Η απόφαση αποφυλάκισης της 39χρονης έχει ξεσηκώσει «θύελλα» αντιδράσεων, την στιγμή που νέες καταθέσεις στενών φίλων του θύματος δίνουν νέα τροπή στην υπόθεση.
«Η δολοφόνος του αδερφού μου κυκλοφορεί ελεύθερη. Αυτό αποτελεί πρόκληση όχι μόνο για μένα αλλά για ολόκληρη την τοπική κοινωνία που τον αγαπούσε», λέει φανερά οργισμένη η Μαρία Τσομπανάκη, αδερφή του αδικοχαμένου καρδιολόγου από τη Σητεία που δέχτηκε τα σκάγια κυνηγετικού όπλου πέρυσι τον Οκτώβριο μέσα στο αυτοκίνητό του ενώ πήγαινε στη δουλειά του.
Για το έγκλημα κατηγορήθηκε από την πρώτη στιγμή η 39χρονη Βουλγάρα σύζυγος του γιατρού και ο ερωτικός της σύντροφος, επίσης με καταγωγή από τη Βουλγαρία, στους οποίους ασκήθηκε ποινική δίωξη για άμεση συνέργεια σε ανθρωποκτονία σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και φυσική αυτουργία, αντιστοίχως. Η απόφαση όμως αποφυλάκισης της 39χρονης έχει ξεσηκώσει «θύελλα» αντιδράσεων, την ίδια στιγμή που νέες καταθέσεις στενών φίλων του θύματος αλλάζουν την τροπή της υπόθεσης. Σημειώνεται ότι η 39χρονη είχε κριθεί αρχικά προφυλακιστέα, αλλά με απόφαση των δικαστικών αρχών αφέθηκε ελεύθερη πριν από περίπου δυο μήνες με το αιτιολογικό ότι είναι μητέρα ενός παιδιού νηπιακής ηλικίας και ότι οι αρχικές ενδείξεις ενοχής έχουν αποδυναμωθεί.
Νέα στοιχεία
Τα νέα όμως στοιχεία που κομίζουν μάρτυρες της υπόθεσης ανατρέπουν τα δεδομένα καθώς «φωτίζουν» άγνωστες πτυχές της σχέσης του θύματος με την κατά πολύ νεότερη σύζυγό του, την οποία ο Χριστόδουλος Καλαντζάκης είχε γνωρίσει όταν η 39χρονη εργαζόταν στο ιατρείο ως καθαρίστρια.
Ένας από τους επιστήθιους φίλους του καρδιολόγου που κλήθηκε πρόσφατα να καταθέσει εκ νέου στον ανακριτή έδωσε στοιχεία για περιστατικά τα οποία γνωρίζει γύρω από τη συμπεριφορά της κατηγορουμένης, καθώς και για τις υποψίες του γιατρού και το φόβο που είχε τους τελευταίους μήνες της ζωής του ότι κάτι κακό θα του συμβεί. Όλα αυτά, όπως κατέθεσε ο μάρτυρας, του τα είχε εκμυστηρευτεί το θύμα στις τελευταίες επαφές τους εκφράζοντάς του την αγωνία και τις σκέψεις του που είχαν να κάνουν με τον κίνδυνο που διέτρεχε.
Σύμφωνα με την κατάθεση του, αλλά και με τα όσα ισχυρίζεται η οικογένεια του θύματος, η 39χρονη φέρεται να αποσπούσε μεγάλα χρηματικά ποσά χιλιάδων ευρώ από τον καρδιολόγο, γεγονός που είχαν κινήσει τις υποψίες του. Ο μάρτυρας μάλιστα κατέθεσε ότι η παραβατική αυτή συμπεριφορά της συζύγου συνεχιζόταν για καιρό και το θύμα του είχε εκφράσει την αγωνία του λέγοντας χαρακτηριστικά: «Σήμερα με κλέβει, αύριο με σκοτώνει».
Ανάλογα περιστατικά έχουν καταθέσει και δυο ακόμη φίλοι του καρδιολόγου περιγράφοντας στον ανακριτή και αυτοί με τη σειρά τους τα όσα βίωνε ο καρδιολόγος. Σύμφωνα με όλες τις πληροφορίες ο 62χρονος γιατρός το τελευταίο χρονικό διάστημα πριν τη δολοφονία του φέρεται να είχε μπει στη διαδικασία επίλυσης των διαφορών με τη σύζυγό του από την οποία είχε ζητήσει να γίνει τεστ DNA ώστε να διαπιστωθεί αν ο 5χρονος γιος ήταν δικός του.
«Χρυσές» καταθέσεις
Όπως κατέθεσαν οι μάρτυρες κίνητρο της δολοφονίας δεν αποκλείεται να ήταν η αμύθητη περιουσία –κινητή και ακίνητη- του Κρητικού καρδιολόγου, η οποία φαίνεται, σύμφωνα με πληροφορίες, να ξεπερνά τα 5 εκατομμύρια ευρώ. Μόνο στο ιατρείο του θύματος μετά τη δολοφονία του βρέθηκαν περίπου 120.000 ευρώ μέσα στο μηχάνημα για τον υπέρηχο και σε άλλο σημείο 30.000 δολάρια.
«Είναι υπαίτια για ένα αποτρόπαιο έγκλημα που μαζί με τον ερωτικό της σύντροφο οργάνωσε και εκτέλεσε στο ακέραιο. Δε μας φτάνει η θλίψη και το βαθύτατο πένθος μας η μοίρα το είχε να έρθουμε αντιμέτωποι και με τη συγκεκριμένη εξέλιξη. Διατηρούμε όμως την ελπίδα, την προσδοκία και την πεποίθηση ότι η ελληνική δικαιοσύνη δε θα επιτρέψει να υπάρχει έγκλημα χωρίς τιμωρία. Δε θα επιτρέψει σε μια γυναίκα δολοφόνο να κυκλοφορεί ελεύθερη και να προκαλεί με τη συμπεριφορά της. Αλλιώς θα είναι σαν να της δίνονται τα εύσημα», αναφέρει η αδερφή του θύματος.
Η πληρεξούσια δικηγόρος της οικογένειας του θύματος, Κική Πακιρτζίδου, έχει υποβάλει ήδη αίτηση για την κλήση και άλλων μαρτύρων, οι οποίοι θα εισφέρουν στη δικογραφία καίρια γεγονότα, ενώ μετά από τις νέες εξελίξεις ετοιμάζεται να καταθέσει αίτημα εξαίρεσης του ανακριτή από την υπόθεση. Σύμφωνα με τη δικηγόρο από τα όσα έχουν ήδη καταθέσει μάρτυρες στην υπόθεση προκύπτει χωρίς αμφιβολία η ενοχή της κατηγορουμένης, η οποία φαίνεται να έχει επισκεφτεί αρκετές φορές στο παρελθόν το Βούλγαρο σύντροφο της και να έχει διαμένει μαζί του και με το ανήλικο παιδί της στη Βουλγαρία.
«Από το σύνολο του αποδεικτικού υλικού δεν προκύπτουν απλά ενδείξεις ενοχής, αλλά αποδείξεις ότι οι κατηγορούμενοι ως ζευγάρι συναποφάσισαν, οργάνωσαν και εκτέλεσαν τη δολοφονία του άτυχου θύματος. Αποτέλεσε δυσάρεστη εξέλιξη η απόφαση του Ανακριτή να αντικαταστήσει την προσωρινή κράτηση της κατηγορουμένης με περιοριστικούς όρους και να της επιτρέψει να κυκλοφορεί ελεύθερη, ενώ ο ίδιος έξι μήνες πριν είχε αποφασίσει την προφυλάκιση της. Εκφράζω την πεποίθηση ότι η Δικαιοσύνη στα επόμενα στάδια της διαδικασίας θα αποκαταστήσει μια μάλλον ατυχή κρίσης η οποία προκάλεσε τις έντονες αντιδράσεις και την αναστάτωση της οικογένειας του θύματος και της κοινωνίας της Κρήτης», τονίζει η κυρία Πακιρτζίδου.
Το χρονικό
Η δολοφονία του 62χρονου σημειώθηκε το Σάββατο στις 7 Οκτωβρίου του 2017 στο 26ο χλμ Ιεράπετρας Σητείας. Στο θύμα στήθηκε ενέδρα θανάτου στη διαδρομή που ακολουθούσε για το ιατρείο του στον Μακρύ Γιαλό. Ο Βούλγαρος ερωτικός της σύντροφος, όπως όλα δείχνουν, μετέβη αεροπορικώς στη Σητεία με μοναδικό σκοπό να σκοτώσει τον γιατρό. Σε μια απότομη στροφή της περιοχής, όπου υπάρχει πυκνή βλάστηση το θύμα δέχθηκε τα σκάγια κυνηγετικού όπλου. Συγκεκριμένα ο δολοφόνος πυροβόλησε με το κυνηγετικό όπλο σημαδεύοντας στο παρμπρίζ του αυτοκινήτου του, το οποίο εξετράπη από την πορεία του και χτύπησε στο πρανές του δρόμου. Όταν το θύμα βγήκε από το αυτοκίνητο φωνάζοντας βοήθεια δέχθηκε ακόμη δύο θανατηφόρα σκάγια. Ο Βούλγαρος συνελήφθη λίγο αργότερα κατόπιν τηλεφωνήματος στις αστυνομικές Αρχές δυο κυνηγών που άκουσαν τους πυροβολισμούς και είδαν το φονικό.