Ασυμμετρίες μεταξύ της προσφοράς της ζήτησης εργασίας, αδυναμία κάλυψης των κενών θέσεων απασχόλησης, εκρηκτικά ποσοστά ανεργίας στις νεανικές ηλικίες και ειδικά στης γυναίκες, έλλειψη αναγκαίων δεξιοτήτων και συναρμογής της τεχνικής εκπαίδευσης με την αγορά, ανεργία πτυχιούχων είναι μερικά από τα χαρακτηριστικά της αγοράς εργασίας στην Ελλάδα, που σε συνδυασμό με το δημογραφικό ζήτημα, τα υψηλά ποσοστά φοιτητικής εγκατάλειψης, τις πολιτικές εσωτερικής υποτίμησης των μνημονιακών χρόνων δημιουργούν ένα εκρηκτικό κοκτέιλ σε μια κρίσιμη συγκυρία για το μέλλον της χώρας.
Ουσιαστικά μια πιο βαθιά ματιά σε όλα αυτά και σε όσα ανέφερε σε πρόσφατη αρθρογραφία του στο Νews247.gr, o Νίκος Χριστοδουλάκης δημιουργεί μια εύλογη απορία για το πώς χτιστεί το αύριο μιας χώρας που φιλοδοξεί να απαντήσει στις γεωπολιτικές, καινοτομικές, παραγωγικές προκλήσεις δίνοντας ελπίδα και όραμα στη νέα γενιά.
Ήδη, πάντως τα στοιχεία δείχνουν ότι αφενός η χώρα γερνά και αδυνατεί να χτίσει παραγωγικό ιστό που θα δώσει σταθερές δουλειές με καλές αμοιβές τους νέους, που ονειρεύονται κι ελπίζουν στην υλοποίηση και των πιο φιλόδοξων ονείρων.
Τα στοιχεία της Κομισιόν
Χαρακτηριστικά είναι τα όσα καταγράφει η Κομισιόν για την ανεργία των νέων. Με βάση αυτά η Ελλάδα κατέχει την πρωτιά με μεγάλη διαφορά από το δεύτερο κράτος – μέλος.
Αναλυτικά, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το μήνα Νοέμβριο, το σχετικό ποσοστό διαμορφώθηκε για τη χώρα μας στο 39,1%, γεγονός που σημαίνει ότι κάτι παραπάνω από ένας στους τρεις νέους δεν έχει δουλειά.
Στη δεύτερη θέση, αλλά με διαφορά 10 μονάδων ακολουθεί η Ισπανία με 29,2% ενώ την τριάδα κλείνει η Ιταλία με 28% έτσι ώστε να καταδειχθεί ότι το πρόβλημα είναι πιο έντονο στον ευρωπαϊκό νότο.
Αντιθέτως, ο βορράς καταγράφει εξαιρετικές επιδόσεις με τη Γερμανία να είναι προτελευταία στη λίστα με 6,4% και την Τσεχία να ακολουθεί με 6,5%.
Έτσι, ο μέσος όρος διαμορφώθηκε στο 15,4% κάτι που σημαίνει ότι η Ελλάδα έχει υπερδιπλάσιο ποσοστό σε σχέση με το μέσο όρο των χωρών μελών της ΕΕ.
Υπενθυμίζεται ότι η ανεργία των νέων στην Ε.Ε. ήταν 15% το 2019. Στη συνέχεια λόγω πανδημίας η ανεργία των νέων σκαρφάλωσε στο 17,8%, στο τέλος του 2020. Αυτό σημαίνει ότι 3,1 εκατομμύρια νέοι 15-24 ετών δεν έχουν δουλειά. Ο αριθμός των ανέργων ήταν 4,7 εκατομμύρια το 2019, αν εστιάσουμε στην ομάδα 15-29 ετών. Και αυτό αφορά όσους ψάχνουν ενεργά για δουλειά. Εάν υπολογίσουμε τους νέους εκτός απασχόλησης, εκπαίδευσης και κατάρτισης, τότε ο αριθμός τους αγγίζει τα 9,6 εκατομμύρια για την ηλικιακή ομάδα 15-29 ετών στην Ε.Ε, το τρίτο τρίμηνο του 2020.
Τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ
Εν όψει και των νέων στοιχείων που θα δώσει στις 19/1 η ΕΣΤΑΤ για την ανεργία του Νοεμβρίου 2021 σημειώνεται ότι το εποχικά διορθωμένο ποσοστό ανεργίας τον Οκτώβριο του 2021 ανήλθε σε 13,3% έναντι 16,4% τον Οκτώβριο του 2020 και 13,0% τον Σεπτέμβριο του 2021.
Αναλυτικά:
- Οι απασχολούμενοι ανήλθαν σε 4.027.050 άτομα σημειώνοντας αύξηση κατά 97.774 άτομα σε σχέση με τον Οκτώβριο του 2020 (+2,5%) και μείωση κατά 47.982 άτομα σε σχέση με τον Σεπτέμβριο του 2021 (-1,2%).
- Οι άνεργοι ανήλθαν σε 617.511 άτομα σημειώνοντας μείωση κατά 154.587 άτομα σε σχέση με τον Οκτώβριο του 2020 (-20,0%) και αύξηση κατά 5.994 άτομα σε σχέση με τον Σεπτέμβριο του 2021 (+1,0%).
- Τα άτομα που δεν περιλαμβάνονται στο εργατικό δυναμικό, ή «άτομα εκτός του εργατικού δυναμικού», δηλαδή τα άτομα που δεν εργάζονται ούτε αναζητούν εργασία, ανήλθαν σε 3.208.499, σημειώνοντας αύξηση κατά 25.547 άτομα σε σχέση με τον Οκτώβριο του 2020 (+0,8%) και κατά 39.166 άτομα σε σχέση με τον Σεπτέμβριο του 2021 (+1,2%).
Οι νέοι
Σε ηλικιακό επίπεδο και συγκεκριμένα για τις ηλικίες 15-24 ετών η ανεργία εκτιμάται από την ΕΛΣΤΑΤ –τον Οκτώβριο του 2021– στο 32,1%, από 35,4% που ήταν πριν από ένα έτος, τον Οκτώβριο του 2020.
Στις νεαρές αυτές ηλικίες πάντως, και λόγω της λήξης της τουριστικής περιόδου –κατά τη διάρκεια της οποίας απασχολούνται σε διάφορες ειδικότητες του τουρισμού – επισιτισμού κυρίως νέοι– παρατηρείται αύξηση κατά 4,1 μονάδες τον Οκτώβριο, σε σχέση με το 28% που είχε καταγραφεί τον Σεπτέμβριο του 2021.
Να σημειωθεί, τέλος, ότι για έναν ακόμη μήνα η ΕΛΣΤΑΤ επισημαίνει ότι η αγορά εργασίας επηρεάστηκε από την εφαρμογή ειδικών κανόνων λειτουργίας στις επιχειρήσεις, καθώς και από την εφαρμογή μέτρων για την προστασία της δημόσιας υγείας και την αντιμετώπιση της πανδημίας στο σύνολο της χώρας.
Αποχωρήσεις
Σημειώνεται ότι με βάση όσα ανέφερε πριν λίγες μέρες σε αρθογραφία του ο Κυριάκος Φιλίνης, Policy Analyst του ΣΕΒ στο Νews247.gr, το πρώτο δεκάμηνο του 2021 καταχωρήθηκαν στο Πληροφοριακό Σύστημα ΕΡΓΑΝΗ περισσότερες από 806.000 οικειοθελείς αποχωρήσεις εργαζομένων από τις θέσεις εργασίας τους, οι οποίες αντιστοιχούσαν στο 45% των συνολικών αποχωρήσεων. Αξίζει να σημειωθεί ότι την αντίστοιχη περίοδο του 2019 οι αποχωρήσεις ανέρχονταν σε 884.000 και αντιστοιχούσαν στο 39% των συνολικών αποχωρήσεων.
Παράλληλα, οι κενές θέσεις εργασίας στην Ελλάδα κατέγραψαν εντυπωσιακή αύξηση το δεύτερο και το τρίτο τρίμηνο του 2021. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, το δεύτερο τρίμηνο του 2021 οι κενές θέσεις εργασίας αυξήθηκαν κατά 117,8% σε σχέση με το δεύτερο τρίμηνο του 2020, ενώ το τρίτο τρίμηνο του 2021 οι κενές θέσεις εργασίας αυξήθηκαν κατά 56,2% σε σχέση με το τρίτο τρίμηνο του 2021.
Τι αναζητούν οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα;
Την ίδια ώρα το 62% των εργαζομένων που συμμετείχαν σε πρόσφατη έρευνα της Randstad στην Ελλάδα επιθυμεί να αλλάξει εργασία, καθώς θεωρεί ότι δεν αμείβονται ικανοποιητικά τα προσόντα τους. Τα βασικότερα κριτήρια επιλογής εργασίας/νέας εργασίας είναι οι αποδοχές-παροχές, η ασφάλεια του εργασιακού περιβάλλοντος, η φήμη του εργοδότη και το αντικείμενο της εργασίας.
Οι αποδοχές και οι προοπτικές εξέλιξης είναι με διαφορά οι δύο σημαντικότεροι λόγοι για τους οποίους αποχωρούν οικειοθελώς οι εργαζόμενοι από τις επιχειρήσεις που εργάζονται, σύμφωνα και με έρευνα της Adecco.
Τελευταία η Ελλάδα στην απασχόληση πτυχιούχων
Παράλληλα με βάση την Ετήσια Έκθεσης για την Ποιότητα της Ανώτατης Εκπαίδευσης για το 2020 που υπέβαλε το περασμένο Δεκέμβριο ο πρόεδρος της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘΑΑΕ) Περικλής Μήτκας στη Βουλή και την υπουργό Παιδείας γίνεται λόγος για υψηλή ανεργία πτυχιούχων.
Η Ελλάδα βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις των χωρών του ΟΟΣΑ τόσο στην απασχόληση των πτυχιούχων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ηλικίας 25-64 (76%) όσο και των νέων αποφοίτων ηλικίας 25-34 (73%), απέχοντας 12 ποσοστιαίες μονάδες από τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ. Το 2020 οι απόφοιτοι τριτοβάθμιας εκπαίδευσης αναλογούσαν στο 40,19% του συνόλου των ανέργων της χώρας, ποσοστό αυξημένο σε σχέση με το 38,07%, το οποίο καταγράφηκε την προηγούμενη χρονιά.
Την περίοδο 2016-2020, το ποσοστό των ανέργων πτυχιούχων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης επί του συνόλου των εγγεγραμμένων ανέργων της χώρας παρουσίασε αύξηση κατά 3,31%, από 36,88% το 2016 σε 40,19% το 2020. Σε ό,τι αφορά τις αποδοχές των πτυχιούχων, η Ελλάδα απέχει 16 ποσοστιαίες μονάδες από τον μέσο όρο.
Ωστόσο, η κατοχή μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών, σύμφωνα πάντα με την έκθεση, αυξάνει τις πιθανότητες απασχόλησης κατά 7%, σε σύγκριση με τις πιθανότητες των κατόχων πρώτου πτυχίου τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, ενώ η κατοχή διδακτορικού τίτλου κατά 13%. Όμως ακριβώς αυτό το στοιχείο συνιστά ξεκάθαρα τη σταδιακή υποβάθμιση της αξίας του βασικού πανεπιστημιακού πτυχίου, το οποίο, όπως φροντίζει να υπονοήσει η έκθεση, δεν επαρκεί.
Δυσμενής η θέση των γυναικών
Η θέση των γυναικών πτυχιούχων στην αγορά εργασίας παραμένει διαχρονικά δυσμενής, καθώς το ποσοστό των ανδρών επί των ανέργων πτυχιούχων ΑΕΙ είναι κατά σχεδόν 20 ποσοστιαίες μονάδες μικρότερο από το αντίστοιχο ποσοστό των γυναικών. Σημειώνεται μάλιστα πως η ανεργία πτυχιούχων γυναικών στην Ελλάδα υπερβαίνει αυτή των ανδρών κατά σχεδόν 20 ποσοστιαίες μονάδες.
Συμπεράσματα και προτάσεις πολιτικής για την κατεύθυνση των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων
Επιπλέον, ο ΣΕΒ, στο πλαίσιο της εκπροσώπησής του στα περιφερειακά Συμβούλια Σύνδεσης με την Παραγωγή και την Αγορά Εργασίας (ΣΣΠΑΕ), έχει εξειδικεύσει την ανάλυση για τα πολυπληθή και δυναμικά επαγγέλματα ανά περιφέρεια και, όπου τα στοιχεία το επιτρέπουν, ανά παραγωγικό κλάδο εντός περιφέρειας.
Επίσης, προτείνει τη διεξαγωγή συζήτησης ώστε τα ευρήματα αυτά να αξιοποιηθούν από τους αρμοδίους φορείς (Υπ. Παιδείας, Υπ. Εργασίας, ΟΑΕΔ, ΕΣΠΑ, κα). Για να αποφέρει ουσιαστικά οφέλη, η προσαρμογή των περιφερειακών εκπαιδευτικών προγραμμάτων πρέπει να συμπληρωθεί από παρεμβάσεις στα λεγόμενα Ρυθμιζόμενα Τεχνικά Επαγγέλματα, με γνώμονα την άρση των αγκυλώσεων που δημιουργούν προσκόμματα στη δυνατότητα των επιχειρήσεων να καλύπτουν τις ανάγκες τους με εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό από αυτές τις επαγγελματικές κατηγορίες.