Αρχές Μάρτιου νοτιοανατολικά της Κρήτης πιάστηκε σε δίχτυα επαγγελματία ψαρά ένα νέο είδος ψαριού που μπήκε στην χωρά μας τα τελευταία 2 περίπου χρόνια, ο λόγος για το λεοντόψαρο «leon fish» ή λιονταρόψαρο ένα ψαρί που με την πρώτη μάτια θα καταλάβεις αμέσως ότι ανήκει στην ομάδα τον πετρόψαρων μοιάζει πολύ με την σκορπίνα με διάφορα τα μεγάλα αγκάθια που καλύπτουν όλο του το σώμα .
Tι είναι το λεοντόψαρο
Πρόκειται για ένα σαρκοφάγο και άκρως επιθετικό ψάρι που δυνητικά μπορεί να ανατρέψει την ισορροπία των οικοσυστημάτων εκτοπίζοντας τους ροφούς και άλλους θηρευτές που βρίσκονται στην κορυφή της τροφικής αλυσίδας.
Μπορεί επίσης να μειώσει τους πληθυσμούς φυτοφάγων ψαριών και να αυξήσει έτσι σε υπερβολικό βαθμό την ανάπτυξη των φυκιών. Μια τέτοια αλλαγή μπορεί με τη σειρά της «να προσελκύσει κι άλλα χωροκατακτητικά είδη λόγω εξασθένισης της τοπικής χλωρίδας και πανίδας» προειδοποιεί ο Δρ Κάρλος Χιμένες, θαλάσσιος βιολόγος του Ινστιτούτου Κύπρου.
Στη Μεσόγειο έχουν βρεθεί αυτή τη στιγμή πάνω από 900 χωροκατακτητικά είδη ψαριών σύμφωνα με σουηδική μελέτη του 2011. Μεταξύ αυτών ο λαγοκέφαλος και το δηλητηριώδες ιαπωνικό ψάρι φούγκου.
Τρομακτικός θηρευτής
Το λεοντόψαρο, με 13 αγκάθια στη ράχη και τέσσερα στην κοιλιά μπορεί να προκαλέσει αλλεργικές αντιδράσεις συχνά θανατηφόρες.
Η τεχνική που χρησιμοποιεί για να πιάσει τα θηράματά του προκαλεί τρόμο: ανοίγει τα θωρακικά του πτερύγια και δημιουργεί μια δίνη που παρασέρνει τα θηράματά του απευθείας στο τεράστιο στόμα του. Φτάνει σε μήκος τα 50 εκατοστά μπορεί να φτάσει στην κορυφή της τροφικής αλυσίδας αφού το αποφεύγουν ακόμα και οι καρχαρίες.
Τα θηλυκά μπορούν να γεννήσουν 30.000 αβγά μέσα σε τέσσερεις μέρες με την ωοτοκία να διαρκεί όλο το χρόνο.
Τουλάχιστον τρώγεται και είναι πολύ νόστιμο
«Το λεοντόψαρο ανήκει στην ίδια οικογένεια με τη σκορπίνα και τη δράκαινα, είναι δηλαδή βρώσιμο, αρκεί να κοπούν τα δηλητηριώδη αγκάθια, που έχει στη ράχη και τα πλευρικά του πτερύγια», εξηγεί. Περισσότερο προσεκτικοί πρέπει να είναι οι αλιείς, καθώς το δηλητήριο των αγκαθιών δύναται να τους προκαλέσει πόνο ή παράλυση στα χέρια, με τα οποία θα έρθει σε επαφή.
Οι επιστήμονες συστήνουν, πάντως, την αλίευσή του και την προώθησή τους στην αγορά (χωρίς τα αγκάθια) και ως ένα μέσο περιορισμού του. «Το λεοντόψαρο είναι είδος χωροκατακτητικό, έχει δηλαδή την τάση να επικρατεί των υπολοίπων», υπογραμμίζει η βιολόγος – ιχθυολόγος, κ. Νότα Περιστεράκη, από το Ινστιτούτο Θαλάσσιων Βιολογικών Πόρων και Εσωτερικών Υδάτων του ΕΛΚΕΘΕ, «αφενός αναπαράγεται καλά, αφετέρου τρώει άλλα είδη ψαριών με γρήγορες κινήσεις και “ρουφώντας” τα, ακριβώς όπως οι σκορπίνες». Οι επιστήμονες βρίσκουν πληροφορίες για το λεοντόψαρο κυρίως από συναδέλφους τους στην Καραϊβική, παρά το ότι δεν αποτελεί την «πατρίδα» του λεοντόψαρου. «Το λεοντόψαρο είναι εντυπωσιακό στην όψη και ακριβό, εξ ου και φιλοξενούνταν σε πολλά ενυδρεία της Καραϊβικής, απ’ όπου απελευθερώθηκε στη θάλασσα και πολλαπλασιάστηκε γρήγορα».
Το ελληνικό κοινό, ωστόσο, έχει αρχίσει να συμφιλιώνεται με τα ψάρια «εισβολείς». Συνολικά, στα ελληνικά ύδατα ενδημούν 38 με 40 λεσεψιανά είδη. Μελέτες στη γειτονική Τουρκία και το Ισραήλ έχουν δείξει ότι τα μισά αλιεύματα αποτελούνται από ψάρια «εισβολείς», «έχουμε στοιχεία μόνον από την Κρήτη, όπου οι εισβολείς κυμαίνονται από 2,5% μέχρι 7% βάσει της καταμέτρησής μας», επισημαίνει η κ. Περιστεράκη.
Ορισμένα εξ αυτών, όπως η αγριόσαλπα, πωλούνται ευρέως πλέον. «Κρούουμε τον κώδωνα του κινδύνου μόνο για τον λαγοκέφαλο, που μπορεί να προκαλέσει μέχρι και θάνατο με τη νευροπαραλυτική τοξίνη που περιέχει», καταλήγει η κ. Περιστεράκη.
rethemnosnews.gr, agonaskritis.gr