«Χρειάστηκε το φρικτό αποτέλεσμα μιας ισραηλινής αεροπορικής επιδρομής στο Χαν Γιουνίς, η οποία σκότωσε εννέα από τα δέκα παιδιά της οικογένειας al-Najjar, για να φέρει το δράμα των Παλαιστινίων στη Γάζα στα πρωτοσέλιδα των ειδήσεων της ισραηλινής τηλεόρασης. Στιγμιαία».
Έτσι ξεκινάει το άρθρο της Anat Saragusti, επικεφαλής του τμήματος ελευθερίας του τύπου στην Ένωση Δημοσιογράφων του Ισραήλ, το οποίο διερευνά σε βάθος τον τρόπο με τον οποίο τα ισραηλινά κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης καλύπτουν ή παραλείπουν να καλύψουν την τρέχουσα ανθρωπιστική κρίση και τα εγκλήματα στη Λωρίδα της Γάζας.
Η δημοσιογράφος υποστηρίζει ότι από τις 7 Οκτωβρίου 2023, ημερομηνία κατά την οποία ξεκίνησε η χερσαία εισβολή του Ισραήλ στη Γάζα, σχεδόν καμία από τις κυρίαρχες τηλεοπτικές εκπομπές ή εφημερίδες του Ισραήλ δεν φέρνει στο προσκήνιο τις ιστορίες των Παλαιστινίων αμάχων ή τη μαζική απώλεια ανθρώπινων ζωών και την εκτεταμένη ανθρωπιστική κρίση.
Τα θύματα περιλαμβάνουν περίπου 18.000 παιδιά, σύμφωνα με το Υπουργείο Υγείας της Γάζας. Εξαίρεση σε αυτή τη συνολική στάση σιωπής αποτελεί η εφημερίδα Haaretz, η οποία καταγράφει με συνέπεια τις απώλειες αμάχων και καλύπτει όλα τα κρίσιμα σημεία της σύρραξης.
Η συγκεκριμένη περίπτωση της οικογένειας al-Najjar παρουσιάζεται ως ένα από τα ελάχιστα παραδείγματα όπου ένας τραγικός θάνατος Παλαιστινίων παιδιών τράβηξε την προσοχή της τηλεόρασης. Το γεγονός μόνο για λίγο εμφανίστηκε στα ισραηλινά τηλεοπτικά πρωτοσέλιδα, πριν η προσοχή γρήγορα μετατοπιστεί στην εσωτερική πολιτική του Ισραήλ.
Ωστόσο, η Saragusti σημειώνει πως ακόμη και σε τέτοιες περιστάσεις η δημόσια συζήτηση στα ισραηλινά μέσα εστιάζει πρωτίστως στην αποτυχία της ισραηλινής δημόσιας διπλωματίας (hasbara) να πείσει τη διεθνή κοινότητα για δίκαια της ισραηλινής πλευράς, παρά στη συμφορά που βιώνουν οι Παλαιστίνιοι.
Ενδεικτικά αναφέρει πως μεγάλος αριθμός Ισραηλινών δεν αναγνωρίζει καθόλου τα πάθη των Παλαιστινίων της Γάζας, αφού η εσωτερική συζήτηση περιστρέφεται κυρίως γύρω από τον πόνο και τα βάρη που υφίστανται οι ίδιοι εξαιτίας του πολέμου. Υπάρχει μάλιστα τμήμα της κοινωνίας που θεωρεί ότι στη Γάζα δεν υπάρχουν αθώοι, και πως όλοι οι κάτοικοι αξίζουν να πεθάνουν.
Την ίδια στιγμή, μερίδα του πληθυσμού επιζητεί αποκατάσταση του εθνικού τους γοήτρου, όπως αυτό, κατά την άποψή τους, προσβλήθηκε από την επίθεση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου 2023, υποστηρίζοντας την ακραία και ολοκληρωτική καταστροφή της Γάζας.
Η Saragusti ασκεί δριμεία κριτική στον τρόπο λειτουργίας των κυρίαρχων μέσων, καταγγέλλοντας ότι αντί να ενημερώνουν αντικειμενικά το κοινό για όσα συμβαίνουν “στο όνομά τους”, επιλέγουν να ευθυγραμμιστούν με τα μεγαλύτερα ακροατήριά τους – μεταξύ αυτών όσοι πιστεύουν πως όλοι στη Γάζα είναι ένοχοι.
Κατά συνέπεια, αυτός ο μονόπλευρος και φιλοκυβερνητικός τρόπος κάλυψης όχι μόνο προδίδει τον πυρήνα του δημοσιογραφικού λειτουργήματος, αλλά συμβάλλει στη διαμόρφωση μιας στρεβλής και επιλεκτικής δημόσιας αντίληψης που διευρύνει το χάσμα με τον υπόλοιπο κόσμο.
Για να κατανοήσει ο αναγνώστης, γράφει η Saragusti, πώς φτάσαμε σε αυτή τη δημοσιογραφική και ευρύτερα κοινωνική κατάσταση, πρέπει να λάβει υπόψη πως το σοκ της σφαγής Ισραηλινών πολιτών τον Οκτώβριο του 2023, σε συνδυασμό με τα τραύματα που συσσώρευσε η σύγκρουση δεκαετιών, έθρεψαν ένα περιβάλλον συλλογικής ανασφάλειας και πόλωσης.
Η αποφυγή της ανάδειξης των Παλαιστινιακών απωλειών στα μέσα μαζικής ενημέρωσης λειτουργεί ως μηχανισμός κοινωνικής αυτοπροστασίας, αλλά και ως όχημα πολιτικής προπαγάνδας.
Ένα ακόμη κομβικό σημείο που θίγεται αφορά τη διεθνή εικόνα του Ισραήλ: Η έλλειψη ουσιαστικής ενημέρωσης για τον πόλεμο και τις επιπτώσεις του στη Γάζα εμποδίζει τους Ισραηλινούς πολίτες να αντιληφθούν τον λόγο που η παγκόσμια κοινή γνώμη, σε μεγάλο βαθμό, στρέφεται ενάντια στην πολιτική τους.
Τα ΜΜΕ ενισχύουν την εντύπωση πως η διεθνής πίεση είναι αδικαιολόγητη ή προϊόν προκατάληψης, εμβαθύνοντας το αίσθημα απομόνωσης.
Αλλά και αυτό το ενημερωτικό διάλειμμα γρήγορα που περιγράφει η Saragusti παραχώρησε γρήγορα τη θέση του στην παραπληροφόρηση. Σε άλλη είδηση στη Haaretz, διαβάζω ότι τα ίδια μέσα άρχισαν να θέτουν ερωτήματα αν η τραγωδία της οικογένειας είναι πραγματική.
Ένα μεγάλο ισραηλινό μέσο ενημέρωσης χρησιμοποίησε μια fake φωτογραφία της οικογένειας Αμπού Ντάκα για να “θέσει ερωτήματα” – δηλαδή να θέσει υπό αμφισβήτηση το τι πραγματικά συνέβη εκείνη την ημέρα.
Κυκλοφόρησαν επίσης φωτογραφίες παιδιών από άλλες οικογένειες, τα οποία φέρονται να είναι τα παιδιά που σκοτώθηκαν. Μεταξύ αυτών περιλαμβανόταν μια φωτογραφία επτά παιδιών που κάθονταν και έπιναν χυμό από πλαστικά ποτήρια. Στην πραγματικότητα η φωτογραφία έδειχνε μια άλλη οικογένεια.
Τελικώς αποδείχθηκε ότι η δολοφονία πράγματι συνέβη. Αλλά τα ισραηλινά μέσα ενημέρωσης δεν ζήτησαν συγγνώμη. Κάτι μου θυμίζει για τα ελληνικά…