Σε μια εποχή όπου οι συγκρούσεις επεκτείνονται πολύ πέρα από τα πεδία μαχών, και ο πόλεμος μεταλλάσσεται σε ένα σύνθετο δίκτυο συμφερόντων, τεχνολογιών και κεφαλαίων, αξίζει να στραφούμε στον ρόλο της πολεμικής βιομηχανίας και του τεχνολογικού τομέα στα γεγονότα που βιώνουμε σήμερα.
Όπως έγραφε ήδη το 1961 ο Ντουάιτ Αϊζενχάουερ, το «στρατιωτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα» αποτελούσε μια αυξανόμενη απειλή για τη δημοκρατία. Σήμερα, έξι δεκαετίες μετά, αυτό το σύμπλεγμα έχει εξελιχθεί σε ένα πολυεπίπεδο στρατιωτικο-πολιτικο-τεχνολογικό οικοσύστημα, ενσωματώνοντας πλέον τη Big Tech, τις μυστικές υπηρεσίες, τα επενδυτικά κεφάλαια και τις διακρατικές συμμαχίες.
Η στρατιωτική «βοήθεια» ως όχημα για την εξαγωγή όπλων
Η αμερικανική και ευρωπαϊκή στρατιωτική υποστήριξη βαφτίζεται «βοήθεια» αλλά λειτουργεί ουσιαστικά ως μέθοδος επιδοτούμενης εξαγωγής εξοπλισμών. Οι εθνικοί κατασκευαστές εξοπλιστικών συστημάτων ενισχύονται, οι κοινοβουλευτικοί έλεγχοι παρακάμπτονται, ενώ τα κυρίαρχα ΜΜΕ ενορχηστρώνουν ένα αφήγημα που παρουσιάζει κάθε σύγκρουση ως «δίκαιη άμυνα» ή «ανθρωπιστική αποστολή».
Από τις «ανθρωπιστικές βόμβες» επιστρέψαμε στο δόγμα του «προληπτικού πολέμου» με ανανεωμένα εργαλεία.
Τεχνολογικοί συνταγματάρχες: η Big Tech στον στρατό
Μετά την πρόσφατη επίθεση του Ισραήλ στο Ιράν, ο αμερικανικός στρατός ανακοίνωσε τη σύσταση του “Detachment 201 – Executive Innovation Corps”, μιας νέας μονάδας με τη συμμετοχή στελεχών των Palantir, Meta και OpenAI, τα οποία εντάχθηκαν ως αντισυνταγματάρχες. Δεν πρόκειται για ερευνητικό εργαστήριο, αλλά για μια θεσμική στρατιωτικοποίηση της Big Tech, όπου οι CEO αποκτούν στρατηγικό ρόλο και συμμετοχή στον σχεδιασμό των επιχειρήσεων.
Η Palantir, που συνεργάζεται με τις υπηρεσίες ασφαλείας των ΗΠΑ (CIA, NSA, FBI), δηλώνει χωρίς περιστροφές ότι φτιάχνει προϊόντα «για επικίνδυνες εποχές». Ο CEO της, Άλεξ Κάρπ, έχει δηλώσει: «Κατασκευάζουμε προϊόντα που προκαλούν φόβο — και μερικές φορές σκοτώνουν.»
ReArm Europe: ο εξοπλιστικός ορίζοντας της Ε.Ε.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν απέχει από αυτές τις εξελίξεις. Με το πρόγραμμα “ReArm Europe” προβλέπει εξοπλιστικές δαπάνες ύψους 800 δισ. ευρώ έως το 2030, εντάσσοντας και αυτή το ευρωπαϊκό μπλοκ στον παγκόσμιο κύκλο όπλων. Πρόκειται για μια στρατηγική επιλογή που δεν εξελίσσεται ανεξάρτητα αλλά μέσα στο ίδιο παγκόσμιο σύστημα στρατιωτικοποίησης της πολιτικής.
Η εμπλοκή της αμυντικής και τεχνολογικής βιομηχανίας δεν περιορίζεται στο εξωτερικό πεδίο. Κατά τη διάρκεια της προσφυγικής κρίσης, δημιουργήθηκε το δόγμα του “Fortress Europe”. Εταιρείες όπως οι Airbus, Thales, Leonardo και Indra εξασφάλισαν συμβόλαια εκατομμυρίων για την ανάπτυξη τεχνολογιών επιτήρησης, ανίχνευσης και αποτροπής. Δρόνοι, θερμικές κάμερες, αισθητήρες, και βάσεις δεδομένων αποτελούν πλέον τα εργαλεία του νέου «ανθρωπισμού» της Ευρώπης.
Στην ίδια εξίσωση προστέθηκαν και τεχνολογικοί κολοσσοί όπως η Palantir και η IBM, που ανέλαβαν την ανάλυση δεδομένων προσφύγων και μεταναστών στο πλαίσιο εντοπισμού «υψηλού ρίσκου» προσώπων. Η διαχείριση πληθυσμών μετατράπηκε σε πεδίο εφαρμογής ψηφιακής αστυνόμευσης.
Η νέα τάξη εξουσίας
Η ενοποίηση στρατού, πολιτικής και τεχνολογίας δημιουργεί μια νέα ελίτ εξουσίας, στην οποία συνυπάρχουν στρατηγοί, πολιτικοί, venture capitalists και data engineers. Ο πόλεμος μετατρέπεται σε επένδυση υψηλής απόδοσης και χαμηλού ρίσκου. Δεν απαιτείται πλέον αποστολή στρατευμάτων — αρκεί ένας αλγόριθμος. Δεν χρειάζεται δημόσια έγκριση — αρκεί ένα κυβερνητικό συμβόλαιο. Οι μάχες δίνονται στα δεδομένα, στα χρηματιστήρια, στο cloud, στις πλατφόρμες.
Οι CEO είναι οι νέοι συνταγματάρχες. Δεν ηγούνται ταγμάτων αλλά ελέγχουν υποδομές, αλγόριθμους, συστήματα, και στρατηγικές αποφάσεις. Οι τεχνολογίες του πολέμου, μετά τη δοκιμή σε εμπόλεμες ζώνες, επιστρέφουν στις κοινωνίες για να ρυθμίσουν τον δημόσιο λόγο, την πληροφορία και τη σκέψη.
Ένα σύστημα χωρίς διέξοδο;
Η μετάβαση από το στρατιωτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα σε ένα πλήρως ενσωματωμένο στρατιωτικο-πολιτικο-τεχνολογικό σύστημα δεν είναι απλώς αλλαγή μοντέλου. Είναι νέα αρχιτεκτονική εξουσίας, η οποία επεκτείνεται αθόρυβα αλλά ασταμάτητα. Οι αποφάσεις για πόλεμο, καταστολή και επιτήρηση μεταβιβάζονται σε ιδιωτικούς παρόχους, ενώ η βία παρουσιάζεται ως «λύση ασφαλείας».
Οι τεχνολογίες αυτές έχουν καταστεί αναπόφευκτες. Ο πόλεμος δεν είναι πλέον υπόθεση μόνο στρατών και κρατών, αλλά δομικό στοιχείο της νέας παγκόσμιας εξουσίας.
Το ερώτημα που τίθεται δεν είναι αν θα συμβεί — αλλά αν μπορούμε ακόμη να βγούμε από αυτό το σύστημα.