Σοκ είχε προκαλέσει το παραλήρημα του ουκρανού παρουσιαστή Φαχρουντίν Σαραφμάλ, κατά την διάρκεια τηλεοπτικής εκπομπής στο κανάλι «24», στις 13 Μάρτη.
Σύμφωνα με ρωσικά μέσα, ο Σαραφμάλ εμφανίστηκε σε εκπομπή δείχνοντας την φωτογραφία του «αρχιτέκτονα» του Εβραικού Ολοκαυτώματος, του Ναζί Άντολφ Άιχμαν και λέγοντας, μεταξύ άλλων, τα εξής φρικιαστικά:
«Αφού στη Ρωσία ήδη μας αποκαλούν ναζί και φασίστες, τότε και γω παίρνω το δικαίωμα να επικαλεστώ τα λόγια του Άντολφ Άιχμαν που είχε πει ότι για να καταστρέψεις ενα έθνος, πρέπει να σκοτώσεις τα παιδιά του. Διότι εάν σκοτώσεις μόνο τους ενήλικες, τα παιδιά θα μεγαλώσουν και θα πάρουν εκδίκηση. Εάν σκοτώσεις τα παιδιά, δεν θα μεγαλώσουν ποτέ και το έθνος θα αφανιστεί».
Όπως σημείωσε ο Φ. Σαραφμάλ ο ουκρανικός στρατός δεν επιτρέπεται να προβεί σε τέτοιες ενέργειες μιας και «οι διεθνείς συνθήκες, η Γενεύη, απαγορεύουν κάτι τέτοιο».
«Όμως εγώ δεν είμαι στρατιώτης. Και εάν έχω την ευκαιρία να πάρω εκδίκηση από τους ρώσους, θα το κάνω σύμφωνα με το δόγμα του Άιχμαν. Θα κάνω τα πάντα ώστε ούτε εσείς, ούτε τα παιδιά σας να ζήσετε σ’ αυτή τη γη».
“Πρέπει να το καταλάβετε ότι όλο αυτό είναι για τη νίκη του Ουκρανικου λαού, όχι για την ειρήνη. Θέλουμε τη νίκη. Και αν πρέπει να σφάξουμε όλες τις οικογένειές σας, εγώ θα είμαι ο πρώτος που θα το κάνει”, είπε ο Αφγανικής καταγωγής Sfarafmal. “Και ελοίζω ότι δε θα ξαναϋπάρξει ένα έθνος όπως η Ρωσία και οι Ρώσοι σε αυτή τη γη ξανά”
“Αν οι Ουκρανοί έχουν την ευκαιρία, που την έχουν τώρα, να καταστρέψουν, να σφάξουν, να σκοτώσουν, να στραγγαλίσουν τους μοσχοβίτες, ελπίδα ότι ο καθένας θα συνεισφέρει και θα σκοτώσει τουλάχιστον ένα μοσχοβίτη”, τελείωσε.
Αργότερα δήλωσε ότι οι ακραίες αυτές δηλώσεις του έγιναν αφού έμαθε για τον θάνατο ενός πολύ καλού του φίλου στο πεδίο των μαχών.
Ποιος ήταν ο Άντολφ Άιχμαν
Ο Άντολφ Άιχμαν ήταν συνταγματάρχης των SS και επικεφαλής του Γραφείου Εβραϊκών Υποθέσεων της Γκεστάπο, θεωρείται ο αρχιτέκτονας του Ολοκαυτώματος, που στοίχισε τη ζωή σε περίπου έξι εκατομμύρια Εβραίους ολόκληρης της Ευρώπης.
Η Δίκη του Άντολφ Άιχμαν άρχισε στις 11 Απριλίου 1961 στο Τελ Αβίβ κι έλαβε μεγάλη δημοσιότητα σε όλο τον κόσμο. Κατηγορήθηκε για εγκλήματα κατά του εβραϊκού λαού και της ανθρωπότητας. Ο ίδιος υποστήριξε ότι εκτελούσε εντολές ανωτέρων του. Έπειτα από 14 εβδομάδες ακροαματικής διαδικασίας, η δίκη ολοκληρώθηκε στις 14 Αυγούστου. Οι τρεις δικαστές διασκέφθηκαν και στις 15 Δεκεμβρίου 1961 εξέδωσαν την ετυμηγορία τους, επιβάλλοντας στον κατηγορούμενο τη θανατική ποινή. Ο Άιχμαν δικάστηκε σε δεύτερο βαθμό από το Ανώτατο Δικαστήριο του Ισραήλ, το οποίο διατήρησε την ποινή του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου (29 Μαΐου 1962). Η αίτηση για απονομή χάριτος απερρίφθη από τον πρόεδρο του Ισραήλ, Ιτζάκ Μπεν Ζβι, παρά τις διεθνείς εκκλήσεις για επιείκεια.
Η ποινή εκτελέστηκε δια απαγχονισμού λίγα λεπτά μετά τα μεσάνυχτα της 31ης Μαΐου 1962 στη φυλακή Ράμλα. Πριν από την εκτέλεσή του, ο Άιχμαν αρνήθηκε το τελευταίο γεύμα και αντί αυτού προτίμησε να πιει μισό μπουκάλι από ένα τοπικό κόκκινο κρασί. Τα τελευταία λόγια του ήταν: «Ζήτω η Γερμανία, Ζήτω η Αυστρία, Ζήτω η Αργεντινή. Είναι οι τρεις χώρες που δεν θα ξεχάσω ποτέ. Υπάκουσα στους κανόνες του πολέμου και της σημαίας μου. Είμαι έτοιμος». Είναι η μοναδική εκτέλεση θανατικής ποινής που έχει γίνει μέχρι σήμερα στο κράτος του Ισραήλ, καθώς η εσχάτη των ποινών δεν επιβάλλεται στα κοινά εγκλήματα. Αμέσως μετά τον απαγχονισμό, η σορός του Άιχμαν αποτεφρώθηκε και η στάχτη του διασκορπίστηκε στα ανοιχτά της Μεσογείου, προκειμένου να σβήσει η όποια ανάμνηση γι’ αυτόν και να μην ηρωποιηθεί.
Τα χρόνια που ακολούθησαν η δράση και η προσωπικότητα του Άντολφ Άιχμαν απασχόλησαν πολύ τους ιστορικούς. Στο ερώτημα κατά πόσο ήταν υπεύθυνος για το Ολοκαύτωμα, κάποιοι απάντησαν καταφατικά, υποστηρίζοντας ότι γνώριζε τι έπραττε. Οι υπερασπιστές του, ανάμεσά τους και οι γιοι του, αντέτειναν ότι δεν έπρεπε να δικασθεί και να καταδικασθεί σε θάνατο, διότι εκτελούσε απλώς το καθήκον του ως στρατιώτης.
Η διάσημη γερμανοεβραία πολιτική φιλόσοφος Χάνα Αρεντ, που παρακολούθησε τη δίκη, είδε μία άλλη εικόνα του Άιχμαν. Στο πρόσωπό του δεν διέκρινε έναν φανατικό διψασμένο για αίμα, αλλά έναν γραφειοκράτη που ήθελε να ευχαριστήσει τους ανωτέρους του. Απαριθμούσε τρένα που οδηγούσαν ανθρώπους στο θάνατο, λες και μιλούσε για φορτία με πορτοκάλια, Ήταν ασφαλώς ένας άνθρωπος που είχε στείλει εκατομμύρια Εβραίους στους θαλάμους αερίων, αλλά το κίνητρό του δεν ήταν ο αντισημιτισμός. Έγινε Ναζί επειδή του άρεσε να πηγαίνει με το πλήθος. Τα εγκλήματά του ήταν η απόδειξη της «κοινοτοπίας του κακού» (Χάνα Αρεντ: «Ο Άιχμαν στην Ιερουσαλήμ: Η κοινοτοπία του κακού», εκδόσεις ΘΥΜΕΛΗ).