Απόλυτοι ρυθμιστές της επόμενης μέρας για τα «κόκκινα» δάνεια νοικοκυριών και επιχειρήσεων, που αθροίζονται σε περισσότερα από 100 δισ. ευρώ, γίνονται και στην Ελλάδα τα «distress funds» και οι ξένες εταιρείες διαχείρισης δανείων.
Με το πολυνομοσχέδιο που καλείται να ψηφίσει αύριο η Βουλή ανοίγει διάπλατα ο δρόμος για τη δημιουργία δευτερογενούς αγοράς «κόκκινων» δανείων στην οποία θα επιτρέπονται οι αγοραπωλησίες δανείων μεταξύ τραπεζών, funds και εισπρακτικών εταιρειών και γκρεμίζονται άπαξ και διά παντός οι μύθοι και οι προσδοκίες που καλλιέργησαν όλες ανεξαιρέτως οι κυβερνήσεις τα τελευταία χρόνια γύρω από το απυρόβλητο της κατοικίας των Ελλήνων και την απαλλαγή από τα χρέη, την περιβόητη «σεισάχθεια» δηλαδή.
Αρση απορρήτου
Ο νόμος προβλέπει άρση του τραπεζικού απορρήτου για όλους τους «κόκκινους» δανειολήπτες και δίνει τη δυνατότητα να πωλούνται σε funds ακόμη και ενήμερα δάνεια, εφόσον μεταβιβάζονται «πακέτο» με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια του ίδιου δανειολήπτη.
Η πώληση μπορεί να γίνει αφού πρώτα έχει προηγηθεί εξώδικη πρόσκληση στον δανειολήπτη να ρυθμίσει με την τράπεζα το δάνειό του.
Από την αρχή του 2016 οι τράπεζες θα μπορούν θεωρητικά να ξεκινήσουν διαδικασίες μεταβίβασης δανείων νοικοκυριών και επιχειρήσεων που κρίνονται «μη συνεργάσιμοι» σε εταιρείες διαχείρισης δανείων και funds, ενώ προσωρινά μέχρι τις 15 Φεβρουαρίου προβλέπεται ότι θα εξαιρεθούν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια που έχουν ως υποθήκες την πρώτη κατοικία των δανειοληπτών (περίπου 12-13 δισ. ευρώ), τα καταναλωτικά δάνεια (10 δισ.), τα δάνεια με εγγύηση του Δημοσίου και εκείνα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (περίπου 20 δισ. ευρώ) όπως ορίζονται από τον ευρωπαϊκό κανονισμό, δηλαδή με τζίρο έως 50 εκατ. ευρώ και μέχρι 250 εργαζόμενους.
Ολα τα υπόλοιπα δάνεια, δηλαδή αυτά που συνδέονται με δεύτερη ή τρίτη κατοικία, εξοχικά, «πατρικά» ή και επενδυτικά ακίνητα, καθώς και τα επιχειρηματικά δάνεια μεγαλύτερων εταιρειών, τα οποία φτάνουν συνολικά στα 40 δισ. ευρώ, θα μπορούν άμεσα να αλλάζουν χέρια.
Η δίμηνη εξαίρεση για τις τρεις προαναφερόμενες κατηγορίες οφειλετών (πρώτη κατοικία, καταναλωτικά και «μικρομεσαίες επιχειρήσεις») συμφωνήθηκε προκειμένου να δοθεί χρόνος στην κυβέρνηση να προετοιμάσει κανονιστικό πλαίσιο με όρους και προϋποθέσεις σύμφωνα με τους οποίους οι τράπεζες θα μπορούν να πωλούν και αυτά τα δάνεια.
Επισήμως στην αιτιολογική έκθεση αναφέρεται ότι το δίμηνο παρέχεται προκειμένου να διορθωθούν τυχόν παραλείψεις κατά την εφαρμογή του νόμου.
Παράλληλα όμως διασφαλίζει πολιτικό χρόνο για την κυβέρνηση ώστε να ανοίξει τον καυτό φάκελο των δανείων πρώτης κατοικίας στο τέλος της περιόδου αξιολόγησης και αφού έχει κλείσει το ασφαλιστικό, ενώ δίνει περιθώρια σε δανειολήπτες που έχουν τη δυνατότητα να προβούν σε ρυθμίσεις για τα δάνειά τους.
Στη συνέχεια θα μπορούν να πωλούνται και τα παραπάνω δάνεια, ενώ μέχρι τότε θα μπορούν να βγαίνουν στο σφυρί όλα τα υπόλοιπα στεγαστικά δάνεια και τα δάνεια και οι πιστώσεις των μεγάλων επιχειρήσεων.
Περιθώριο έως 12 μηνών για ρυθμίσεις πριν από την πώληση των δανείων
Αναλυτικά σύμφωνα με όσα προβλέπονται στην αιτιολογική έκθεση και το νομοσχέδιο:
•Από το πλαίσιο εφαρμογής του νόμου εξαιρούνται, μέχρι τις 15 Φεβρουαρίου 2015, όλες οι απαιτήσεις από καταναλωτικές δανειακές συμβάσεις, δανειακές συμβάσεις με υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης πρώτης κατοικίας, δάνεια και πιστώσεις που έχουν χορηγηθεί σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις όπως αυτές ορίζονται από τη σύσταση 2003/361/ΕΚ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, καθώς και από δάνεια με εγγυήσεις του Ελληνικού Δημοσίου.
Πρακτικά θα μπορούν να πωλούνται μέχρι τις 15 Φεβρουαρίου μόνο και τα στεγαστικά δάνεια χωρίς υποθήκη ή προσημείωση πρώτης κατοικίας και τα δάνεια των μεγάλων επιχειρήσεων.
Από 15/2 θα υπάρχει δυνατότητα πώλησης και των υπόλοιπων.
•Η διαχείριση δανείων και η μεταβίβαση απαιτήσεων από μη εξυπηρετούμενα δάνεια θα πραγματοποιείται μόνο από ανώνυμες εταιρείες που εδρεύουν στην Ελλάδα ή σε άλλο μέλος του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου και οι οποίες υποχρεωτικά εγκαθίστανται στην Ελλάδα μέσω υποκαταστήματος.
Οι εταιρείες αυτές είναι πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα (funds) και Eταιρείες Mεταβίβασης Aπαιτήσεων.
•Δικαίωμα να πωλούν και να μεταβιβάζουν απαιτήσεις έχουν τα πιστωτικά ιδρύματα που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας από την ΤτΕ, τα υποκαταστήματα ξένων τραπεζών, οι εταιρείες ειδικού σκοπού και οι εταιρείες μεταβίβασης απαιτήσεων.
Τα δάνεια μπορούν να πωλούνται σε πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα και στα νομικά πρόσωπα που παίρνουν άδεια λειτουργίας στην Ελλάδα για τη διαχείριση δανείων.
Μεταξύ των παραπάνω επιτρέπονται οι μεταβιβάσεις απαιτήσεων από συμβάσεις απαιτήσεων κάθε μορφής δανείων και πιστώσεων τα οποία έχουν καθυστέρηση μεγαλύτερη των 90 ημερών.
•Στο σφυρί θα μπορούν να βγουν μόνο μη εξυπηρετούμενα δάνεια (άνω των 90 ημερών), ενώ επιτρέπεται να πουληθούν και ενήμερα δάνεια εφόσον ο οφειλέτης έχει παράλληλα και «κόκκινα» δάνεια.
•Η άδεια των εταιρειών χορηγείται από την Τράπεζα της Ελλάδος. Είναι απαραίτητη η πιστοποίηση της ταυτότητας των άμεσων και έμμεσων μετόχων και όσων έχουν ποσοστό άνω του 10%.
Πιστοποίηση προβλέπεται και για τους συμβούλους της εταιρείας.
•Για την αδειοδότηση είναι απαραίτητη η θεμελίωση της αξιοπιστίας όσο αφορά την καταλληλότητα των στελεχών των εταιρειών και της κεφαλαιακής επάρκειας. Οι αλλαγές στη μετοχική σύνθεση γνωστοποιούνται στην ΤτΕ.
•Οι εταιρείες που εξαγοράζουν δανειακές συμβάσεις θα πρέπει να έχουν ελάχιστο μετοχικό κεφάλαιο 100.000 ευρώ ενώ σε περίπτωση εγκεκριμένου σχεδίου τερματισμού δραστηριότητας προβλέπεται δυνατότητα μείωσης του κεφαλαίου τους.
•Οι εταιρείες θα έχουν δυνατότητα να δώσουν δάνεια με σκοπό την αναχρηματοδότηση μη εξυπηρετούμενων δανείων, έπειτα από άδεια της ΤτΕ.
•Οι εταιρείες θα υποβάλουν εμπεριστατωμένη έκθεση στην ΤτΕ με την οποία θα περιγράφουν τις βασικές αρχές και τις μεθόδους που θα εφαρμόζουν κατά τη διαχείριση των απαιτήσεων.
•Παρέχεται η δυνατότητα στις εταιρείες να προχωρούν σε άρση τραπεζικού απορρήτου των δανειοληπτών στο μέτρο που αυτή είναι αναγκαία για τη διαχείριση.
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση, η άρση κρίθηκε απαραίτητη γιατί σε διαφορετική περίπτωση θα μπορούσε να οδηγήσει σε αδυναμία της εταιρείας να διεκπεραιώσει τη διαχείριση.
•Στον νόμο υπάρχει ειδική διάταξη η οποία διευκρινίζει ότι οι ρυθμίσεις του Κώδικα Δεοντολογίας και η ειδική μέριμνα που προβλέπονται για τα στεγαστικά δάνεια ευπαθών ομάδων που έχουν ενταχθεί στον νόμο Κατσέλη, θα εφαρμόζονται και στην περίπτωση που τα δάνειά τους πουληθούν.
•Προβλέπεται ειδική αναφορά για τους δανειολήπτες που εντάσσονται στις κοινωνικά ευπαθείς ομάδες σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του Κώδικα Δεοντολογίας και τους δανειολήπτες που έχουν ενταχθεί στον νόμο Κατσέλη (Ν.3869/2010).
•Η ΤτΕ θα εξειδικεύσει τα κριτήρια, τις προϋποθέσεις και τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για τη χορήγηση άδειας στις εταιρείες διαχείρισης.
•Η σύμβαση διαχείρισης είναι έγγραφη και περιλαμβάνει μεταξύ άλλων τη νομική και λογιστική παρακολούθηση, την είσπραξη, τις διαπραγματεύσεις με τους οφειλέτες, τη σύναψη συμβάσεων συμβιβασμού ή ρυθμίσεων διακανονισμού σύμφωνα με τον Κώδικα Δεοντολογίας, καθώς και κάθε άλλη πράξη διαχείρισης που επιτρέπεται από τη νομοθεσία.
Οι δανειολήπτες απαγορεύεται να πληρώνουν αμοιβή διαχείρισης στην εταιρεία. Η ΤτΕ θα εκδώσει απόφαση με την οποία θα εξειδικεύσει περαιτέρω το ελάχιστο περιεχόμενο της σύμβασης ανάθεσης διαχείρισης.
Οι συμβάσεις υπόκεινται σε προληπτικό έλεγχο από την ΤτΕ, ο οποίος δεν υποκαθιστά τη δικαστική κρίση.
•Οι εταιρείες διαχείρισης νομιμοποιούνται ως μη δικαιούχοι διάδικοι να εγείρουν εξωδικαστικά ή ενώπιον δικαστηρίων κάθε ένδικο βοήθημα και να προβαίνουν σε κάθε άλλη δικαστική ενέργεια για την είσπραξη των απαιτήσεων καθώς και να συμμετέχουν ή να κινούν προπτωχευτικές διαδικασίες, διαδικασίες εξυγίανσης, πτωχευτικές διαδικασίες και διαδικασίες διευθέτησης οφειλών.
Για την περίπτωση διεξαγωγής δίκης από την εταιρεία ως μη δικαιούχο διάδικο, επεκτείνεται το δεδικασμένο ώστε να ισχύει υπέρ και κατά του κυρίου της απαίτησης.
•Οι εταιρείες διαχείρισης θα μπορούν να προσλαμβάνουν Εταιρείες Ενημέρωσης Οφειλετών για ληξιπρόθεσμες οφειλές ή αντίστοιχες εταιρείες που λειτουργούν σε κράτος-μέλος της Ε.Ε. ή του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου.
•Τα δάνεια που μεταβιβάζονται μπορεί να είναι είτε μεμονωμένα είτε να αντιστοιχούν σε ομάδες απαιτήσεων.
Σε περίπτωση των ομάδων απαιτήσεων δεν εφαρμόζεται το άρθρο 479 ΑΚ για την ευθύνη αποκτώντος περιουσία ή επιχείρηση. Σε ομάδα απαιτήσεων κατά του ίδιου δανειολήπτη μπορούν να περιλαμβάνονται και εξυπηρετούμενα δάνεια.
•Δώδεκα μήνες πριν από την πώληση του δανείου θα πρέπει να προταθεί στον δανειολήπτη και τον εγγυητή η ρύθμιση του δανείου, προκειμένου να μην αιφνιδιαστεί ο δανειολήπτης.
Προβλέπεται επίσης διάστημα 12 μηνών ανάμεσα στην πρόσκληση του δανειολήπτη για ρύθμιση και στην πώληση του δανείου του.
Δεν προβλέπεται πρόσκληση ρύθμισης για επίδικες ή επιδικασθείσες απαιτήσεις, ούτε για τους δανειολήπτες που κρίνονται μη συνεργάσιμοι.
•Η τράπεζα καθίσταται αντίκλητος στον εκδοχέα, ώστε να μη δυσχεραίνεται η επίδοση εγγράφων στον οφειλέτη.
•Προβλέπεται ρητά ότι απαγορεύεται η χειροτέρευση της θέσης του οφειλέτη και του εγγυητή ως αποτέλεσμα της πώλησης του δανείου του.
Εξασφαλίζεται με τον τρόπο αυτό ότι οι δανειολήπτες διατηρούν όλα τα δικαιώματά τους καθώς και τις δικονομικές και ουσιαστικές ενστάσεις τους από τη στιγμή που το δάνειό τους πωλείται από τράπεζα σε εταιρεία.
Γλιτώνουν τον κίνδυνο κατηγορίας για απιστία…
Στην αιτιολογική έκθεση του νομοσχεδίου αναφέρεται ότι η δημιουργία αγοράς μη εξυπηρετούμενων δανείων «θα είναι ωφέλιμη τόσο για τα πιστωτικά ιδρύματα όσο και για τους οφειλέτες».
Οπως υποστηρίζει η κυβέρνηση, οι τράπεζες θα μπορούν να ενισχύουν άμεσα τη ρευστότητά τους εισπράττοντας ένα τμήμα της αμοιβής τους, το οποίο είναι αμφίβολο αν θα εισέπραττε με αναγκαστική εκτέλεση και σε κάθε περίπτωση θα το εισέπραττε αργότερα.
Ο δανειολήπτης θα μπορεί να λάβει από τον αγοραστή του δανείου πολύ ευνοϊκότερες προτάσεις ρύθμισης, διότι ο εκδοχέας θα έχει αγοράσει την απαίτηση σε τιμή μικρότερη της ονομαστικής της αξίας και επομένως μια πρόταση που θα ήταν ζημιογόνος για την τράπεζα θα είναι κερδοφόρος από τον εκδοχέα.
Στο ερώτημα γιατί οι τράπεζες πρέπει να πουλήσουν τα δάνεια φτηνά σε funds και δεν κάνουν ρυθμίσεις απευθείας με τους δανειολήπτες, η αιτιολογική έκθεση «απαντά» ότι τα πιστωτικά ιδρύματα δεν προτείνουν ευνοϊκές ρυθμίσεις «καθώς κάτι τέτοιο θα εκθέσει τον εκπρόσωπο της τράπεζας σε κίνδυνο κατηγορίας για απιστία και επομένως είναι αναγκασμένα να προβαίνουν σε αναγκαστική εκτέλεση κατά των οφειλετών».
Με βάση το νομοσχέδιο οι εταιρείες που θα συμμετέχουν στις αγοραπωλησίες και στη διαχείριση δανείων θα πρέπει να εδρεύουν στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο και να ιδρύουν υποκαταστήματα στην Ελλάδα.
Προβλέπεται ότι θα αδειοδοτούνται και θα εποπτεύονται από την ΤτΕ, η οποία εν συνεχεία θα εξειδικεύσει το πλαίσιο.
Θα έχουν επίσης τη δυνατότητα να παρέχουν νέα δάνεια προς αναδιάρθρωση των υφιστάμενων (αφορά ως επί το πλείστον τα επιχειρηματικά).
Υποχρεούνται επίσης να «αποκαλύπτουν» τους μετόχους τους και ειδικά όσους έχουν πάνω από 10% του μετοχικού κεφαλαίου, προκειμένου να περιοριστεί ο κίνδυνος ξεπλύματος χρήματος αλλά και σύστασης εταιρειών από μεγαλομετόχους υπερχρεωμένων εταιρειών.
Οι εταιρείες διαχείρισης και τα funds θα πρέπει να ακολουθούν τον Κώδικα Δεοντολογίας των τραπεζών. Θα μπορούν δηλαδή να κάνουν ρυθμίσεις δανείων στους δανειολήπτες, αλλά και να κινούν διαδικασίες πλειστηριασμών.