Αριστουργήματα από τον Μπελλίνι στον Τισιάνο και από τον Μαντένια στον Ραφαήλ/ Πάδοβα, Palazzo del Monte di Pietà, Piazza Duomo / 2 Φεβρουάριου 2013 – 9 Μάιου 2013 | Το ίδρυμα Fondazione Cassa di Risparmio di Padova e Rovigo παρουσιάζει την έκθεση Πιέτρο Μπέμπο και η εφεύρεση της Αναγέννησης, στο Palazzo del Monte di Pietà στην Piazza Duomo, 2 Φεβρουάριου με 19 Μάιου, 2013. Αριστουργήματα από τη συλλογή του βενετού «προστάτη των τεχνών» Πιέτρο Μπέμπο, ο οποίος αργότερα έγινε και καρδινάλιος, μετά από πέντε αιώνες, επιστρέψαν στην Πάδοβα. Πόλη όπου και βρίσκεται η οικία στην οποία είχαν αρχικά συγκεντρωθεί και η οποία εξακολουθεί να υπάρχει σήμερα στη Via Altinate.
Η μεγάλη, από πολλές πλευρές, έκθεση Πιέτρο Μπέμπο και η εφεύρεση της Αναγέννησης. Αριστουργήματα από τον Μπελλίνι στον Τισιάνο και από τον Μαντένια στον Ραφαήλ (Pietro Bembo e l’invenzione del Rinascimento. Da Bellini a Tiziano, da Mantegna a Raffaello) είναι σε επιμέλεια του Guido Beltramini, και μιας πλειάδας συνεργατών. Η έκθεση ανοίγει τις πύλες της στα πλαίσια του περσυνού διεθνούς συνεδρίου στο ίδιο ίδρυμα με τη συνεργασία του Centro Internazionale Andrea Palladio και με την οικονομική υποστήριξη του ιταλικού υπουργείου πολιτισμού, Ministero per i Beni Culturali ed Ambientali.
Δεν αποτελεί έκπληξη ότι για την επίσημη ανακοίνωση και παρουσίαση της έκθεσης επιλέχθηκε η Casa Bembo, σήμερα το Μουσείο του Τρίτου Στρατού. Εκεί, κατά τα έτη που ο Μπέμπο ζούσε στην Πάδοβα, ή από τις αρχές τις τρίτης δεκαετίας του δέκατου έκτου αιώνα, συγκεντρώθηκαν έργα ζωγραφικής από μεγάλους δασκάλους όπως ο Μαντένια και ο Ραφαήλ, αρχαία γλυπτά αξιολόγου μεγέθους και αξίας, πολύτιμοι λίθοι, χάλκινα αντικείμενα, χειρόγραφα, σπάνια αρχαία νομίσματα και μετάλλια διαφόρων υλικών. Ο πλούτος και η ποικιλία των αντικειμένων τέχνης που συλλέχθηκαν για την αισθητική αλλά και ως πολύτιμα αντικείμενα για τη μελέτη του παρελθόντος, έκανε «στα μάτια της Ευρώπης» το σπίτι του Μπέμπο να μοιάζει ως «το σπίτι των Μουσών» ή «Musaeum» – ένας πρόδρομος δηλαδή, σύμφωνα με τους επιμελητές της έκθεσης, του σύγχρονου μουσείου.
Για μια σύντομη περίοδο, χάρη στην επιρροή του Μπέμπο και στη συλλεκτική του δραστηριότητά, η Πάδοβα έγινε το κέντρο βάρους και το σταυροδρόμι ενός «διεθνούς καλλιτεχνικού πολιτισμού», διότι στην πόλη ήρθε στη ζωή, σύμφωνα πάλι με τους επιμελητές της έκθεσης, κάτι το νέο που θα έχει τεράστιες συνέπειες για τους επόμενους αιώνες, η γέννηση ενός νέου είδους συλλογής και παρουσίασης των έργων τέχνης – όχι μόνο για την τέχνη, αλλά και για την ίδια τη γνώση: το «Μουσείο», ένας όρος που έχει από τότε «καθολική ισχύ». Βέβαια, δεν γνωρίζω κατά πόσο το «Μουσείο» του Μπέμπο μπορεί με κάποιο τρόπο να συνδεθεί με μια νεωτερική άποψη, ή έστω μοντερνιστική, για το μουσείο ή ακόμα με τον σημερινό ορισμό του κατά το ICOM (Διεθνές συμβούλιο μουσείων / International Council of Museums)και τις αρχές ή τα αξιώματα της σύγχρονης μουσειολογίας. Το «Μουσείο» του Μπέμπο μπορεί εύκολά όμως να συνδεθεί μια τη συγκέντρωση έργων για τη δημιουργία μίας προσωπικής συλλογής με κύριο άξονα το προσωπικό, οικονομικό και πολιτικό κύρος και επίδειξη αυτού. Παράλληλα, δεν γνωρίζω αν όλη η Πάδοβα συμμετείχε σε αυτό το «φαινόμενο της αναγέννησης» ή απλά μόνο τα «σπίτια» του Μπέμπο και του κύκλου του.
Μετά το θάνατο του Μπέμπο τα αριστουργήματα πωλήθηκαν από γιο του τον Torquato. Από τότε τα έργα αυτά βρίσκονται διάσπαρτα σε μεγάλα διεθνή μουσεία σε όλο τον κόσμο. Μάλιστα, η έκθεση αυτή δεν θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί αν τα μουσεία δεν δάνειζαν στην «Ιταλία» τα έργα που κάποτε ανήκαν στον Πιέτρο Μπέμπο.
Ο Pietro Bembo (1470 – 1547) είναι μια πολύπλευρη προσωπικότητα – εικόνα της Αναγέννησης στην Ιταλία. Γεννημένος στη Βενετία, κατοικούσε στην Πάδοβα, και στο «σπίτι των παπών της Ρώμης» στο Βατικανό. Ήταν πολλά πράγματα μαζί, και όλα στα μέγιστο βαθμό. Ήταν ποιητής, ιστορικός και βιβλιοθηκάριος της Ενετικής Δημοκρατίας. Ως συγγραφέας, μάλιστα, επηρέασε αποφασιστικά τη λογοτεχνία της Αναγέννησης. Με τον Aldus Manutius (Aldo Manuzio, 1449 – 1515) άλλαξε ριζικά την έννοια του βιβλίου, επανέκδωσε και σχολίασε αρχαίους κλασσικού, σε μικρού μεγέθους τόμους που, πια, θα μπορούσαν να διαβαστούν και έξω από τη «σχολική» τάξη. Αγαπούσε τις όμορφες γυναίκες – τα γραπτά του και τα κείμενα του το επιβεβαιώνουν – όπως τη Λουκρητία Βοργία, και τραγουδούσε την αγάπη, όχι μόνο με την πλατωνική της έννοια… Στα εξήντα εννέα του χρόνια διορίστηκε καρδινάλιος από τον Πάπα Παύλο III, και έθεσε τις βάσεις για τη θρυλική, μέχρι σήμερα, Βιβλιοθήκη του Βατικανού. Όπως και ο Ραφαήλ και ο Μιχαήλ, ο Μπέμπο ήταν φίλος, και προστάτης, καλλιτεχνών, όπως ο Τζοβάννι Μπελλίνι, ο Σανσοβίνο, ο Σεμπαστίανο ντελ Πιόμπο, o Τιτσιάνος, ο Μπενβενούτο Τσελλίνι, ο Βαλέριο Μπέλλι, έργα των οποίων και συνέλλεγε.
Ο τίτλος της έκθεσης, Μπέμπο και η εφεύρεση της Αναγέννησης, ανατρέχει στην Ιταλία στα τέλη του δέκατου πέμπτου αιώνα, όταν η χερσόνησος χωρίζεται ακόμα σε μικρές αυλές και τα κέντρα εξουσίας. Σε μια χώρα σχεδόν πάντα σε πολιτική και στρατιωτική κρίση, ο Μπέμπο προσφέρει μια κοινή πολιτιστική ταυτότητα. Αυτός είναι πράγματι ένας υπέρμαχος της ιδέας της «ενοποίησης της Ιταλίας» ξεκινώντας με τη δημιουργία μιας «εθνικής γλώσσας»: η πεζογραφία και τα ποιήματα του Μπέμπο, για παράδειγμα, γράφονται στην καθομιλουμένη και «χυδαία» γλώσσα και όχι στα λατινικά, σε μια γλώσσα, δηλαδή, που ήταν βασισμένη στα ιταλικά κείμενα του Πετράρχη και του Βοκάκιου.
Όσον αφορά την τέχνη, τώρα, ο Μπέμπο δείχνει τον Μιχαήλ Άγγελο και τον Ραφαήλ ως πρωταθλητές μιας νέας, επαναστατικής τέχνης, που πηγαίνει παράλληλα ως προς το τι συμβαίνει στο χώρο της λογοτεχνίας – την ανάδειξη «αρχαίων» προτύπων. Αποτυπώνει το δημιουργικό τους ταλέντο και προχωράει σε μια νέα «γλώσσα της τέχνης» με βάση το μεγαλείο της αρχαίας ρωμαϊκής, και ψάχνει για μια απόλυτα διαχρονική αισθητική και τέχνη: μια παγκόσμια γλώσσα της τέχνης που θα αναγνωριστεί στο μέλλον, αιώνες μετά, ως ένα από τα επιτεύγματα της ιταλικής Αναγέννησης. Επιτεύγματα τα οποία, σύμφωνα με τους επιμελητές της έκθεσης, «βοηθούν» την «μικρή Ιταλία σε κάθε πολιτιστική, ή και όχι, μάχη και πόλεμο…
Η έκθεση Pietro Μπέμπο και η εφεύρεση της Αναγέννησης μας αφηγείται αυτές και άλλες πολλές ιστορίες μέσα από τα αριστουργήματα του Μαντένια, του Ραφαήλ, του Τζοβάννι Μπελλίνι, του Τιτσιάνου, έργα των όποιων ο ίδιος ο Μπέμπο συνέλλεξε και, μάλιστα, τις περισσότερες φορές συνείσφερε στην ίδια τους τη δημιουργία.