Έντονη συζήτηση και προβληματισμό έχει προκαλέσει η απομάκρυνση της προτομής του Αρχιμανδρίτη Παρθένιου Κελαϊδή από την πλατεία Κολοκοτρώνη στα Χανιά. Ο δημοσιογράφος Νίκος Αγγελάκης, σε δημόσια ανάρτησή του, κάνει λόγο για «αποκαθήλωση» του ιστορικού προσώπου και απευθύνει ευθείες ερωτήσεις προς κάθε αρμόδιο για τους λόγους και τη νομιμότητα της ενέργειας.
Ο Παρθένιος Κελαϊδής υπήρξε σημαντική μορφή του Κρητικού αγώνα για την ελευθερία. Τον Ιούνιο του 1866, ως πληρεξούσιος της επαρχίας Σφακίων και Αρχιμανδρίτης, ύψωσε τη σημαία της Επανάστασης στη θέση Μπουτσουνάρια, δίνοντας το έναυσμα για έναν ακόμη ξεσηκωμό ενάντια στην Οθωμανική κυριαρχία. Πριν από αυτή τη συμβολική πράξη, είχε συγκεντρώσει τους συνεπαρχιώτες του στη Θυμιανή, όπου λειτούργησε και ζήτησε τη συνδρομή τους για την απελευθέρωση του νησιού.

Η προτομή του Κρητικού επαναστάτη και ιερωμένου είχε τοποθετηθεί στην πλατεία Κολοκοτρώνη «ελάχιστης τιμής ένεκεν», όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, τιμώντας τη συμβολή του στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα. Πλέον, η προτομή… δεν υπάρχει.
Στην ανάρτησή του, ο Νίκος Αγγελάκης εκφράζει την έντονη δυσαρέσκειά του για την αφαίρεση της προτομής και θέτει δημόσια κρίσιμα ερωτήματα:
«Δεν γνωρίζουν την ιστορία μας οι αρμόδιοι; Ποιων εντολές εκτελούν; Πάρθηκε απόφαση από το Δημοτικό Συμβούλιο; Πόσο νόμιμη είναι η αποκαθήλωση ενός ήρωα, ευεργέτη μας;»
Ο δημοσιογράφος διερωτάται μάλιστα αν υπήρχε σκοπιμότητα πίσω από την απομάκρυνση της προτομής:
«Γιατί τον έβγαλαν; Για να μην στενοχωρούνται οι “φιλοξενούμενοί” μας; Ίσως και κάποιοι απόγονοι του Μουσταφά Ναϊλή Πασά; Θα έπρεπε να ντρέπονται οι εκτελούντες εντολές. Ποιων αλήθεια;»

Το ζήτημα της αποκαθήλωσης έχει ήδη προκαλέσει αντιδράσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Παραμένει ασαφές αν υπήρξε σχετική απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου ή κάποια άλλη επίσημη διαδικασία που να αιτιολογεί την ενέργεια.
Ποιος ήταν ο Παρθένιος Κελαϊδής

Ο Αρχιμανδρίτης Παρθένιος Κελαϊδής υπήρξε μια από τις εμβληματικότερες μορφές του Κρητικού αγώνα για την ελευθερία. Αν και λιγότερο προβεβλημένος σε σχέση με άλλους επαναστάτες, η δράση του υπήρξε πολυσχιδής, διεθνής και βαθιά πατριωτική. Συνδύασε την ιερατική του ιδιότητα με ασυμβίβαστο αγωνιστικό πνεύμα, αφιερώνοντας ολόκληρη τη ζωή του στην απελευθέρωση της Κρήτης από τον οθωμανικό ζυγό.
Γεννημένος και μεγαλωμένος στα Σφακιά, μία από τις πιο αγωνιστικές περιοχές της Κρήτης, ο Παρθένιος Κελαϊδής ανέδειξε από νωρίς τις αρετές του ηγέτη. Κατά την προεπαναστατική περίοδο του 1866, ανέλαβε πρωτοβουλία για την κινητοποίηση του λαού, χρησιμοποιώντας το κύρος της εκκλησιαστικής του θέσης. Τον Ιούνιο του 1866, ύψωσε τη σημαία της Επανάστασης στη θέση Μπουτσουνάρια, εκπροσωπώντας επισήμως την επαρχία Σφακίων. Λίγο πριν, είχε λειτουργήσει στη Θυμιανή και κάλεσε τους κατοίκους να πάρουν τα όπλα για την ελευθερία.
Μετά την καταστολή της Επανάστασης του 1866–1869, συνελήφθη από τις τουρκικές αρχές. Κατάφερε να αποδράσει και κατέφυγε στην Ιταλία. Από το 1869 και για αρκετά χρόνια, υπηρέτησε ως εφημέριος της ελληνικής κοινότητας στην Τεργέστη, όπου ανέπτυξε πλούσια διπλωματική και πολιτική δράση. Με επιστολές, υπομνήματα και επαφές με προσωπικότητες σε όλη την Ευρώπη, κράτησε το Κρητικό Ζήτημα στην επικαιρότητα.
Το 1877, ενώ στη δυτική Κρήτη οργανώνονταν ένοπλες και πολιτικές δράσεις, ο Παρθένιος διοργάνωσε την πρώτη αποστολή πολεμοφοδίων προς το νησί. Λίγο αργότερα, περιόδευσε σε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες για να ενισχύσει τις πιέσεις υπέρ της Κρήτης. Το ίδιο έτος στάλθηκε στην Πετρούπολη από τη Συνέλευση των Κρητών για να συγχαρεί τον Τσάρο για τη νίκη στον Ρωσοτουρκικό Πόλεμο και να ζητήσει υποστήριξη.
Το 1880 εξελέγη Επίσκοπος Κισάμου και Σελίνου, θέση όμως που αρνήθηκε να αποδεχθεί. Από το 1889 ήρθε σε σύγκρουση με την Ελληνική κυβέρνηση, διαφωνώντας με τις πολιτικές υποταγής. Το 1890 ανακηρύχθηκε γενικός πληρεξούσιος της Κρήτης και ξεκίνησε νέα αποστολή στην Ευρώπη, με στόχο την ευαισθητοποίηση των κυβερνήσεων υπέρ του Κρητικού αγώνα. Απέστειλε υπομνήματα στην Αγγλία, τη Γαλλία, την Ιταλία και την Υψηλή Πύλη, ενώ ταυτόχρονα εξόπλισε Χριστιανούς για την αντιμετώπιση των βιαιοτήτων.
Το 1892, ενώ βρισκόταν στην Κρήτη, απελάθηκε από τις αρχές λόγω της έντονης παρουσίας του. Την ίδια περίοδο ιδρύθηκε η μυστική συνωμοτική οργάνωση «Αδερφοχτοί», με σκοπό την ένοπλη δράση και την ανάκτηση των προνομίων της Σύμβασης της Χαλέπας. Ο Παρθένιος υπήρξε ο εξωτερικός καθοδηγητής της οργάνωσης, ενώ η επιρροή του ενέπνευσε την αναθάρρηση του χριστιανικού πληθυσμού.
Μετά την Αυτονομία της Κρήτης το 1898, ο Παρθένιος ανέλαβε προσωρινά καθήκοντα εφημέριου του Πρίγκιπα Γεωργίου. Ωστόσο, διαφώνησε με την αυταρχική του συμπεριφορά και παραιτήθηκε σύντομα. Η ασυμβίβαστη στάση του τον κατέστησε πρόσωπο-σύμβολο μιας γενιάς ιερωμένων που δεν δίστασαν να συγκρουστούν με εξουσίες, όταν έκριναν ότι η Ελευθερία και η Δικαιοσύνη απειλούνται.
Η δράση του Παρθένιου Κελαϊδή καθιερώθηκε στη συλλογική μνήμη της Κρήτης ως ένα παράδειγμα ιερωμένου που υπερέβη τα καθιερωμένα όρια της Εκκλησίας για να συμμετάσχει ενεργά σε έναν εθνικό και δίκαιο αγώνα. Η προτομή του στην πλατεία Κολοκοτρώνη τοποθετήθηκε ακριβώς γι’ αυτή την ιστορική του προσφορά, ως μια ελάχιστη ένδειξη τιμής από τις νεότερες γενιές.
Η απομάκρυνσή της, χωρίς εξηγήσεις και χωρίς να υπάρχει δημόσια καταγεγραμμένη απόφαση, όπως καταγγέλλεται, γεννά εύλογα ερωτήματα όχι μόνο για τη διαχείριση της ιστορικής κληρονομιάς αλλά και για τον σεβασμό στους ανθρώπους που έθεσαν τη ζωή τους στην υπηρεσία της ελευθερίας.



