Του Νίκου Σμυρναίου
Η νίκη του Εμμανουέλ Μακρόν στις προεδρικές εκλογές δεν αποτελεί έκπληξη. Το ποσοστό του δεν έπεσε κάτω από το 60% σε καμιά σχεδόν δημοσκόπηση του δεύτερου γύρου. Η δυναμική ενισχύθηκε μάλιστα μετά το ντιμπέιτ της προηγούμενης Τετάρτης και την τραμπούκικη εμφάνιση της Μαρίν Λεπέν η οποία μέσα σε δύο ώρες απευθείας τηλεοπτικής μετάδοσης απώλεσε μεγάλο μέρος του κεφαλαίου συμπάθειας που είχε συσσωρεύσει τους τελευταίους μήνες.
Το αποτέλεσμα των εκλογών όμως επιφέρει μια σημαντική τομή σε σχέση με την πρόσφατη πολιτική ιστορία της Γαλλίας. Πράγματι, πρώτη φορά εκλέγεται στο ύπατο αξίωμα της χώρας με την πρώτη ένας τόσο νέος άνδρας, με ιδιαίτερα σύντομη καριέρα ως επαγγελματίας πολιτικός, χωρίς να στηρίζεται από κανένα παραδοσιακό κόμμα εξουσίας. Σε μια χώρα όπως η Γαλλία όπου οι πολιτικές καριέρες διαρκούν δεκαετίες και οι πρόεδροι καταφέρνουν να φτάσουν στο μέγαρο των Ηλυσίων μετά από δεκάδες εκλογικές καμπάνιες ανεβαίνοντας υπομονετικά ένα, ένα τα σκαλιά της εξουσίας, η νίκη Μακρόν αποτελεί εκ των πραγμάτων ένα νέο φαινόμενο. Πώς όμως αυτό δημιουργήθηκε;
Πώς τα ΜΜΕ δημιουργήσαν έναν υποψήφιο πρόεδρο
Η νίκη του Μακρόν είναι το αποτέλεσμα της γεωμετρικής αύξησης της αναγνωρισιμότητας και της δημοφιλίας του η οποία άρχισε όταν έγινε υπουργός οικονομικών στην κυβέρνηση Βαλς το 2014 και εντάθηκε από το καλοκαίρι του 2016, μετά την παραίτηση του από την κυβέρνηση και την ανακοίνωση της υποψηφιότητάς του για την προεδρία το καλοκαίρι του 2016.
Ποσοστό των Γάλλων που κρίνει θετικά τη δράση του Μακρόν (πηγή: Ipsos, αντιπροσωπευτικό δείγμα 1000 ατόμων)
Στον παραπάνω πίνακα φαίνεται η εκτόξευση της αναγνωρισιμότητας/δημοφιλίας του Μακρόν μέσα σε δυόμισι χρόνια, από το μηδέν τον Σεπτέμβριο του 2014 στο 50% σχεδόν τον Απρίλιο του 2017. Στον παρακάτω πίνακα φαίνεται ο σχεδόν διπλασιασμός του ποσοστού των ερωτηθέντων που τον κρίνουν κατάλληλο για την προεδρία από το 21 στο 38% μέσα σε ένα χρόνο (Μάιος του 2015 με Απρίλιο του 2016).
Ποια προσωπικότητα είναι καταλληλότερη για την προεδρία της χώρας; (πηγή: Viavoice, αντιπροσωπευτικό δείγμα 1000 ατόμων)
Η έκρηξη της αναγνωρισιμότητας και της δημοφιλίας του Μακρόν στηρίχθηκε σε μια τεράστια καμπάνια προβολής του από τα κυρίαρχα ΜΜΕ με τους ιδιοκτήτες των οποίων ο υποψήφιος διατηρεί πολύ καλές σχέσεις. Για παράδειγμα, όπως φαίνεται στον παρακάτω πίνακα, στα περιοδικά L’Express και L’Obs και στην εφημερίδα Le Monde ιδιοκτησίας δύο κροίσων των τηλεπικοινωνιών, των Patrick Drahi και Xavier Niel αντίστοιχα, οι οποίοι στηρίζουν τον Μακρόν, ο τελευταίος συγκέντρωσε μεγαλύτερο αριθμό άρθρων από όσο οι τρεις εν δυνάμει αριστεροί και κεντροαριστεροί υποψήφιοι μαζί.
Σύγκριση του αριθμού άρθρων που αναφέρουν τον Μακρόν με αυτά που αναφέρουν έναν από τους Μελανσόν, Αμόν και Μοντεμπούρ μεταξύ Ιανουαρίου 2016. (πηγή: http://lvsl.fr/medias-ont-fabrique-candidat-macron)
Γενικότερα ο γαλλικός τύπος, είτε από πολιτική επιλογή, είτε λόγω πίεσης από τους ιδιοκτήτες, είτε απλά ακολουθώντας το ρεύμα, αφιέρωσε δεκάδες διθυραμβικά φύλλα στον Μακρόν τα τελευταία δύο χρόνια όπως φαίνεται και στην παρακάτω συλλογή πρωτοσέλιδων.
Πηγή: Acrimed
Η ίδια ακριβώς τάση επικράτησε και στα ραδιοτηλεοπτικά μέσα. Στον παρακάτω πίνακα φαίνεται ο αριθμός αναφορών στα ονόματα των 11 υποψηφίων στην τηλεόραση και το ραδιόφωνο κατά τη διάρκεια της επίσημης προεκλογικής καμπάνιας. Ο Μακρόν έχει τη μερίδα του λέοντος συγκεντρώνοντας σχεδόν το ένα τρίτο των αναφορών μόνος του.
Ποσοστό αναφορών του ονόματος των 11 υποψηφίων στην τηλεόραση και το ραδιόφωνο μεταξύ 30 Ιανουαρίου και 23 Απριλίου 2017. (πηγή: http://tivine.com/blog/?p=319)
Η πρωτοκαθεδρία του Μακρόν στα κυρίαρχα ΜΜΕ φαίνεται επίσης στη διάθεση του χρόνου ομιλίας των υποψηφίων στην τηλεόραση. Ο Μακρόν έρχεται πρώτος μεταξύ όλων των υποψήφιων, πλην του Φιγιόν οποίος όμως κλήθηκε σε πολλές εκπομπές για να δικαιολογήσει τα σκάνδαλα του.
Χρόνος ομιλίας (σε λεπτά) των 11 υποψήφιων από την 1 Φεβρουαρίου μέχρι τις 21 Απριλίου 2017. (πηγή: Conseil Supérieur de l’Audiovisuel).
Εκ του αποτελέσματος φαίνεται ότι η δημόσια υπερέκθεση του Μακρόν λειτούργησε. Τα κυρίαρχα ΜΜΕ νομιμοποίησαν στη συνείδηση του κοινού την ιδέα ότι συγκαταλέγεται μεταξύ αυτών που έχουν τα προσόντα για να ασκήσουν την προεδρία της χώρας. Αυτό έγινε σε πολύ μικρό διάστημα λόγω της γενικότερης επιτάχυνσης του πολιτικού χρόνου και της συγκυρίας. Ο Μακρόν, εκμεταλλευόμενος την κατάρρευση των κομμάτων εξουσίας και βασιζόμενος στην εύνοια των κυρίαρχων ΜΜΕ κατάφερε να κερδίσει τεράστια αναγνωρισιμότητα, κάτι που του επέτρεψε να γίνει το φαβορί και τελικά να κερδίσει τις εκλογές.
Μια εύθραυστη «δημοφιλία»
Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι η δημοφιλία του είναι στέρεα και επιφέρει και πολιτική στήριξη από την πλειοψηφία των Γάλλων. Η εύθραυστη νίκη του Μακρόν φαίνεται στην μεγάλη αναντιστοιχία που υπάρχει μεταξύ της τεράστιας θετικής ενασχόλησης από τα πάνω (ΜΜΕ, παρατηρητές, οικονομική εξουσία) και του σχετικά περιορισμένου ενδιαφέροντος όπως αυτό εκφράζεται στο διαδίκτυο από τα κάτω, ιδιαίτερα σε σύγκριση με τον Μελανσόν αλλά και την Λεπέν.
Αριθμός Likes, Followers Subscribers σε FB, Twitter και Youtube αντίστοιχα για τους έξι πρώτους υποψήφιους του πρώτου γύρου. (πηγή: Ouest France).
Έτσι ο Μακρόν έρχεται τρίτος σε αριθμό υποστηρικτών σε Facebook, Twitter και Youtube, αρκετά πίσω από τους δύο πρώτους Λεπέν και Μελανσόν. Επίσης, ο Μακρόν στην τελευταία ευθεία της καμπάνιας, από τον Ιανουάριο μέχρι και τον πρώτο γύρο των εκλογών, έγινε αντικείμενο πολύ λιγότερων αναζητήσεων στο Google από τον υποψήφιο της αριστεράς όπως φαίνεται στο παρακάτω γράφημα. Αυτό σημαίνει ότι περισσότεροι Γάλλοι ενδιαφέρθηκαν αυθόρμητα να μάθουν το ποιόν του Μελανσόν από ότι του Μακρόν, παρά το γεγονός ότι ο δεύτερος εμφανίστηκε πολύ περισσότερο στα κυρίαρχα ΜΜΕ. Το ίδιο συμβαίνει και με τον αριθμό των αναφορών του ονόματος του Μελανσόν στο διαδίκτυο, σε σύγκριση με τον Μακρόν.
Σύγκριση αριθμού αναζητήσεων στο Google μεταξύ Μακρόν (μπλε) και Μελανσόν (κόκκινο) μεταξύ Μαίου 2016 και Μαίου 2017 (πηγή: Google Trends)
Σύγκριση αριθμού αναζητήσεων στο Google μεταξύ Μακρόν (μπλε) και Μελανσόν (κόκκινο) μεταξύ Μαίου 2016 και Μαίου 2017 (πηγή: Google Trends)
Από τα παραπάνω δεδομένα φαίνεται λοιπόν ότι ο νέος πρόεδρος της Γαλλίας είναι ένα πολιτικό υποκείμενο εν πολλοίς κατασκευασμένο από τα ΜΜΕ και τα κέντρα οικονομικής εξουσίας το οποίο δεν χαίρει ιδιαίτερης στήριξης από το σύνολο των πολιτών. Το αντίθετο μάλιστα. Από τα αποτελέσματα του πρώτου γύρου γνωρίζουμε ότι μόνο το ένα τρίτο των ψηφοφόρων του τον διάλεξαν επειδή πιστεύουν σε αυτόν και τις ιδέες του. Οι υπόλοιποι το έκαναν είτε γιατί κανείς υποψήφιος δεν τους άρεσε αλλά κάποιον έπρεπε να επιλέξουν, είτε για να εμποδίσουν κάποιον άλλο να περάσει στο δεύτερο γύρο.
Φαίνεται λοιπόν ότι ο Μακρόν είναι ο πιο κακο-εκλεγμένος (mal élu) πρόεδρος της 5η γαλλικής δημοκρατίας, με εξαίρεση ίσως τη δεύτερη θητεία του Σιράκ ο οποίος επίσης εκλέχθηκε το 2002 επειδή αντιμετώπισε τον πατέρα Λεπέν στο δεύτερο γύρο. Ο Σιράκ όμως τότε πήρε 82% των ψήφων με συμμετοχή 79,71 %. Η εκλογή του Μακρόν δεν έχει καμία σχέση με αυτά τα ποσοστά (65,8 % και 74,7% αντίστοιχα).
“Ni patrie, ni patron, ni Le Pen, ni Macron”
Αυτό σημαίνει ότι η αναρρίχηση του Μακρόν στην εξουσία συνοδεύεται από χαμηλή εμπιστοσύνη, υψηλή επιφυλακτικότητα και έλλειψη ευρείας πολιτικής στήριξης. Κάτι που επιβεβαιώνεται κι από την άρνηση μεγάλου μέρους του εκλογικού σώματος να επιλέξει μεταξύ Μακρόν και Λεπέν η οποία εκφράστηκε μέσω αποχής και λευκού. Μεγάλες μάζες πολιτών φαίνεται ότι δεν υπέκυψαν στον εκλογικό εκβιασμό και αρνήθηκαν να υπερψηφίσουν έναν υποψήφιο με τον οποίο διαφωνούν ριζικά.
Σίγουρα η άρνηση του κόσμου της αριστεράς να στηρίξει τον Μακρόν ακόμη και υπό την απειλή της ακροδεξιάς δείχνει μια ριζοσπαστικοποιήση που προαναγγέλλει σκλήρυνση του πολιτικού και κοινωνικού κλίματος τους επόμενους μήνες. Η ριζοσπαστικοποίηση όμως υπάρχει και στα δεξιά και εκφράζεται από την τεράστια επιτυχία της Μαρίν Λεπέν που έσπασε ρεκόρ με 11,4 εκατομμύρια ψήφους.
Το διακύβευμα των βουλευτικών εκλογών θα είναι λοιπόν η πλειοψηφία που θα στηρίξει τον Μακρόν και κυρίως το ποια πολιτική δύναμη θα ενσαρκώσει την αντιπολίτευση για τα επόμενα πέντε χρόνια. Η μάχη για την ηγεμονία στην αντιπολίτευση έχει ήδη αρχίσει μεταξύ ακροδεξιάς και κάποιας υποθετικής αριστερής συμμαχίας που θα προσπαθήσει να κεφαλαιοποιήσει την εκλογική επιτυχία του Μελανσόν. Αν κρίνουμε όμως από τις οξείες εσωτερικές έριδες που ήδη μαίνονται στην αριστερά κάτι τέτοιο μοιάζει πολύ δύσκολο.
*Ο Νίκος Σμυρναίος διδάσκει στο Τμήμα Ψηφιακών Μέσων του Πανεπιστημίου της Τουλούζης. Αντικείμενο της δουλειάς του είναι η κριτική προσέγγιση των ΜΜΕ, της δημοσιογραφίας και του διαδικτύου μέσα από το πρίσμα της πολιτικής οικονομίας και της κοινωνιολογίας. Αρθρογραφεί στο προσωπικό του blog ephemeron.eu