Του Παναγιώτη Ν. Κρητικού*
Δέκα οκτώ μήνες μετά τις εκλογές τις εκλογές της 4ης Οκτωβρίου 2009 και οκτώ μήνες από τον τελευταίο ανασχηματισμό του Σεπτεμβρίου του 2010 «διαρρέονται» πληροφορίες από κυβερνητικές πηγές για έναν ακόμη ανασχηματισμό, εαρινό.
Δεν έχω μετρήσει πόσοι ανασχηματισμοί (δομικοί, διορθωτικοί, συμπληρωματικοί) έχουν γίνει κατά τη διάρκεια της Μεταπολίτευσης. Και δεν έχω εξετάσει την «αναγκαιότητα» που υποχρέωνε τον εκάστοτε Πρωθυπουργό να ανασχηματίσει την Κυβέρνησή του. Δυσχερής είναι και η μέτρηση της αποτελεσματικότητας του νέου σχήματος σε σύγκριση, βέβαια, με το προγενέστερο. Ο,τι έχει απομείνει στη μνήμη μου από όλους τους ανασχηματισμούς είναι τα κριτήριά τους. Και τα κριτήρια ήταν ποικίλα: Κριτήρια εύνοιας προς ορισμένα πρόσωπα, κριτήρια δουλικότητας προς την ηγεσία, κριτήρια ισορροπιών (για το αδιατάρακτο της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας κ.α.). Σπάνια θα ανακαλύψει κανείς κριτήρια αξιοκρατίας, ικανότητας, ή κριτήρια εξειδίκευσης σε σχέση με το αντικείμενο του συγκεκριμένου υπουργείου. Και σπανιότερα θα διαπιστώσει κανείς ως αξιολογικό κριτήριο την αποτελεσματικότητα. Γιατί ποτέ δεν βρέθηκε το μέτρο βαθμολόγησης του παραγόμενου έργου. Τέλος, τους περισσότερους ανασχηματισμούς τους υπαγόρευαν κριτήρια επικοινωνίας. Γιατί στόχος τους ήταν ο αποπροσανατολισμός του λαού από τα προβλήματά του. Και αυτό ήταν το χειρότερο.
Στον ανασχηματισμό πρέπει να οδηγείται ο εκάστοτε Πρωθυπουργός όταν διαπιστώνει ανικανότητα, αναποτελεσματικότητα, ανεπάρκεια σε μέλος της κυβέρνησης. Και φυσικά απομακρύνει πάραυτα όποιον παραβιάζει ηθικούς κανόνες, ή γίνεται επιλήσμων των καθηκόντων του.
Σ΄ αυτές τις περιπτώσεις ο έχων την κυβερνητική ευθύνη παίρνει τις αποφάσεις του αστραπιαία και τις εκτελεί κεραυνοβόλα.
Αλλά ας επανέλθουμε στο αντικείμενο του ανασχηματισμού, Θα διαπιστώσουμε μετά λύπης ότι αυτός δεν γίνεται με τα ανωτέρω κριτήρια, αλλά έχει στόχο να δοθεί στην κοινή γνώμη η αίσθηση ότι τα νέα πρόσωπα είναι φορείς μιας άλλης, αρεστής στο λαό πολιτικής. Όμως, τίποτα πιο απατηλό.
Γιατί είναι γνωστό όσο και σαφές ότι την εφαρμοζόμενη κυβερνητική πολιτική κατά το περιεχόμενό της και την κατεύθυνση καθορίζει και χαράσσει μόνο ένας. Ο Πρωθυπουργός. Κανείς άλλος. Η βούλησή του είναι εκείνη που την κατευθύνει. Αυτός βάζει τη μεγάλη σφραγίδα ως προς το περιεχόμενο. Οι υπουργοί απλώς την εκτελούν, την υλοποιούν. Βάζει όμως έκαστος εξ αυτών τη δική του μικρή σφραγίδα. Τη σφραγίδα της εργατικότητας, της αποτελεσματικότητας, της ικανότητας ή της ανικανότητας. Τίποτε περισσότερο, τίποτε λιγότερο. Άλλωστε δεν δικαιούται και δεν πρέπει να ασκεί ιδία, προσωπική πολιτική, δηλαδή, αντίθετη από εκείνη που έχει χαράξει η κορυφή.
*
Έτσι έχουν τα πράγματα. Άρα, την αποκλειστική ευθύνη της πολιτικής ως προς το περιεχόμενό της και τη φιλοσοφία της την έχει ο Πρωθυπουργός.
Ως προς το μέγεθος και την αποτελεσματικότητα του παραγόμενου έργου την κύρια ευθύνη έχουν οι υπουργοί, έκαστος στον τομέα του, και βεβαίως μέρος αυτής της ευθύνης βαρύνει και τον Πρωθυπουργό για τις επιλογές του. Και, επίσης, ευθύνεται όταν δεν ελέγχει σε τακτές χρονικές περιόδους το μέγεθος της παραγωγικότητας του κάθε υπουργού. Όπως, επίσης, είναι ευθύνη και του υπουργού όταν εκείνος δεν επιτηρεί και δεν ελέγχει την παραγωγικότητα της υπ΄ αυτόν δημόσιας διοίκησης (προσωπικού) ώστε να πάψει κάποτε η δημόσια διοίκηση να είναι ξεχαρβαλωμένη μηχανή.
Να γίνει επιτέλους ο υπηρέτης του λαού, αντί να είναι δυνάστης του.
Αλλά για το μέγα αυτό θέμα που αφορά στη δημόσια διοίκηση – τροχοπέδη στην οποία προσκρούουν όλες οι δημιουργικές δυνάμεις του τόπου θα ασχοληθούμε με ιδιαίτερο σημείωμα.
*
Συνεπώς, ανασχηματισμός γίνεται τότε μόνο όταν πρέπει να επιταχυνθούν οι ρυθμοί του παραγόμενου έργου με την επιλογή ικανών προσώπων, κατά τεκμήριο εντίμων και με εξειδίκευση στο αντικείμενο το οποίο καλούνται να προωθήσουν.
Ένας ανασχηματισμός μπορεί να αποδώσει όταν κάτω από σαφή και αταλάντευτη καθοδήγηση συνδυάσει τη δημιουργική φαντασία με την εργατικότητα. Εργατικότητα μετρήσιμη, χειροπιαστή. Καμία πολιτική δεν είναι χρήσιμη αν δεν είναι αποτελεσματική. Και η αποτελεσματικότητα μεταφράζεται σε κοινωνική ωφελιμότητα. Αλλά για να υπάρξει κοινωνική ωφελιμότητα απαιτείται κοινωνική ευαισθησία η οποία ως περίσσευμα καρδίας πρέπει να λειτουργεί ευεργετικά κυρίως στους χαλεπούς καιρούς της οικονομικής υστέρησης.
Τέλος, ο όποιος ανασχηματισμός θα είναι ένα ακόμη ματαιόδοξο ενχείρημα αν έχει τα χαρακτηριστικά της παρέας. Μιας παρέας που είναι έξω από την ψυχή του λαού και μακριά από τις ανάγκες του. Γιατί η παρέα από τη φύση της κυριαρχείται από την αντίληψη της συντεχνίας. Δεν έχει την υψηλή αίσθηση του χρέους απέναντι στο κοινωνικό σύνολο, την αίσθηση της κοινωνικής προσφοράς. Και, κυρίως, ρέπει προς την ιδιοτέλεια.
Στη σημερινή συγκυρία, της βαθιάς οικονομικής κρίσης που απειλεί την κοινωνική συνοχή, κρίσης η οποία κινδυνεύει να πάρει διαστάσεις εθνικές, είναι αδιανόητο η κυβέρνηση να έχει νοοτροπία χαρακτηριστικά παρέας. Πρέπει να υπάρξει κυβέρνηση με εθνικές διαστάσεις. Συνεπώς: Ανασχηματισμός κυβέρνησης, μετασχηματισμός της πολιτικής και αποσχηματισμός της παρέας. Ανασχηματισμός ριζικός με αλλαγή νοοτροπίας για την άσκηση μιας άλλης πολιτικής.
*Ο Παναγιώτης Ν. Κρητικός είναι Πρόεδρος του ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ «ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΖΟΡΜΠΑΣ» και πρ. Αντ/ος της Βουλής.
e-mail: pkritikos14@yahoo.gr