Πιο αναλυτικά, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έδωσε σήμερα το πράσινο φως για την παραχώρηση των 14 ελληνικών περιφερειακών αεροδρομίων στη Fraport. Ειδικότερα, η Κομισιόν ανακοίνωσε ότι μετά από αίτημα γνωμοδότησης που της υπέβαλαν οι ελληνικές αρχές, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι συμβάσεις παραχώρησης για 14 περιφερειακούς αερολιμένες στην Ελλάδα ανατέθηκαν με όρους της αγοράς, και ως εκ τούτου δεν συνιστούν κρατική ενίσχυση.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε σήμερα ότι μετά από αίτημα γνωμοδότησης που της υπέβαλαν οι ελληνικές αρχές, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι συμβάσεις παραχώρησης για 14 περιφερειακούς αερολιμένες στην Ελλάδα ανατέθηκαν με όρους της αγοράς, και ως εκ τούτου δεν συνιστούν κρατική ενίσχυση.
Στην ανακοίνωση της Επιτροπής υπενθυμίζεται ότι το 2014 η Ελλάδα προέβη στην ανάθεση δύο συμβάσεων παραχώρησης για την αναβάθμιση, συντήρηση, διαχείριση και λειτουργία δεκατεσσάρων συνολικά ελληνικών περιφερειακών αερολιμένων στη γερμανο-κυπριακή κοινοπραξία Fraport AG-Slentel Ltd. Σε αντάλλαγμα, όπως είχε συμφωνηθεί, η Fraport AG-Slentel Ltd θα καταβάλει τέλη παραχώρησης στο ελληνικό κράτος. Σημειώνεται επίσης ότι η Ελλάδα είχε δεσμευτεί για την παραχώρηση των εν λόγω αερολιμένων στο πλαίσιο των υποχρεώσεών της που απορρέουν από το πρόγραμμα στήριξης της σταθερότητας στην Ελλάδα. Οι συμβάσεις παραχώρησης υπογράφηκαν τον Δεκέμβριο του 2015 και στη συνέχεια επικυρώθηκαν από τη Βουλή. Η Ελλάδα στη συνέχεια τις κοινοποίησε στην Επιτροπή τον Οκτώβριο του 2016, ζητώντας της να επιβεβαιώσει ότι δεν συνεπάγονται κρατική ενίσχυση.
Στη σημερινή ανακοίνωσή της, η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι σύμφωνα με τους κανόνες της ΕΕ, μια σύμβαση παραχώρησης για την εμπορική εκμετάλλευση υποδομών μπορεί να θεωρηθεί ότι δεν συνιστά κρατική ενίσχυση εφόσον ανατίθεται υπό όρους που θα ήταν αποδεκτοί από έναν ιδιώτη ο οποίος ενεργεί υπό συνθήκες της αγοράς, εάν αυτός προσέφερε σύμβαση παραχώρησης για παρόμοια περιουσιακά στοιχεία.
Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι οι όροι των συμβάσεων παραχώρησης συνάδουν με τις συνθήκες της αγοράς, κυρίως διότι «προκύπτουν από ανταγωνιστική, διαφανή και χωρίς διακρίσεις διαδικασία υποβολής προσφορών». Η Επιτροπή διαπίστωσε επίσης ότι η Ελλάδα επέλεξε την καλύτερη προσφορά που υποβλήθηκε, ότι δηλαδή οι συμβάσεις παραχώρησης ανατέθηκαν στην εταιρεία που υπέβαλε την προσφορά που εξασφαλίζει τα υψηλότερα έσοδα για το ελληνικό κράτος.
Με βάση τα ανωτέρω, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το ελληνικό κράτος ανέθεσε τις συμβάσεις παραχώρησης υπό όρους που θα ήταν αποδεκτοί από ιδιώτη.
Η Επιτροπή διαπίστωσε επίσης ότι η παροχή ή η προμήθεια ορισμένων δημόσιων υπηρεσιών από το ελληνικό κράτος (όπως η εναέρια κυκλοφορία, οι αστυνομικοί και τελωνειακοί έλεγχοι στους οικείους αερολιμένες) δεν παρέχει οικονομικό πλεονέκτημα στον φορέα εκμετάλλευσης του αερολιμένα και συνεπώς δεν συνιστά κρατική ενίσχυση υπέρ του.
Ως εκ τούτου, καταλήγει η Επιτροπή, «οι συμβάσεις παραχώρησης δεν συνεπάγονται κρατική ενίσχυση προς την κοινοπραξία Fraport AG-Slentel Ltd κατά την έννοια των κανόνων της ΕΕ».
Στη σχετική ανακοίνωση αναφέρεται τέλος ότι με τη σημερινή απόφαση της Επιτροπής αίρεται ένας όρος που έπρεπε να ικανοποιηθεί πριν από την έναρξη ισχύος των συμβάσεων παραχώρησης και ότι εναπόκειται πλέον στις ελληνικές αρχές να προχωρήσουν στα τελικά βήματα για την ολοκλήρωση της μεταβίβασης των αερολιμένων που αποτελούν αντικείμενο των εν λόγω συμβάσεων.
Οι παραχωρήσεις αφορούν συνολικά 14 περιφερειακούς αερολιμένες. Η πρώτη σύμβαση παραχώρησης περιλαμβάνει τους παρακάτω περιφερειακούς αερολιμένες στην Κρήτη, την ηπειρωτική Ελλάδα και το Ιόνιο πέλαγος: αερολιμένες Ακτίου, Χανίων, Καβάλας, Κεφαλληνίας, Κέρκυρας, Θεσσαλονίκης και Ζακύνθου. Η δεύτερη σύμβαση παραχώρησης περιλαμβάνει τους περιφερειακούς αερολιμένες του Αιγαίου, ήτοι τους αερολιμένες Κω, Μυκόνου, Μυτιλήνης, Ρόδου, Σάμου, Σαντορίνης και Σκιάθου.
ΑΠΕ-ΜΠΕ