Του Ειρηναίου Μαράκη
«Ο παλιός κόσμος πεθαίνει και ο νέος κόσμος πασχίζει να γεννηθεί.
Τώρα είναι η εποχή των τεράτων» (Αντόνιο Γκράμσι)
Η ταύτιση της ισραηλινής γενοκτονικής πολιτικής με τον ναζισμό, που κάνουν διάφοροι από δεξιά κι αριστερά, όσο και αν ξεκινάει από την αγανάκτηση και το θυμό για τα πραγματικά γεγονότα της σφαγής στη Γάζα άλλο τόσο είναι εξίσου προβληματική και επικίνδυνη με την άρνηση του Ολοκαυτώματος. Η συγκεκριμένη αντίληψη, δεν προσφέρει καμία βοήθεια ούτε στην παλαιστινιακή Αντίσταση κι ενάντια στη δολοφονική πολιτική του κράτους απαρτχάιντ, ούτε στον αγώνα μας ενάντια στη φασιστική απειλή του Τραμπ, της Μελόνι, του Φάρατζ κ.α, εδώ και διεθνώς. Για να μην πω ότι κανονικοποιεί τον ορίτζιναλ αντισημιτισμό μέσα στη σύγχρονη κοινωνία. Προφανώς, γράφοντας για αντισημιτισμό δεν αναφέρομαι σ’ εκείνον που χρησιμοποιεί το Ισραήλ για να στοχοποιήσει τους αντιπάλους του προχωρώντας στην εργαλειοποίηση του Ολοκαυτώματος όπως άλλωστε κάνει από την εποχή της ίδρυσης του.
Με λίγα λόγια, η χρήση του Ολοκαυτώματος ως εργαλείου εξαιρέσεων (για παράδειγμα, για την κατάπνιξη της παλαιστινιακής αφήγησης) οδηγεί σε ηθική εξίσωση που ματαιώνει τόσο την ιστορική εμπειρία των Εβραίων όσο και την τρέχουσα παλαιστινιακή αντίσταση. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Enzo Traverso (2016), στον στοχασμό του για τον εκφυλισμό της εβραϊκής πολιτικής παράδοσης, αποφεύγει αντίστοιχες ταυτίσεις και επιμένει στη διαλεκτική ανάγνωση της σχέσης ανάμεσα στην ιστορική καταπίεση των Εβραίων και στη σύγχρονη αποικιοκρατική πρακτική του κράτους του Ισραήλ ενώ από την πλευρά του ο Michael Rothberg (2009), αναπτύσσει περαιτέρω την έννοια της πολυκατευθυνόμενης μνήμης, υποστηρίζοντας πως η μνήμη του Ολοκαυτώματος μπορεί να συνυπάρχει με άλλες μορφές καταπίεσης, χωρίς σχετικοποίηση ή εργαλειοποίηση. Η κριτική της εβραϊκής διασποράς, κυρίως στις ΗΠΑ, κατά της σιωνιστικής ιδεολογίας με διαδηλώσεις, διαμαρτυρίες και εκδηλώσεις επιβεβαιώνει την παραπάνω θέση.
Ίσως χρειάζεται να ξεκινήσουμε πάλι από τα βασικά ώστε να αποφύγουμε τέτοιες επικίνδυνες παγίδες. Συνοπτικά, ο ναζισμός ήταν μια ρατσιστική, βιομηχανικά οργανωμένη, εξοντωτική ιδεολογία με θεμέλιο την εξάλειψη κάθε “άλλου”, ιδίως των Εβραίων, Ρομά, αναπήρων, ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας κ.λπ. ενώ ο σιωνισμός, με τις πολλαπλές του αποχρώσεις (κοσμικός, θρησκευτικός, σοσιαλιστικός κ.ά.), ιστορικά αποτέλεσε μια απάντηση στην καταπίεση – στο ξεκίνημα του στα τέλη του 19ου αιώνα στην Ευρώπη δεν ήταν η πιο δημοφιλής πρόταση, αν και στη σύγχρονη του εκδοχή μετουσιώθηκε σε αποικιοκρατικό-εποικιστικό καθεστώς, ειδικά από την εποχή της Νάκμπα και μετά. Γενικά, και για είμαστε ιστορικά σωστοί, ο σιωνισμός είναι μια αποικιοκρατική κατάσταση. Μάλιστα, ο ηγέτης του σιωνιστικού κινήματος Theodor Herzl (1860-1904) είχε φτάσει μέχρι τον διαβόητο Βρετανό αποικιοκράτη Cecil Rhodes (1853-1902), ιδρυτή της πρώην αποικίας της Ροδεσίας και Πρωθυπουργός της Αποικίας του Ακρωτηρίου της Καλής Ελπίδας από το 1890 μέχρι το 1896, για να τον προσκαλέσει να βοηθήσει τους Εβραίους να εγκατασταθούν στην Παλαιστίνη, και κατέστησε σαφές ότι τον προσέγγιζε ειδικά επειδή το σχέδιο των Σιωνιστών ήταν «κάτι αποικιακό». Ακόμα, ο Ze’ev Jabotinsky (1880-1940), συγγραφέας και ο πιο δημόσια τιμώμενος Σιωνιστής ηγέτης στο Ισραήλ σήμερα, εξήγησε ξεκάθαρα και δυναμικά τι έκαναν οι Σιωνιστές το 1923 τονίζοντας ότι «Ο σιωνιστικός αποικισμός, ακόμη και ο πιο περιορισμένος, πρέπει είτε να τερματιστεί είτε να πραγματοποιηθεί παρά τη θέληση του ντόπιου πληθυσμού. Αυτός ο αποικισμός μπορεί, επομένως, να συνεχιστεί και να αναπτυχθεί μόνο υπό την προστασία μιας δύναμης ανεξάρτητης από τον τοπικό πληθυσμό – ένα σιδερένιο τείχος που ο ντόπιος πληθυσμός δεν μπορεί να διαπεράσει. Αυτή είναι, εν συντομία, η πολιτική μας απέναντι στους Άραβες. Το να το διατυπώσουμε με οποιονδήποτε άλλο τρόπο θα ήταν μόνο υποκρισία». Το «σιδερένιο τείχος» για το οποίο μιλάει είναι, φυσικά, η αυτοκρατορική Βρετανία. Άλλωστε ο Jabotinsky αποτελεί τη ιδεολογική πηγή του σύγχρονου αιωνισμού κι αντιμετωπίζεται ως ένας ήρωας για τους Ισραηλινούς πολιτικούς και πρωθυπουργούς από τον Menachem Begin, μέχρι τον Ariel Sharon και τον Netanyahu.
Γενικά, η αναθεώρηση όρων εκτός του πολιτικού, επικαιρικού και ιστορικού χαρακτήρα τους είναι μια δουλειά της Ακροδεξιάς που στις ΗΠΑ έχει πάρει έντονο πολεμικό χαρακτήρα και η αξιοποίηση τέτοιων μεθόδων, ακόμα και με αφορμή τόσο ειδεχθή εγκλήματα, από τον κόσμο της Αριστεράς, της Αναρχίας και των κινημάτων είναι ιδιαίτερα προβληματική. Εκτός αν η αλλαγή χρήσης όρων επέλθει από τη δράση των κινημάτων, αν και για να είμαι ειλικρινής εδώ δεν μιλάμε για την ίδια περίπτωση. Ευτυχώς, θα έγραφα «δόξα τω Θεώ» άλλα είμαι άθεος εδώ και δεκαπέντε χρόνια, τέτοιες εκφράσεις παραμένουν μειοψηφικές κι εκφράζονται κυρίως στα κοινωνικά δίκτυα που έτσι κι αλλιώς, ενισχύουν τον αυθορμητισμό, την αμεσότητα και τις στρεβλώσεις στο δημόσιο λόγο.
Θα συνεχίσω αυτό το σημείωμα, με μία ακόμα παρατήρηση. Η ισλαμοφοβία, από τις νεότερες και πιο επικίνδυνες μορφές ρατσισμού, είναι και παραμένει η συγκολλητική ουσία της συμμαχίας της διεθνούς και ντόπιας ακροδεξιάς, ανεξάρτητα σε ποια πλευρά ανήκουν ή τοποθετούνται, με το Ισραήλ. Είναι, λένε, οι φανατικοί μουσουλμάνοι της Χαμάς που σκότωσαν τους Ισραηλινούς εποίκους στις 7 Οκτώβρη, για να καλλιεργήσουν μια συγκεκριμένη αντίληψη του τύπου «οι φανατικοί ισλαμιστές σκοτώνουν τους προοδευτικούς Ισραηλινούς» παραβλέποντας ότι η Επιχείρηση Καταιγίδα του Αλ-Άκσα πρόκειται για μια πράξη αντίστασης του συνόλου των παλαιστινιακών οργανώσεων. Ένα χαρακτηριστικό δείγμα αυτής της αντίληψης το εξέφρασε – ποιος άλλος; – ο Άδωνις Γεωργιάδης σε τηλεοπτική εμφάνιση στην εκπομπή Mega News Talk. Διαβάζουμε στην Εφημερίδα των Συντακτών ότι «Χωρίς δισταγμό ισχυρίστηκε ότι για τα νεκρά παιδιά στη Γάζα φταίει η Χαμάς» ενώ τόνισε «ότι το Ισραήλ σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα και όχι η Γάζα και η Χαμάς. Και στήριξε αυτό το έωλο επιχείρημα λέγοντας ότι μουσουλμάνοι Παλαιστίνιοι στο Ισραήλ κυκλοφορούν πολλοί, ενώ στη Γάζα δεν πηγαίνουν Εβραίοι. Έτσι απλά» (Διαπιστευτήρια Άδωνη σε Νετανιάχου, ΕφΣυν, 23/5/2025)
Δεν μπορούμε ούτε πρέπει να υποτιμήσουμε την ισλαμοφοβία ως μια μορφή ρατσισμού που μεταξύ άλλων «αποδίδει σε όλους τους μουσουλμάνους κοινά –και εννοείται αρνητικά– χαρακτηριστικά: θρησκοληψία, φανατισμό, φονταμενταλισμό, υποτίμηση των γυναικών (και τάση για υποταγή, αν μιλάμε για γυναίκες), έμφυτη ροπή στη βία και τον ανορθολογισμό» αναφέρει ο Θανάσης Καμπαγιάννης (2012). Τονίζει ακόμα ότι «η ισλαμοφοβική στροφή είναι ακόμα πιο επικίνδυνη» σε σχέση με άλλες μορφές ρατσιστικού λόγου καθώς «ξαναβάζει στο παιχνίδι το χρώμα: η αντιπαράθεση των χριστιανών με τους μουσουλμάνους είναι αντιπαράθεση των λευκών απέναντι στους μελαψούς και τους μαύρους, έστω και αν αυτό ποτέ δεν λέγεται ρητά. Επαναφέρει ακόμα το επιχείρημα περί ανωτερότητας και κατωτερότητας των πολιτισμών […] Η στροφή προς την ισλαμοφοβία βαθαίνει επίσης τους αποκλεισμούς για τους μουσουλμανικούς πληθυσμούς που ζουν από παλιότερα στις χώρες της Ευρώπης, είτε μιλάμε για τους μουσουλμάνους της Αλγερίας στη Γαλλία ως αποτέλεσμα της αποικιοκρατίας, είτε για τους Τούρκους της Δυτικής Θράκης, αν μιλάμε για την Ελλάδα». Αντίστοιχη κριτική κάνει και ο Salman Sayyid (2014) που αναφέρει ότι η ισλαμοφοβική ρητορική ενισχύεται και από τη νεοφιλελεύθερη Δεξιά στην Ευρώπη, όπου η έννοια της «πολιτισμικής απειλής» επιτρέπει την ποινικοποίηση των μεταναστών και την αναγωγή του ισλάμ σε παράγοντα τρομοκρατίας. Μέσα από ένα τέτοιο συνοπτικό ορισμό της ισλαμοφοβίας παρατηρούμε, όχι χωρίς φόβο και ενόχληση, ότι η νέα ιμπεριαλιστική επίθεση του κράτους τρομοκράτη του Ισραήλ και των ΗΠΑ, με την αμέριστη κι ενεργό στήριξη της ελληνικής κυβέρνησης, στο Ιράν αναπτύσσεται πάνω στις αρχές της συγκεκριμένης ρατσιστικής αντίληψης. Τα ίδια επιχειρήματα αναπτύχθηκαν και στην εισβολή των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν το 2001.
Με λίγα λόγια, η κυβέρνηση Μητσοτάκη με όπλο της την ισλαμοφοβία πνίγει πρόσφυγες και μετανάστες στο Αιγαίο και τον Έβρο ενώ, με το ίδιο ακριβώς όπλο, δικαιολογεί τη γενοκτονία στη Γάζα και συμμετέχει ενεργά με τη βάση της Σούδας, και όχι μόνο, στην επίθεση στο Ιράν. Συνεπώς, η ισλαμοφοβία –όπως άλλωστε ο ναζισμός κι ο ρατσισμός, ο σιωνισμός, ο πόλεμος– δεν μπορεί να μείνει έξω από τον δημόσιο διάλογο και πρέπει να αντιμετωπιστεί όπως της πρέπει, με την ήττα των μισαλλόδοξων φωνών και της εποχής των τεράτων.
Πηγές:
- Enzo Traverso, The End of Jewish Modernity. London: Pluto Press (2016)
- Michael Rothberg, Multidirectional Memory: Remembering the Holocaust in the Age of Decolonization. Stanford, CA: Stanford University Press (2009)
- Διαπιστευτήρια Άδωνη σε Νετανιάχου, ΕφΣυν, 23/5/2025
- Θανάσης Καμπαγιάννης, Η πάλη ενάντια στο ρατσισμό σήμερα – 30 ερωτήσεις και απαντήσεις για τους μετανάστες, το ρατσισμό και τη φασιστική απειλή, Εκδόσεις Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο (2012)
- Salman Sayyid, Recalling the Caliphate: Decolonisation and World Order. London: Hurst (2014)
- Στοιχεία από Reddit: Γιατί τόσοι πολλοί από εσάς αρνείστε ότι οι πρώτοι Σιωνιστές αποίκισαν κυριολεκτικά την Παλαιστίνη; και Οι πρώτοι σιωνιστές έπρεπε να υιοθετήσουν τον αποικισμό επειδή ήταν η γλώσσα της εξουσίας