Του Λεωνίδα Βατικιώτη
Είναι σχεδόν άγραφος νόμος. Κάθε πρόβλεψη που διατυπώνεται στην εκκίνηση μιας μεγάλης κρίσης, ακόμη κι αν είναι σοβαρή και αξιόπιστη διαψεύδεται. Αν δε, μιλάμε για διεθνείς οργανισμούς αυτό συμβαίνει πάντα μιας και οι προβλέψεις αποδεικνύονται υποδεέστερες όσων ακολουθούν. Το φιάσκο στην Ελλάδα το 2010 της τρόικας, δηλαδή ΔΝΤ , ΕΚΤ και Ευρωπαϊκής Επιτροπής που όλοι μαζί απασχολούν χιλιάδες οικονομολόγους με αμοιβές τις οποίες θα ζήλευαν και τα golden boys, θα έπρεπε να διδασκόταν στα αμφιθέατρα επί δεκαετίες…
Τι γίνεται όμως όταν αυτοί οι διεθνείς οργανισμοί αντί να λειτουργούν εφησυχαστικά, σημαίνουν συναγερμό;
Αυτό ακριβώς συνέβη με τον ΟΟΣΑ. Σε πολύ πρόσφατη δημοσίευσή του έκανε μια σοβαρή προσπάθεια να αξιολογήσει τις οικονομικές επιπτώσεις από τα μέτρα αντιμετώπισης της πανδημίας. Πρόκειται για έργο δύσκολο και περίπλοκο εξ αιτίας όχι μόνο του ότι δεν ξέρουμε πότε θα αντιμετωπιστεί η πανδημία αλλά και του μοναδικού χαρακτήρα της σημερινής οικονομικής αναστάτωσης: Διακοπή της παραγωγής και κλείσιμο των εμπορικών καταστημάτων για να αποφευχθεί η μετάδοση του ιού, άρα σε χειμερία νάρκη η προσφορά, που προκαλεί καθίζηση της κατανάλωσης, άρα σε κώμα κι η ζήτηση, με εξαίρεση τρόφιμα, φάρμακα και τις συνδρομές στο Netflix. Κι αυτά τα δύο σε ένα περιβάλλον καθοδικής πορείας που για την Ελλάδα είχε ξεκινήσει από το φθινόπωρο του 2019. Προς επίρρωση του γεγονότος ότι η ελληνική οικονομία όδευε για την εντατική πριν μας επισκεφθεί ο κορονοϊός, πρώτο η απώλεια 3.700 θέσεων εργασίας τον Δεκέμβριο του 2019, σύμφωνα με το πληροφοριακό σύστημα Εργάνη (που τον έκανε χειρότερο μήνα της εξαετίας), δεύτερο η πτώση της βιομηχανικής παραγωγής το Νοέμβριο του 2019 κατά 8,1% (η χειρότερη επίδοση από τον Μάρτιο του 2012), τρίτο η μείωση του ΑΕΠ κατά το τέταρτο τρίμηνο του 2019 σε όρους όγκου κατά 0,7% κι άλλα πολλά*. Πτώση των ρυθμών μεγέθυνσης παρατηρήθηκε και στο εξωτερικό, οφειλόμενη σε έναν βαθμό στη ρήξη των διεθνών αλυσίδων αξίας, λόγω του εμπορικού πολέμου ΗΠΑ Κίνας και σε έναν μεγαλύτερο βαθμό στην εξάντληση του κύκλου ανόδου. Τι μας κάνουν όλα αυτά;
Για την Ελλάδα 35% ύφεση για το 2020! Διαβάσατε πολύ καλά…
Ο διεθνής οργανισμός – στυλοβάτης του νεοφιλελευθερισμού, (ποιός ξεχνάει τις «εργαλειοθήκες φιλελευθεροποίησης» της ελληνικής οικονομίας;) εκτίμησε την επίπτωση που θα έχουν οι τελευταίες εξελίξεις σε όλους τους κλάδους των μεγάλων οικονομιών. Με δεδομένο ότι ο λογαριασμός που θα πληρώσει κάθε οικονομία θα είναι συνάρτηση του ειδικού βάρους εκείνων των κλάδων που επηρεάζονται περισσότερο από την κρίση. Ο πρώτος κρίκος αυτής της αλυσίδας είναι φυσικά ο τουρισμός. Κι ακολουθούν εμπόριο, εστίαση, κ.α. Πρόκειται για κλάδους που κατέχουν περίοπτη θέση στο σύγχρονο οικονομικό μοντέλο της Ελλάδας που αναδύθηκε μετά την πρόσφατη οικονομική κρίση. Στην άλλη άκρη του φάσματος είναι χώρες που διαθέτουν βιομηχανία και μονάδες έντασης κεφαλαίου. Αυτές θα επηρεαστούν λιγότερο από τα (αναγκαία) μέτρα απαγόρευσης κυκλοφορίας και συνωστισμού.
Ως αποτέλεσμα αυτών των υπολογισμών ακολουθούν οι εκτιμήσεις για την πτώση του ΑΕΠ το 2020 σε 47 ανεπτυγμένες καπιταλιστικά χώρες: Στην μια άκρη, με τις μικρότερες απώλειες, στέκεται η Ιρλανδία που το ΑΕΠ αναμένεται να μειωθεί κατά 15% και στην άλλη άκρη στέκεται η Ελλάδα με μια πτώση του ΑΕΠ που αγγίζει το 35%! Ακολουθεί δε το Μεξικό, με 30%. Πιθανότατα αυτή η πτώση θα μετριαστεί ως αποτέλεσμα των μέτρων ανακούφισης που έχουν ήδη ανακοινωθεί από την κυβέρνηση Μητσοτάκη τα οποία, όσο κι αν είναι σταγόνα στον ωκεανό, όσο κι αν δεν καταφέρνουν να αποτρέψουν την επιδείνωση της θέσης των μισθωτών στην Ελλάδα, αποτρέπουν τα χειρότερα. Ενδέχεται όμως κι η ύφεση να μην κινηθεί σε χαμηλότερα επίπεδα επειδή η μελέτη του ΟΟΣΑ στέκεται στις αρχικές επιπτώσεις και δεν προσμετρά τις μετέπειτα, το φαινόμενο της χιονοστιβάδας που πάντα ακολουθεί, ειδικά σε οικονομίες στερούμενες αντικυκλικών σταθεροποιητών, όπως η Ελλάδα.
Για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης ώστε να εκτιμήσουμε την λαίλαπα που έρχεται ας αναλογιστούμε ότι απαιτήθηκαν εννέα ολόκληρα χρόνια μνημονιακής λιτότητας (2008-2016) για να μειωθεί το ΑΕΠ κατά 26%. Η δυστυχία που ήρθε στην Ελλάδα επί εννέα χρόνια (με αυτοκτονίες, ανεργία και μετανάστευση, όλα σε έκδοση ρεκόρ) θα έρθει τους επόμενους εννέα μήνες, με βάση τον διεθνή οργανισμό! Ακόμη και 30% να μειωθεί το ΑΕΠ της Ελλάδας (ως αποτέλεσμα των μέτρων) μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου αυτό θα ισοδυναμεί με μια ραγδαία εξαθλίωση των πιο φτωχών στρωμάτων της εργασίας, των αυτοαπασχολουμένων και των μικρομεσαίων στρωμάτων.
Αν η Κίνα εξήλθε νικήτρια από την κρίση του 2008 αυτό οφείλεται στα μέτρα ενίσχυσης της οικονομίας της. Το ίδιο ισχύει και στις ΗΠΑ σε ένα μικρότερο βαθμό. Στο άλλο άκρο ήταν η Ευρωπαϊκή Ένωση, παρότι στο εσωτερικό της υπήρχαν τεράστιες αποκλίσεις: Από την μια η Γερμανία και οι δορυφόροι της που εκμεταλλεύτηκαν την κρίση και μπορούν σήμερα να δανείζονται ακόμη και με αρνητικά επιτόκια κι από την άλλη οι χώρες του Νότου που εξήλθαν από την κρίση με ένα δημόσιο χρέος σημαντικά μεγαλύτερο των επιπέδων που βρισκόταν πριν τα μνημόνια. Η Ελλάδα αν και ακραία δεν είναι μοναδική περίπτωση που είδε το δημόσιο χρέος της να αυξάνεται από 115% του ΑΕΠ στο 180%, μετά τη «διάσωση»… Τα μέτρα επομένως που θα ληφθούν σήμερα είναι δυνατό να αποτρέψουν αυτό το εφιαλτικό σενάριο που προβλέπει ο ΟΟΣΑ. Κι αυτά τα μέτρα δεν μπορούν παρά να ξεκινούν από την αποζημίωση στο ακέραιο για κάθε εργαζόμενο, αυτοαπασχολούμενο ή μικρομεσαίο, χωρίς όρους και προϋποθέσεις, ώστε να μη χάσουν ούτε ένα ευρώ από τα περυσινά εισοδήματά τους!
Μάλιστα, οι οικονομικές ενισχύσεις, υπό την μορφή ρευστού εδώ και τώρα, από το κράτος δεν είναι δυνατό να καταβληθούν μόνο στη βάση των δηλωμένων στη εφορία εισοδημάτων και δραστηριοτήτων. Αυτό αποτελεί υποκρισία, όταν ξέρουμε την έκταση της αδήλωτης ή υποδηλωμένης εργασίας στις πόλεις και την ύπαιθρο. Οι φτωχοί και οι μετανάστες που με ευθύνη της εργοδοσίας αποκλείονταν από την κοινωνική ασφάλιση και δηλωμένη εργασία δεν μπορούν να αφεθούν ανοχύρωτοι στη θύελλα που έρχεται…
*Μια σημαντική αιτία πίσω από την απότομη καθίζηση της ελληνικής οικονομίας το δεύτερο εξάμηνο του 2019 ήταν η (μεγαλύτερη της συνηθισμένης) περικοπή εκ μέρους της νέας κυβέρνησης του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων που, μεταξύ άλλων, ανέδειξε την ανικανότητα του ιδιωτικού τομέα να ηγηθεί των αναγκαίων επενδύσεων.