Ο Πιέτρο Ινγκράο, κορυφαία προσωπικότητα της ιταλικής Αριστεράς (γενν. 1915), συζητάει, με αφετηρία το πολύκροτο δοκίμιο Αγανακτήστε του γάλλου αντιστασιακού Στεφάν Εσέλ, με τους πανεπιστημιακούς Μαρία Λουίζα Μπότσια και Αλμπέρτο Ολιβέτι, για τα κινήματα διαμαρτυρίας, την αμφιβολία, την πολιτική. Και, χωρίς να την υποτιμά, εξηγεί γιατί η αγανάκτηση δεν αρκεί. Το βιβλίο κυκλοφορεί στα ελληνικά αυτές τις μέρες, από τις εκδόσεις Εύμαρος (υπεύθυνος: Πέτρος Κακολύρης), σε μετάφραση Τόνιας Τσίτσοβιτς, με πρόλογο του Μιχάλη Ψημίτη Καθώς το ερώτημα για τη σημασία και τα όρια της αγανάκτησης βρίσκεται στο επίκεντρο του πολιτικού και κινηματικού προβληματισμού σε όλο τον πλανήτη –από την Πουέρτα ντελ Σολ μέχρι το Σύνταγμα και το Occupy Wall Street– δημοσιεύουμε μερικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα. (Φωτογραφία στη κορυφή: Ομιλία του Πιέτρο Ινγκράο σε συγκέντρωση του Ιταλικού Κομμουνιστικού κόμματος την δεκαετία του ’50)
Μαρία Λουίζα Μπότσια: Ο Εσέλ θυμάται ότι επηρεάστηκε βαθιά από τον Ζαν Πολ Σαρτρ, από το ελευθεριακό του μήνυμα για την ατομική ευθύνη. Γράφει: «Η ευθύνη του ανθρώπου που δεν μπορεί να εμπιστευτεί τον εαυτό του ούτε σε μια εξουσία ούτε σε ένα Θεό, αλλά πρέπει να αγωνιστεί στο όνομα της δικής του ευθύνης ως ανθρώπινου όντος». Υπό αυτή την έννοια τo Αγανακτήστε! μιλά σε όλους. Τους ζητά να δράσουν σε πρώτο πρόσωπο. Ενώ αυτό που εσύ ονομάζεις συλλογική δράση, κοινά αποδεκτή σχέση, μια μετάβαση που εσύ θεωρείς απαραίτητη, σήμερα μοιάζει να μη μπορεί να χρησιμοποιηθεί πολύ. Δεν ξέρεις πού, με ποιον και πώς να την οικοδομήσεις.
Πιέτρο Ινγκράο: Από την πλευρά μου μπορώ να πω ότι ένας νέος, αγόρι ή κορίτσι, χρησιμοποιεί την αμφιβολία κάθε φορά που η συλλογική δράση και το αίσθημα ότι ανήκει κάπου, έρχονται σε αντίθεση με την προσπάθειά του να είναι ελεύθερος.
Όμως, παρόλο που δεν μπορεί να την απαρνηθεί κανείς, η ατομική ευθύνη δεν αρκεί. Όλη η ιστορία που έζησα και γνώρισα μου το λέει. Ο Καρλ Μαρξ, ο Αντόνιο Γκράμσι και άλλοι που ανέλυσαν αυτή την έννοια.
Δεν αρκεί η αγανάκτηση. Είναι βεβαίως μια απάντηση έστω και στοιχειώδης. Όμως είναι ανάγκη να οικοδομηθεί ένα πολιτικό υποκείμενο. Φυσικά πρέπει να καταλάβουμε καλά, να μελετήσουμε ποιο θα μπορούσε να είναι, τι μορφή θα πρέπει να λάβει, να κατανοήσουμε με ποιους τρόπους, λίγο-λίγο, θα μπορέσει να υλοποιηθεί αυτή η ανάγκη.
Μ. Λ. Μπότσια: Τους προηγούμενους μήνες, στην Ιταλία, πλατιά κινήματα διαμαρτυρίας είδαν να πρωταγωνιστούν και πάλι οι φοιτητές και οι νέοι ερευνητές. Μορφές πάλης που μεγαλώνουν και επεκτείνονται μέχρι να ξεχειλίσουν, αλλά δεν παγιώνονται, δε σταθεροποιούνται. Εξαντλούνται, ας το πούμε έτσι, στην εκδήλωση της διαμαρτυρίας.
Π. Ινγκράο: Νιώθω ότι υπάρχει μεγάλος κίνδυνος μιας ταλάντευσης των κινημάτων, να εκτεθούν στον ανώνυμο άνεμο της αγοράς, στον κατακερματισμό των αιτημάτων τους, όσο κι αν είναι δίκαια. Είναι σημαντικοί έστω και οι μερικοί αγώνες. Ούτε έχω αυταπάτες για την αποτελεσματικότητα ολικών, καθορισμένων και τέλειων σχεδίων. Εξηγούμαι καλύτερα. Κάθε υπόθεση απλοποίησης διαψεύστηκε οικτρά και παταγωδώς από την πρόσφατη ιστορία. Εκποιήθηκε –πέρα από τα σύμβολα και τους μύθους– τόσο η αμεσότητα της επαναστατικής πράξης, όσο και κάθε γραμμική οπτική υλοποίησης της λαϊκής κυριαρχίας.
Στη ζωή μου έκανα την όλο και πιο επιτακτική ανακάλυψη της πολυπλοκότητας της πολιτικής. Καθώς ανακαλύπταμε σταδιακά το συμπαγές της αστικής ηγεμονίας, έμπαινε οξύ το πρόβλημα των μορφών, των συσχετισμών μέσα από τους οποίους τα κοινωνικά υποκείμενα θα μπορούσαν να έχουν λόγο στις αποφάσεις.
Η μεγάλη και δύσκολη πρόκληση είναι πώς να κρατήσεις τη δύναμη και τη ζωντάνια ενός πλουραλιστικού υποκειμένου μαζί με τον πλούτο και την ποικιλία του ανθρώπινου όντος, με την πολύμορφη ουσία και την εσωτερική ελευθερία του.
Πάνω σ’ αυτή τη λεπτή και αναγκαία άποψη ήταν μεγάλα τα όρια που το κομμουνιστικό κίνημα δεν μπόρεσε να ξεπεράσει. Διεκδικήσαμε τα δικαιώματα ελευθερίας στους χώρους εργασίας, στους χώρους της κοινωνικής ζωής, αλλά όχι στην οργάνωση και στην πρακτική του πολιτικού υποκειμένου, όπου αντίθετα οι απαιτήσεις του αρραγούς και της αντοχής υπερίσχυαν πάντοτε.
Η ήττα μάς ωρίμασε και πάνω σ’ αυτό το ουσιαστικό σημείο. Η ηγεμονία της αγοράς, που εξαίρει τον ατομικισμό, παγιώθηκε στη συνέχεια ακόμη περισσότερο. […]
Αλμπέρτο Ολιβέτι: Η παρακμή των μορφών της [παραδοσιακής] πολιτικής δράσης είναι φανερή. Η απάθεια και ο ατομικισμός είναι σήμερα εκτεταμένα φαινόμενα και θα έπρεπε να ερευνηθούν καλύτερα σε σχέση με τη λαϊκίστικη διάσταση που λαμβάνουν. Επίσης, υπάρχει μια λαϊκή αναθεώρηση των ορίων της πολιτικής, ή τουλάχιστον μιας διαφορετικής συνύφανσης της πολιτικής συμμετοχής με άλλες στιγμές της ζωής, μεταξύ προσωπικής δημιουργίας και πλουραλιστικής, συλλογικής δράσης.
Π. Ινγκράο: Είναι αλήθεια. Και καλό είναι να μετρήσουμε τις συνέπειες που επέφερε η φθορά των κομμάτων στα υποκείμενα, στους χώρους και στους τρόπους με τους οποίους γίνονται οι επιλογές που μας αφορούν όλους. Η παρακμή των κομματικών σχημάτων και η διαστροφή τους επέδρασαν, στενεύοντας δραστικά τα περιθώριά της, πάνω στην ικανότητα διαλόγου και ακρόασης. Πάνω στην αντιπαράθεση ανάμεσα στις κουλτούρες, πάνω στη δυνατότητα αμοιβαίου επηρεασμού, πάνω στη διαφάνεια των σχέσεων μεταξύ κυβερνώντων και κυβερνωμένων. Εν ολίγοις, επέδρασαν πάνω στη διαμόρφωση του δημόσιου πνεύματος. […]
Α. Ολιβέτι: Η αμαύρωση της εκπροσώπησης των κομμάτων, οι διαδικασίες απόδοσης προσωπικού χαρακτήρα και ιδιωτικοποίησης ανάλογα με τις πελατειακές σχέσεις και χάριν των τοπικών ισχυρών εξουσιών, εξασθένησαν και εξέθεσαν την πολιτική ικανότητα των θεσμών, του δημοσίου, του κράτους. Διαφθορά, υπεξαιρέσεις, διοικητική αναποτελεσματικότητα, πληθωρισμός και κανονιστικό χάος, τα ιδιωτικά συμφέροντα που ασκούνται σταθερά και επιδιώκονται εντός των πλαισίων του δημοσίου, είναι τα πιο οφθαλμοφανή αποτελέσματα αυτής της αλλαγής.
Π. Ινγκράο: Μπορώ μόνο να υποδείξω ένα στοιχείο που δεν μπορούμε να αγνοήσουμε. Βλέπω να υπερισχύει μια ηθική κριτική του εκφυλισμού των κομμάτων, της διαφθοράς και της κερδοσκοπίας της τάξης των πολιτικών. Συμμερίζομαι τους λόγους και την αυστηρότητά της. Μα η αγανάκτηση δεν εξηγεί τις ουσιαστικές διαφοροποιήσεις. Η απλή καταγγελία, κατά κάποιον τρόπο, τις συγκαλύπτει.
Οι θεσμοί εκπροσώπησης έχουν αλλάξει σε σχέση με τους, μέχρι και βίαιους, μετασχηματισμούς, τους οποίους υπέστησαν οι χώροι κοινής διαβίωσης: τα εργοστάσια, τα γραφεία και τα σχολεία, οι μητροπόλεις και τα προάστιά τους, οι τρόποι μετακίνησης και επικοινωνίας.
Μ. Λ. Μπότσια: Είπες ότι το 1959 αποφάσισες να αφήσεις τη γραμματεία του ΙΚΚ για να επικεντρωθείς στο βουλευτικό σου ρόλο. Προτίμησες αντί για το κόμμα τη Βουλή, αποδίδοντας μια προνομιακή θέση στο θεσμό εκπροσώπησης ως χώρο πολιτικής δράσης. Από τότε και για πολλά χρόνια, συνέβαλες σημαντικά στη γνώση των θεσμών του κράτους και της δημοκρατίας. Η εκπροσώπηση ήταν στο κέντρο της εμπειρίας σου και του στοχασμού σου. Πώς συμβιβάζεται αυτό με τη σημασία που αποδίδεις σε ένα συλλογικό πολιτικό υποκείμενο;
Π. Ινγκράο: Στη δική μου εμπειρία, η εκπροσώπηση ήταν εντελώς διαφορετική από την εξουσιοδότηση. Την εννοούσα ως μια σχέση ανάμεσα σε υποκείμενα και με προβλημάτιζε διαρκώς αυτή η σχέση, πώς να οικοδομηθεί, με ποιους κανόνες και ανταλλαγές μπορούσε να γίνει επωφελής.
Όταν η πολιτική δράση, ως άσκηση μιας συμμετοχικής πλουραλιστικής μορφής φθίνει, η εκπροσώπηση γίνεται ένα ζήτημα αριθμών και συχνά, με την αριθμητική, συμπιέζεται ο πλούτος των γνώσεων που μας διατρέχει, που μας δίνει και μας αφαιρεί, μας πλουτίζει και μας τσακίζει. Σήμερα, περισσότερο από χθες, βιώνουμε μέσα μας τη σύγκρουση, όχι μόνο ανάμεσα στις εμπειρίες αλλά και ανάμεσα στις υπάρχουσες διαφορετικές κουλτούρες.
Ξαναβρίσκω αυτά τα σημάδια στους κοινωνικούς αγώνες. Εξεγέρσεις και διαμαρτυρίες, εκρηκτικοί συντεχνιακοί ξεσηκωμοί, συγκρούσεις και κινήματα, που χαρακτηρίζονται, μέσα στη διαφορετικότητά τους, από την έλλειψη ενός πολιτικού κοινού συνεκτικού στοιχείου, μέχρι και με πλευρές αποκήρυξής του. Υπάρχει αναταραχή, όχι νηνεμία. Είναι η άλλη όψη της κρίσης της πολιτικής.
Υπάρχει ένα δηλωμένο έλλειμμα εκπροσώπησης. Σκέφτομαι κυρίως τους νέους, τους αγώνες των φοιτητών και των πανεπιστημιακών ερευνητών. Μπορεί να φαίνονται μεροληπτικά τα ζητήματα που εγείρουν, ενώ, στην πραγματικότητα, υποδηλώνουν γενικά προβλήματα, τεράστιου μεγέθους, που επικαλούνται νέες μορφές πολιτικής κοινότητας.
Η πολιτική μπορεί να αναγεννηθεί, να βρει μια νέα εξάπλωση αν εκφράζει τις ανάγκες ενός προσωπικού βιώματος που ορίζεται κοινωνικά. Πάντως, αυτά τα κινήματα φανερώνουν το σημείο κρίσης στο οποίο έφθασε η σχέση των πολιτικών θεσμών με τα αιτήματα που ξεσηκώνουν την κοινωνία.
μετάφραση: Τόνια Τσίτσοβιτς