«Δεν αρκεί να χαιρόμαστε για την αποτροπή της εκλογής της Μαρίν Λε Πεν – αυτή τη φορά, σημειωτέον. Η γερμανική πολιτική, δηλαδή η πολιτική της Άνγκελα Μέρκελ και ιδίως του ομοσπονδιακού υπουργού Οικονομικών Σόιμπλε, πρέπει πολύ περισσότερο να καταλάβει επιτέλους πως αποτελεί ουσιώδη αιτία για την όλο και πιο εχθρική στάση των Γάλλων απέναντι στην ΕΕ και το ευρώ. Κατά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση και την κρίση της Ευρωπαϊκής Ένωσης την περασμένη δεκαετία, η Ε.Ε., υπό γερμανική πίεση, έγινε νεοφιλελεύθερος δεσμοφύλακας των Ευρωπαίων γειτόνων μας», τόνισε σε ομιλία του στην Bundestag ο δρ Άξελ Τρόοστ, αναπληρωτής πρόεδρος του κόμματος της γερμανικής Αριστεράς (Die Linke) και κοινοβουλευτικός εκπρόσωπός του για οικονομικά ζητήματα, κατά τη συζήτηση του επίκαιρου θέματος: «Η στάση της γερμανικής κυβέρνησης σχετικά με τις προτάσεις του Προέδρου Μακρόν στον τομέα της οικονομικής και δημοσιονομικής πολιτικής της ΕΕ και ειδικότερα για τις κοινές ευρωπαϊκές επενδύσεις».
«Στα περισσότερα κράτη-μέλη, η ΕΕ εκπροσωπεί πλέον τρία πράγματα: λιτότητα, λιτότητα και πάλι λιτότητα. Σε πολλά κράτη-μέλη, και μάλιστα τόσο στις πολιτικές ελίτ όσο και στην κοινωνία γενικότερα, η ΕΕ αποτελεί πλέον συνώνυμο της ανεργίας και της φτωχοποίησης, της αποδόμησης του κράτους πρόνοιας και της απώλειας της συμμετοχής στη λήψη αποφάσεων υπέρ του εξωτερικού ελέγχου από τη Γερμανία. Όσο η ομοσπονδιακή κυβέρνηση δεν το αντιλαμβάνεται, θα συνεχίσει να είναι νεκροθάφτης της ΕΕ, είτε η Λε Πεν είναι Πρόεδρος της Γαλλίας είτε όχι. Γνωρίζω πως ως ομοσπονδιακή κυβέρνηση έχετε διαφορετική άποψη επί του θέματος. Αλλά η άποψή μου ή η άποψή σας δεν έχει καμία σημασία: Όσο μεγάλα τμήματα του πληθυσμού της ΕΕ δέχονται την επίθεση της πολιτικής σας, ταπεινώνονται, αισθάνονται πως τους κλέβουν τα κοινωνικά τους δικαιώματα και τη δυνατότητα συμμετοχής τους στα κοινά, πρέπει πρώτα να σκεφτείτε πώς μπορείτε να αλλάξετε την πολιτική σας, ώστε στην υπόλοιπη Ευρώπη να μπορέσει να βρεθεί και πάλι μία εναλλακτική», είπε απευθυνόμενος σε όλους τους Γερμανούς βουλευτές.
«Πολλοί από εσάς γνωρίζετε πως ανήκω στους βουλευτές που υποστηρίζουν και εύχονται έναν κυβερνητικό συνασπισμό Σοσιαλδημοκρατών, Αριστεράς και Πρασίνων. Για κάτι τέτοιο δεν αρκεί όμως μία αριθμητική πλειοψηφία βουλευτικών εδρών. Γι’ αυτό χρειάζονται συμβιβασμοί ως προς τα περιεχόμενα και κάποια συγκεκριμένα πολιτικά έργα τα οποία θα σημαίνουν μία αλλαγή. Μία νέα στάση της Γερμανίας απέναντι στην Ευρώπη θα πρέπει να είναι ένα τέτοιο έργο. Πάντα θεωρούσα τον κοινό προβληματισμό για το μέλλον της ΕΕ και την εκπόνηση εναλλακτικών προτάσεων από κοινού με τους Σοσιαλδημοκράτες και τους Πράσινους ως κάτι πολύ γόνιμο. Η Γκεζίνε Σβαν, ο Φρανκ Μπζίρσκε, ο Κλάους Μπους, ο Χάραλντ Βολφ και μερικές προσωπικότητες ακόμα εξέδωσαν πέρυσι το φθινόπωρο από κοινού με εμένα το σύγγραμμα “Μία αλληλέγγυα Ευρώπη είναι δυνατή”. Σε αυτό, διατυπώσαμε πολλές εναλλακτικές, οι οποίες είναι τώρα οι ιδέες που έθεσε προς συζήτηση ο Μακρόν και τα αιτήματα που θέτει στη Γερμανία», επισήμανε ο κ. Τρόοστ.
Ανέφερε δε μερικά παραδείγματα για το πώς θα μπορούσε να διαμορφωθεί μία εναλλακτική οικονομική, δημοσιονομική και κοινωνική πολιτική για την Ευρώπη:
«Πρώτον: Η υπέρβαση της πολιτικής λιτότητας και ιδίως μία ευρωπαϊκή επίθεση επενδύσεων. Ο προϋπολογισμός της Ευρωζώνης με χρηματοδότηση από ομόλογα εκδιδόμενα από κοινού από τα κράτη της Ευρωζώνης – για να μην χρησιμοποιήσω την “κακή” λέξη ευρωομόλογα –, όπως το έθεσε προς συζήτηση ο Μακρόν, θα μπορούσε να είναι ένα πρώτο βήμα.
Δεύτερον: Μία Ευρωπαϊκή Ένωση εξισορρόπησης ισοζυγίων, η οποία δεν θα απαιτεί μόνο περισσότερη ανταγωνιστικότητα από τις οικονομικά αδύναμες χώρες, αλλά θα βοηθά επίσης τις χώρες αυτές να την επιτύχουν. Και για αυτό, η Γερμανία θα πρέπει επιτέλους να μειώσει τα πλεονάσματα τρεχουσών συναλλαγών της.
Τρίτον: Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα πρέπει να αποκτήσει σαφώς περισσότερους ίδιους πόρους και, με δημοκρατικά νομιμοποιημένους ευρωπαϊκούς θεσμούς, είτε με έναν υπουργό Οικονομικών είτε με μία οικονομική κυβέρνηση, να επιφέρει, τουλάχιστον στην Ευρωζώνη, έναν ελάχιστο συντονισμό για μία επεκτατική οικονομική πολιτική και πολιτική για την αγορά εργασίας.
Τέταρτον: Χρειαζόμαστε επιτέλους την έναρξη μίας Ευρωπαϊκής Κοινωνικής Ένωσης».
«Εάν δεν επαναπροσανατολιστούμε γρήγορα προς αυτή την κατεύθυνση – και αυτό αφορά ιδίως την κοινοβουλευτική ομάδα των Σοσιαλδημοκρατών, η οποία πρέπει επιτέλους να ασκήσει μία άλλη πολιτική, σημειωτέον, πολλοί σοσιαλδημοκράτες το ζητούν ήδη μεμονωμένα –, τότε θα αυξηθεί ο κίνδυνος πολιτικοί τύπου Λε Πεν να κερδίζουν εκλογές, και όχι μόνο στη Γαλλία, και το ζήτημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης να τεθεί κάποτε με εντελώς διαφορετικό τρόπο ή να μην τίθεται πια καθόλου. Πρέπει να δράσουμε», κατέληξε ο αριστερός Γερμανός πολιτικός.
ΑΠΕ-ΜΠΕ