Στις 26 Οκτωβρίου 1957, ο Νίκος Καζαντζάκης άφησε την πνοή του στην Πανεπιστημιακή Κλινική του Φράιμπουργκ στη Γερμανία, σε ηλικία 74 ετών.
Η σορός του μεταφέρθηκε στο στρατιωτικό αεροδρόμιο της Ελευσίνας στις 3 Νοεμβρίου. Η Ελένη Καζαντζάκη ζήτησε από την Εκκλησία της Ελλάδος να τεθεί σε λαϊκό προσκύνημα, αλλά ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος, Θεόκλητος αρνείται.
Άλλωστε δεν έχουν περάσει πολλά χρόνια από όταν η εκκλησία της Ελλάδας είχε ζητήσει τον «διωγμό» του Καζαντζάκη για μερικές σελίδες του Καπετάν Μιχάλη, και για την όλη σύλληψη του «Τελευταίου πειρασμού».
Η Ελένη και ο Πρεβελάκης τον παραλαμβάνουν από την Ελευσίνα και η σορός του Καζαντζάκη παραμένει στο νεκρικό θάλαμο του Α΄ νεκροταφείου Αθηνών, απόντος ιερέα. Άκαρπες απέβησαν οι προσπάθειες που κατέβαλαν ο Γεώργιος Παπανδρέου και ο κυβερνητικός επίτροπος Θ. Σπεράντζας.
Την επομένη τον συνοδεύουν στο Ηράκλειο και ο νεκρός εκτίθεται σε δημόσιο προσκύνημα στον μητροπολιτικό ναό. Στις 5 Νοεμβρίου, στις 11 το πρωί, αρχίζει η νεκρώσιμος ακολουθία, παρουσία του Αρχιεπισκόπου Κρήτης Ευγενίου και 17 ακόμη ιερέων.
Ακολουθεί η ταφή στην ντάπια Μαρτινέγκο, πάνω στα Βενετσάνικα τείχη, στην οποία όμως οι ιερείς δεν συμμετέχουν, κατόπιν απαγόρευσης του Αρχιεπισκόπου Αθηνών.
Στον τάφο του Νίκου Καζαντζάκη χαράχθηκε, όπως το θέλησε: Δεν ελπίζω τίποτα, δε φοβούμαι τίποτα, είμαι λέφτερος.
( http://www.kazantzaki.gr/index.php?pr… )
Η κηδεία του Καζαντζάκη, που αποτελεί μόνιμο έκθεμα του ΜΝΚ, καταγράφηκε με την κάμερα του Μιχάλη Γαζιάδη και προβλήθηκε στα “Επίκαιρα” των κινηματογραφικών αιθουσών. Αρχείο Μουσείου Νίκου Καζαντζάκη