Ειναι κατ’ ένα τρόπο κατανοητό το ότι ο πυρήνας των καταγγελιών για κακοποιήσεις κάθε είδους προέρχεται από τον χώρο του θεάτρου και του θεάματος, χώροι οι οποίοι βασίζονται στην ορατότητα. Πρόκειται για ανθρώπους που λιγότερο η περισσότερο οι πολίτες τους γνωρίζουν επειδή είναι το επάγγελμά τους να έρχονται σε επαφή με το κοινό και να εκφράζουν μέσω της τέχνης τους σκέψεις και συναισθήματα. Οι προβολεις πέφτουν πάνω τους και το φως είναι πιο εύκολο να εισχωρήσει.
Όμως, τα περιστατικά κακοποιήσεων δεν περιορίζονται στον χώρο του θεάτρου, επεκτείνονται σε όλο το εύρος της κοινωνίας. Και υπάρχουν και κάποιες ομάδες της κοινωνίας μας που ζούνε στα υπόγεια και στις κατακόμβες. Εκεί όπου το φως δεν εισχωρεί.
Υπάρχουν και αυτοί που δεν έχουν φωνή και δεν έχουν τη δυνατότητα να βγουν από το σκοτάδι μπροστά στο φως για να πουν #metoo. Μια τέτοια ομάδα ανθρώπων είναι οι μετανάστες χωρίς χαρτιά.
Οι μετανάστες χωρίς χαρτιά επειδή ζουν υπό καθεστώς παρανομίας βρίσκονται σε αδυναμία να καταγγείλουν περιστατικά βίας και κακοποίησης. Δεν είναι παράξενο ότι πολλά ανήλικα παιδιά τέτοιων μεταναστών καταλήγουν να γίνουν θύματα δικτύων trafficking ούτε ότι οι παιδεραστές αναζητούν να ικανοποιήσουν τις άρρωστες ορέξεις τους αναζητώντας θύματα μέσα από αυτό τον πληθυσμό.
Γνωρίζουν οτι αυτά τα παιδιά αποτελούν μία ευάλωτη ομάδα η οποία έχει μικρές δυνατότητες να προασπίσει τον εαυτό της, ή να καταγγείλει κάποιο περιστατικό και το εκμεταλλεύονται στο έπακρο.
Ζώντας σε καθεστως παρανομίας, η παρανομία γίνεται τρόπος ζωής, όπως και η βία η οποία μένει ατιμώρητη αφού η δυνατότητα καταγγελίας είναι ανύπακτη.
Το ζήτημα βεβαίως είναι ευαίσθητο και καθόλου απλό όμως μία καταδικαστέα πράξη βίας και καταπίεσης είναι μία καταδικαστέα πράξη βίας και καταπίεσης ανεξαρτήτως σε ποιον συμβαίνει. Μάλιστα θα λέγαμε ότι είναι ακόμα πιο καταδικαστέα όταν συμβαίνει σε κάποιον που είναι σε κατάσταση απόλυτης αδυναμίας να αντιδράσει και να καταγγείλει.
Αν κάτι μας διδαξε το κίνημα #metoo στην Ελλάδα είναι ότι η σιωπή δε βοηθά κι ότι συνήθως τη σιωπή την επιλέγουν αυτοί που βρισκονται σε θέση αδυναμίας. Όμως, όταν η πολιτεία διαμορφώνει ένα περιβάλλον όπου οι άνθρωποι μπορουν να μιλήσουν, τοτε τα πράγματα αλλάζουν, και η Δικαιοσύνη μπορεί ν’ ανθίσει.
Και εδώ, στο πιο βαθύ σκοτάδι της ζωής υπό καθεστώς παρανομίας, πρέπει επιτέλους να φωτίσει το φως της Δικαιοσύνης.
Η πολιτεία οφείλει να εξερευνήσει τρόπους ώστε αυτό να συμβεί.
Έτσι ώστε να μην διασφαλίζονται οι εγκληματίες και να καταδικάζονται τα θύματα.