Όποιος δε μπορούσε να διορίσει τον κανακάρη του στο Δημόσιο, πουλούσε το λιόφυτο που κληρονόμησε από τον παππού και χρεωνότανε στις Τράπεζες για να του ανοίξει μαγαζί νεωτερισμών.
Να κάνει το παιδί του έμπορο. Και να τώρα που μας κόψανε τις πιστωτικές κάρτες κι οι έμποροι χτυπάνε μύγες! Αλλά σκέφτομαι, ίσως αφελώς, ότι αυτοί που έχουν τα «καλά» μαγαζιά πουλάνε ιταλικά κουστούμια και αγγλικά πουκάμισα, οι μεσαίοι τούρκικες κάλτσες και παπούτσια κι οι άλλοι με τα παρακατιανά, κινέζικες σαγιονάρες. Κι όλοι υπετιμολογώντας για να “βγει” το εξωφρενικό νοίκι, οι τόκοι των δανείων, τα παράλογα δημοτικά τέλη και να περισσέψει κι ένα μεροκάματο! Πώς αλλιώς να γίνει, όταν υπάρχουν -φέρ’ ειπείν- 100 μαγαζιά, εκεί που δεν περισσεύει “ζωτικός χώρος” για παραπάνω από 30?
Προσπαθώ να τους λυπάμαι τους με-το-ζόρι-και-το-στανιό εμπόρους αλλά από την άλλη, τώρα που αρχίζω σιγά-σιγά να ξυπνάω από το όνειρο, σκέφτομαι ότι, τουλάχιστον, βελτιώνεται το ελληνικό εμπορικό ισοζύγιο αφού καταναλώνουμε λιγότερα, αφού τίποτα δεν παράγεται πια στην Ψωροκώσταινα, αφού πάντα φταίει ο περίφημος “κανένας” και ποτέ εμείς…
Αλέξανδρος Ρασκόλνικας
http://my-pillow-book.blogspot.com/2012/02/kanakarides.html



