλάχιστον τέσσερις: η καχυποψία, ο στιγματισμός, ο δικαστικός κανιβαλισμός και η αδυναμία επανένταξης σε κανονική ζωή. Δεν είμαι αισιόδοξος ως προς το αν μπορέσει να βρει η ίδια τις δυνάμεις να σταθεί όρθια ,γιατί οι υπόλοιποι -μόλις σβήσουν τα φώτα της επικαιρότητας- θα την αφήσουν μόνη [για ενδεχόμενη ανάγκη θεραπείας υπάρχει το άρθρο 352 Α&3].
- Γιατί «πουλάει» τόσο η φρίκη; Γιατί όσο πιο «άρρωστο» ένα έγκλημα, τόσο μεγαλύτερο το ενδιαφέρον του κοινού;
Δεν «πουλάει η φρίκη» αλλά σαγηνεύει το αλλόκοτο, το τραγικό, το επικίνδυνο, που δίνουν στην επίπεδη ζωή μερικών κάποιο (έστω «αρρωστημένο») νόημα κλειδαρότρυπας. Θυμίζω ότι ανέκαθεν οι εκτός νόμου συγκινούσαν και πολλοί εγκληματίες ηρωοποιούνταν.
- Όταν ο όχλος ζητάει κρεμάλες και εκτελέσεις για παραδειγματισμό, και ακόμη και από επίσημα χείλη γίνονται πρότασεις για «χημικό ευνουχισμό», πόσο σας τρομάζει το «κοινό περί δικαίου αίσθημα»;
Δεν υπάρχει περισσότερο επικίνδυνη άποψη για τα ανθρώπινα δικαιώματα από την ικανοποίηση του «περί δικαίου αισθήματος του λαού» [sic].
Το φαινόμενο παιδεραστία είναι «άγριο» αλλά πρέπει να το αντιμετωπίσουμε μέσα στο πλαίσιο του νομικού μας πολιτισμού. Οι προ-τάσεις περί επαναφοράς της ποινής του θανάτου ή ευνουχισμών μας επαναφέρουν σε εποχές κι αντιλήψεις για τις οποίες δεν πρέπει να υπερηφανευόμαστε.
- Αν ωστόσο ισχύει ότι οι δράστες σεξουαλικών εγκλημάτων είναι συχνά υποτροποι, πώς θα μπορούσε η κοινωνία να προστατευτεί, στο πλαίσιο ενός νομικού πολιτισμού, που προφανώς οφείλει να σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα ακόμη και του χειρότερου εγκληματία;
Για τη βιολογικο-ιατρική εκδοχή/θεραπευτική πρόληψης πρέπει να μιλήσουν άλλοι ειδικότεροι εμού. Για τη διαχείριση του κινδύνου υποτροπής οι κοινωνικοί λειτουργοί/επιμελητές κοινωνικής αρωγής και οι ψυχολόγοι του τόπου διαμονής είναι προτιμότεροι από τους αστυνομικούς. Μπορεί να εφαρμοστεί κατά την έκτιση της ποινής η συμμετοχή του δράστη (εάν συμφωνεί) σε πρόγραμμα ψυχογενετήσιας θεραπείας [άρθρο 352 Α].
- Ποιο είναι το νομικό πλαίσιο για αυτά τα αδικήματα;
Θα εξαρτηθεί από την τελική δικαστική απόφαση. Σε περίπτωση που καταδικασθούν για βιασμό [άρθρο 336&3] και μαστροπεία [349&1] τα ισόβια (δις) είναι δεδομένα. Θα εξετασθούν επίσης ζητήματα γενετήσιας πράξης μεταξύ συγγενών [345], προσέλκυσης παιδιών για γενετήσιους λόγους [348Β] και γενετήσιες πράξεις με ανήλικους έναντι αμοιβής [351Α].
- Οι δράστες σεξουαλικών εγκλημάτων κρατούνται στις φυλακές Γρεβενών και Τριπόλεως, κυρίως για τη δική τους προστασία. Ωστόσο αυτό δεν συνιστά κάποιας μορφής “γκετοποιηση” που λειτουργεί ανασταλτικά στον «σωφρονισμό» τους;
Μολονότι δεν προβλέπεται «εξειδίκευση» καταστημάτων κράτησης λόγω παράδοσης κρατούνται σε αυτά που αναφέρετε. Ο κίνδυνος του συμφυρμού τους με άλλους συγκρατούμενους και της εφαρμογής «του νόμου της φυλακής» (που δεν συμπαθεί τους βιαστές ανηλίκων) είναι η κύρια αιτία. Περί σωφρονισμού, ας μην κάνουμε λόγο (όχι μόνο γι’ αυτούς αλλά για όλους τους κρατούμενους).
- Η δημοσιοποίηση των στοιχείων των υπόπτων/δραστών μπορεί μεν να συμβάλει στην αποκάλυψη κι άλλων εγκλημάτων, ωστόσο παράλληλα στιγματίζει ανεπανόρθωτα τα παιδιά των εκάστοτε εγκληματιών. Τι γίνεται για αυτά τα παιδιά; Πώς μπορούν να προστατευθούν;
Αυτό το ερώτημα είναι πολύ δύσκολο γιατί οι ερευνητές δεν διαθέτουν πολλά στοιχεία, κυρίως επειδή τα παιδιά των στυγερών εγκληματιών θέλουν να εξαφανιστούν, να καλυφθούν πίσω από αλλαγή ονόματος ή ανωνυμία, ώστε να μην κουβαλάνε το στίγμα του δολοφόνου-πατέρα ή της «άρρωστης οικογένειας». Η επαναφορά τους στην κανονικότητα είναι εξίσου δύσκολη με την κοινωνική επανένταξη των δραστών.