του Χάρη Μαμουλάκη
Το σύνταγμα μιας χώρας αποτυπώνει τον καταστατικό της χάρτη. Θέτει τους θεσμικούς κανόνες. Και πρωτίστως θεμελιώνει τον χαρακτήρα του δημοκρατικού πολιτεύματος. Βέβαια, πρέπει να υπόκειται σε αλλαγές και μεταρρυθμίσεις, προκειμένου να βρίσκεται σε αρμονία με τις μεταβαλλόμενες ανάγκες και συνθήκες. Άλλωστε, λειτουργεί και ως δείκτης εμβάθυνσης και διεύρυνσης του ίδιου του πολιτικού μας συστήματος και ενίσχυσης των ελευθεριών και των δικαιωμάτων των πολιτών. Και πρωτίστως, εμπέδωσης του κράτους δικαίου.
Οι συνταγματικές μεταβολές που κατά περιόδους πραγματοποιούνται αντανακλούν την ποιότητα και την ωρίμανση της δημοκρατίας, καθώς συνδέονται με τους υπάρχοντες συσχετισμούς πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων. Ένα σύνταγμα χαρακτηρίζεται ως συντηρητικό αν υπηρετεί αφυδατωμένες θεσμικές διαδικασίες, αρνούμενο να αλλάξει και να ανανεωθεί. Αντιθέτως, είναι προοδευτικό αν διαθέτει τη δυνατότητα να υπερβαίνει τους ξεπερασμένους φορμαλισμούς, προσδίδοντας πνοή στην πολιτική κοινότητα και στον κοινοβουλευτισμό.
Το Σύνταγμα της μεταπολιτευτικής περιόδου εξέφρασε την ανάγκη θεμελίωσης ενός νέου μοντέλου οργάνωσης και λειτουργίας της Πολιτείας. Οι αναθεωρήσεις που έγιναν όλα αυτά τα χρόνια δεν συνιστούσαν βαθιές τομές. Ούτε ξέφευγαν από τα στενά όρια συντηρητικών επιλογών. Περισσότερο αποτελούσαν διευθετήσεις για την αντιμετώπιση κάποιων δυσλειτουργιών.
Η πρωτοβουλία του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα να δρομολογήσει την αναθεώρηση καίριων ζητημάτων του Συντάγματος είναι πράξη υψηλής συμβολικής σημασίας, αλλά και ουσιαστικού περιεχομένου. Στην πραγματικότητα καταδεικνύει ότι η πρώτη φορά Αριστερά δεν περιορίζεται στη διαχείριση των οξυμένων προβλημάτων και αδιεξόδων που κληρονόμησε. Αντίθετα προωθεί μια σειρά συγκεκριμένων αλλαγών που θα αναζωογονήσουν θεσμούς και δομές.
Το κυριότερο δε είναι ότι συνδέει την αναθεώρηση με την ενδυνάμωση της Κοινωνίας των Πολιτών, καθιστώντας τη πρωταγωνιστή των πολιτικών και κοινωνικών διεργασιών. Η καθιέρωση των δημοψηφισμάτων σ’ αυτό ακριβώς αποσκοπεί. Η θεσμοθέτησή τους είναι αναμφίβολα μεγάλη καινοτομία. Οι πολίτες οφείλουν να έχουν λόγο, συνδρομή και συμβολή. Να είναι ενεργοί σε όλα εκείνα τα σημαίνοντα θέματα που συνδέονται με την πορεία της χώρας, καθώς και με τα κοινωνικά, πολιτικά και ατομικά δικαιώματα. Έτσι επιτυγχάνεται η αναζωογόνηση της δημόσιας ζωής του τόπου.
Παράλληλα, οι κοινοβουλευτικές διαδικασίες διευρύνονται. Εξίσου αξιόλογη είναι και η συνταγματική κατοχύρωση της απλής αναλογικής. Η σχέση της λαϊκής ψήφου με την εκλογική αντιστοιχία είχε υποστεί για πολλές δεκαετίες πρωτοφανή στρέβλωση. Όσοι αντιδρούν αποδεικνύουν ότι μοναδικό τους μέλημα είναι η υποταγή των πολιτών στα στενά κομματικά και πολιτικά τους παιχνίδια και συμφέροντα.
Ένα τρίτο μεγάλο βήμα συνιστά η απόφαση να μπει τέλος στην ασυλία των πολιτικών. Ο νόμος περί ευθύνης υπουργών είναι ντροπή για τα πολιτικά μας ήθη. Αντιστρατεύεται κατάφορα τη διαφάνεια και τη λογοδοσία. Κι αυτό γιατί παρέχει προστασία ακόμη και σε πράξεις ανομίας. Η κατάργησή του αποδεικνύει ότι η Αριστερά δεν πρόκειται να παράσχει κάλυψη στην οποιαδήποτε κομματική ελίτ.
Η αναβάθμιση του Κοινοβουλίου επιτυγχάνεται και με την υποχρέωση οι νέες ανεξάρτητες δημόσιες αρχές να ιδρύονται μόνο όταν διασφαλίζουν την αυξημένη πλειοψηφία των 3/5 του συνόλου των βουλευτών. Έτσι μπαίνει φραγμός στις αυθαιρεσίες κυβερνήσεων και υπουργών.
Τέλος, η κυβέρνηση με τη συνταγματική αναθεώρηση που προωθεί αντιμετωπίζει για πρώτη φορά την αναγκαιότητα της αποδέσμευσης της εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας από τις όποιες διεργασίες συντελούνται σε πολιτικό και κυβερνητικό επίπεδο. Οι πρόνοιες που προβλέπονται εξυπηρετούν την αυθυπαρξία του θεσμού συνδυάζοντας τις διαδικασίες στο Κοινοβούλιο, ακόμη και με την προσφυγή στο λαό.
Με τις σημαντικές αλλαγές που εισαγάγει η κυβέρνηση της Αριστεράς επιχειρείται μια βαθιά τομή στο πολιτικό μας σύστημα. Άλλωστε η φθορά και η κρίση που αντιμετωπίζει καθιστούν ζωτική ανάγκη τις προωθούμενες μεταβολές.