Ο Σπύρος Ανδρουλάκης και ο ιστορικός Δημήτρης Δαμασκηνός ανοίγουν έναν κρίσιμο διάλογο για το οθωμανικό φρούριο στο Καλάμι Χανίων, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ «Με θέα τις Καμάρες».
Την Παρασκευή 4 Ιουλίου 2025, στις 8:00 μ.μ., στον προαύλιο χώρο του καλλιτεχνικού Φρι Καφενείου στο Νιό Χωριό Αποκορώνου, θα πραγματοποιηθεί μια σημαντική και επίκαιρη εκδήλωση. Ο Σπύρος Ανδρουλάκης θα συζητήσει με τον ιστορικό και συγγραφέα Δημήτρη Δαμασκηνό για το βιβλίο του «Το φρούριο Ιτζεδίν στο Καλάμι Χανίων: οχυρό, φυλακή, τόπος ιστορικής μνήμης», καθώς και για τις προοπτικές προστασίας, ανάδειξης και επανάχρησής του.
Η εκδήλωση εντάσσεται στο πολιτιστικό πρόγραμμα του Φεστιβάλ «Με θέα τις Καμάρες» που διοργανώνει το Φρι Καφενείον και το οποίο απλώνεται καθ’ όλη τη διάρκεια του καλοκαιριού, αναβαθμίζοντας το πολιτιστικό αποτύπωμα του Αποκόρωνα.
Το Ιτζεδίν: Η Σιωπή πριν τη Μνήμη
Όπως αναφέρεται στο οπισθόφυλλο του βιβλίου, μόλις δεκαπέντε χιλιόμετρα από το κέντρο των Χανίων, απέναντι από την οχυρωμένη νησίδα που φυλάσσει την είσοδο του λιμανιού της Σούδας, δεσπόζει το φρούριο Ιτζεδίν. Ένα επιβλητικό δείγμα οθωμανικής οχυρωματικής αρχιτεκτονικής, που η ιστορία του συνδέεται άρρηκτα με τη στρατιωτική και πολιτική ζωή του τόπου.
Από οχυρό μετατράπηκε σε φυλακή. Από τόπος εξουσίας έγινε τόπος μαρτυρίου. Η σημασία του ως φορέας ιστορικής μνήμης καθιστά αναγκαία την ανάδειξή του, όχι μόνο ως μνημείο, αλλά και ως ζωντανό πεδίο συλλογικής συνείδησης.
Μέχρι την πτώση της δικτατορίας το 1974, το Ιτζεδίν ήταν ένα μνημείο βυθισμένο στη σιωπή. Κανένας δρόμος, κανένα δημόσιο έργο, κανένα μνημείο δεν θύμιζε τα δεινά των εκατοντάδων πολιτικών κρατουμένων – κομμουνιστών και δημοκρατών – που βασανίστηκαν και φυλακίστηκαν στους χώρους του.
Μόλις το 1982, με την επίσημη αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης, άρχισε να διαφαίνεται μια ιστορική αποκατάσταση. Το 1986, το φρούριο Ιτζεδίν χαρακτηρίστηκε ιστορικό διατηρητέο μνημείο που χρήζει προστασίας. Ωστόσο, τέσσερις δεκαετίες μετά, το μνημείο παραμένει παραδομένο στο πέρασμα του χρόνου και στην αδιαφορία της πολιτείας.
Η συμβολή του βιβλίου του Δημήτρη Δαμασκηνού είναι καθοριστική στο να φωτιστούν τα “αντι-μνημονικά” ίχνη της ιστορίας. Όπως επισημαίνεται στο έργο, ο ιστορικός ερευνητής πρέπει να συγκεντρώσει και να ερμηνεύσει τα σπαράγματα της μνήμης – όχι μόνο τα επίσημα αρχεία, αλλά κυρίως τις βιωματικές αφηγήσεις των πρώην κρατουμένων.
Πρόκειται για μια σύνθετη ιστοριογραφική εργασία που απαιτεί επιστημονική διαύγεια, δημοκρατική ευαισθησία και ιστορική ενσυναίσθηση. Μόνον έτσι μπορεί να αποκατασταθεί το Ιτζεδίν ως τόπος θυσίας και όχι ως τουριστικό προϊόν ξεκομμένο από τις κοινωνικές και πολιτικές του αποχρώσεις.
Ενάντια στην Τουριστικοποίηση της Ιστορίας
Στην εποχή της μαζικής τουριστικοποίησης, η τάση να μετατρέπονται τα μνημεία σε “ουδέτερα” αξιοθέατα απειλεί την αυθεντικότητα της ιστορικής μνήμης. Ο Δαμασκηνός προειδοποιεί ότι η ανάδειξη του Ιτζεδίν δεν πρέπει να εγκλωβιστεί σε ένα εθνικό αφήγημα με «αίσιο τέλος», απονευρωμένο από τις κοινωνικές συγκρούσεις και τις πολιτικές διαστάσεις που κουβαλά.
Η πραγματική τιμή σε έναν τόπο μαρτυρίου είναι η ειλικρινής ανάδειξη της αλήθειας του, με σεβασμό στην πολυφωνία και την ιστορική ακρίβεια. Η αποκατάσταση του Ιτζεδίν πρέπει να ενταχθεί σε μια ευρύτερη λογική δημοκρατικής συμπερίληψης και κριτικής μνήμης.
Η συζήτηση της 4ης Ιουλίου αποκτά ιδιαίτερη σημασία σε μια περίοδο όπου η διαχείριση της ιστορικής μνήμης βρίσκεται στο επίκεντρο των κοινωνικών διεργασιών. Η ανάδειξη του Ιτζεδίν δεν είναι απλώς ένα ζήτημα πολιτιστικής πολιτικής, αλλά βαθιά πολιτικό και ηθικό ερώτημα: Πώς τιμούμε τους αγώνες του παρελθόντος χωρίς να τους εκφυλίζουμε;
Ο Δημήτρης Δαμασκηνός προτείνει ένα μοντέλο ιστορικής επανανοηματοδότησης, βασισμένο σε συμμετοχική αφήγηση, ακαδημαϊκή τεκμηρίωση και κοινωνικό διάλογο. Το Φεστιβάλ «Με θέα τις Καμάρες» προσφέρει ένα ανοιχτό βήμα σε αυτόν τον διάλογο, υπενθυμίζοντας ότι η μνήμη δεν είναι παρελθόν· είναι ενεργός πράξη πολιτισμού.