Γράφει ο Βαγγέλης Πάλλας,
δημοσιογράφος ΑΠΕ-ΜΠΕ
Η κρίση στην Ελλάδα συνεχίζεται για Πέμπτη συνεχόμενη χρονιά χωρίς καμία σοβαρή προοπτική διεξόδου. Οι δυνατότητες εξόδου της ελληνικής οικονομίας από την κρίση γίνονται ακόμη πιο δυσχερείς λόγω του διεθνούς περιβάλλοντος: η κρίση είναι η πιο βαθιά από τη δεκαετία του ‘30, η Ευρώπη βρίσκεται σε ύφεση ή στασιμότητα, η Ελλάδα διανύει την πιο βαθιά ύφεση που γνώρισε ποτέ χώρα του ΟΟΣΑ σε περίοδο ειρήνης, η Αμερική βρίσκεται αντιμέτωπη με τεράστια οικονομικά προβλήματα και χρέος και οι «δυναμικές» αναπτυσσόμενες οικονομίες όπως Κίνα, Ινδία, Βραζιλία κλπ είναι αντιμέτωπες με μεγάλη πτώση στους ρυθμούς μεγέθυνσης .
Με δεδομένο το τεράστιο ύψος των δημοσίων ελλειμμάτων και του χρέους που χαρακτηρίζουν όχι μόνο την ελληνική οικονομία και τον ευρωπαϊκό Νότο αλλά και το σύνολο των μελών του ΟΟΣΑ, δεν μπορεί να υπάρξει καμία λύση σ’ αυτά τα προβλήματα, αν δεν έχει σαν αφετηρία την άρνηση αποπληρωμής του χρέους, την ανάκτηση της οικονομικής, δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής, την εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος σε συνδυασμό με το πέρασμα των βασικών τομέων της οικονομίας στα χέρια της κοινωνίας ούτως ώστε να αναλάβει ο δημόσιος τομέας την ευθύνη των μαζικών επενδύσεων που απαιτούνται για να ξαναμπεί η οικονομία σε αναπτυξιακή τροχιά. Η (κυβερνητική και τροϊκανή) λογική που στηρίζει την ανάκαμψη της οικονομίας στις υποτιθέμενες επενδύσεις από το μεγάλο κεφάλαιο, δεν προσφέρει καμία προοπτική στα λαϊκά στρώματα. Ακόμα και αν υπάρξει μια περιορισμένη εισροή κεφαλαίων, οι όροι που θέτει το κεφάλαιο για να κάνει οποιαδήποτε «επένδυση» είναι ακριβώς η συνέχιση των πολιτικών που εφαρμόζονται σήμερα: της συντριβής του βιοτικού επιπέδου, της μαζικής εξαθλίωσης, της καταστροφής του κοινωνικού κράτους και της εξάλειψης των συνδικαλιστικών και δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών.
Ζούμε στην εποχή που το υπάρχον κοινωνικό σύστημα μετατρέπεται σε απόλυτο εμπόδιο στην εξέλιξη της κοινωνίας. Πρέπει να παραμεριστεί και να αντικατασταθεί από καινούριες μορφές κοινωνικής οργάνωσης– από ένα σοσιαλιστικό μοντέλο στην οργάνωση της οικονομίας και της κοινωνίας. Η κοινωνία δεν έχει άλλο τρόπο να κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση παρά μόνο μέσα από τις εμπειρίες της – απορρίπτοντας δηλαδή αυτό που υπάρχει χωρίς να έχει πλήρη συνείδηση του τι είναι αυτό το οποίο επιζητεί και κινούμενη, έτσι, μέσα από διαδοχικές προσεγγίσεις. Έτσι ήταν πάντα, έτσι είναι και τώρα. Για να μπορέσει όμως αυτή η διαδικασία της ανατροπής και του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού να ολοκληρωθεί απαιτούνται πολιτικοί φορείς στους οποίους να συμπυκνώνεται η εμπειρία, οι διαθέσεις, οι επιδιώξεις και οι οραματισμοί των εργατικών και λαϊκών στρωμάτων. Αυτό σημαίνει καθήκοντα στους ώμους της Αριστεράς.
Ο κίνδυνος της ακροδεξιάς και του φασισμού
Ένας από τους πιο μεγάλους κινδύνους στην ιστορική περίοδο που διανύουμε είναι ο κίνδυνος της ακροδεξιάς και των φασιστών. Η εκτόξευση της Χρυσής Αυγής από το 0,3% στο 6,9% στις εκλογές του 2012 και η περαιτέρω δημοσκοπική άνοδό της στη συνέχεια δεν είναι κάτι τυχαίο και πρόσκαιρο. Είναι γέννημα της κρίσης με την έννοια της μαζικής απελπισίας και οργής εκατομμυρίων ανθρώπων και της πρωτοφανούς φθοράς και ανυποληψίας του πολιτικού συστήματος και των εκπροσώπων του. Η επίθεση που έχει εξαπολύσει η κυβέρνηση εναντίον της ΧΑ, με τις συλλήψεις ηγετικών της στελεχών, δεν πρόκειται να εξαλείψει το φαινόμενο του νεοφασισμού. Ακόμα και αν η κυβέρνηση θέσει εκτός νόμου τη ΧΑ αυτή θα μπορεί να επανεμφανιστεί με διαφορετικό όνομα σε επόμενη φάση. Η αντίσταση στο φασισμό είναι ένα από σημεία στα οποία η Αριστερά όφειλε και οφείλει να παλέψει ενωτικά. Παρότι αυτό δεν έγινε κατορθωτό, έχουν γίνει σημαντικά βήματα που ενοποιούν τη δράση μεγάλων τμημάτων της Αριστεράς.
Η άνοδος μιας αριστερής κυβέρνησης (ή μιας κυβέρνησης με αριστερά χαρακτηριστικά με βάση ή επίκεντρο τον ΣΥΡΙΖΑ) περιέχει από τη μια μεγάλες δυνατότητες για το κίνημα και από την άλλη μεγάλους κινδύνους. Κάτω από κάποιες συνθήκες μπορεί να αποτελέσει ένα άλμα για τους αγώνες και τις διεκδικήσεις, μπορεί να ανακόψει την επίθεση και τις πολιτικές της λιτότητας, μπορεί να επιτρέψει στο μαζικό κίνημα να μπει στην αντεπίθεση σε όλα τα επίπεδα, μπορεί να ανοίξει το δρόμο σε κατακτήσεις και για τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας. Κάτω από άλλες συνθήκες μπορεί να επιφέρει μια νέα ιστορική ήττα.
Ο κίνδυνος αυτός προκύπτει από την τάση η κυβέρνηση της Αριστεράς να αναζητήσει λύσεις στα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα μέσα από το υφιστάμενο καπιταλιστικό σύστημα. Η αντίληψη ότι μπορεί να υπάρξει ουσιαστική διαπραγμάτευση, συνεννόηση και αμοιβαίοι συμβιβασμοί που να επιτρέπουν την εφαρμογή μιας φιλολαϊκής πολιτικής, με την Τρόικα, την ΕΕ και την ντόπια άρχουσα τάξη είναι ανεδαφική. Μ’ αυτή την έννοια ελλοχεύει ο κίνδυνος μια αριστερή διακυβέρνηση να βρεθεί αντιμέτωπη με μια «ξαφνική» επίθεση από τη μεριά του κατεστημένου, με τη μορφή της έξωσης από το ευρώ και του σαμποτάζ της οικονομίας. Αν η κυβέρνηση της Αριστεράς δεν είναι προετοιμασμένη γι’ αυτό το ενδεχόμενο, με την «επιστράτευση» τολμηρών, επιθετικών πολιτικών που να συγκρούονται με την εξουσία και την κυριαρχία της ΕΕ, των πολυεθνικών και του ντόπιου κεφαλαίου, η οικονομία θα βρεθεί αντιμέτωπη με απότομη βαθιά κρίση και νέο χάος. Αυτό θα σηματοδοτεί την αποτυχία της Αριστεράς στη συνείδηση μεγάλων λαϊκών μαζών και θα ενισχύσει τις δυνάμεις του κατεστημένου, της αντίδρασης και ειδικά της ακροδεξιάς.