16.8 C
Chania
Saturday, November 16, 2024

Ποτοαπαγόρευση: Ένα τεράστιο λάθος, που γιγάντωσε τη Μαφία | Φωτός + Ηχητικό

Ημερομηνία:

Για δεκατρία χρόνια από την 1η Ιανουαρίου του 1920 έως την 5η Δεκεμβρίου του 1933 στην χώρα, είχε κηρυχθεί παράνομη η  παρασκευή, διακίνηση, εισαγωγή, εξαγωγή και πώληση αλκοολούχων ποτών.

Εμείς θα γυρίσουμε πίσω στην δεκαετία του 1920, για να καταλάβουμε τους λόγους που επιβλήθηκε το μέτρο και στη συνέχεια θα προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε γιατί ήταν ένα μέτρο που απέτυχε και πως βοήθησε την γιγάντωση του οργανωμένου εγκλήματος.

Το μεταναστευτικό κύμα της τελευταίας περιόδου του 19ου αιώνα εναπόθεσε ένα ετερόκλητο πλήθος νέων πολιτών στις ακτές της Αμερικής, πολλοί από τους οποίους προέρχονταν από πολύ λιγότερο “φωτισμένες” περιοχές απ’ όσο η Αγγλία.

Αυτοί οι τελευταίοι μετανάστες γρήγορα διαπίστωσαν ότι οι πρόδρομοί τους υπέμεναν έναν τρόπο ζωής στέρησης και δυστυχίας. Προερχόμενοι από την Ιρλανδία, τη Σικελία ή την Ουαλία οι νεοφερμένοι δεν έχασαν την ευκαιρία να επωφεληθούν οικονομικά, παρέχοντας μερικές ανθρώπινες διευκολύνσεις. Πρόσφεραν από τυχερά παιχνίδια μέχρι γυναίκες, ενώ οι διεφθαρμένες αρχές έκαναν τα στραβά μάτια.

Πως ξεκίνησε

Μέλη της Χριστιανικής Ένωσης Εγκράτειας Γυναικών
Μέλη της Χριστιανικής Ένωσης Εγκράτειας Γυναικών

Παρόλο που οι πουριτανικοί κανόνες συμπεριφοράς απαγόρευαν τη μέθη, δεν απέκλειαν τη μέτρια κατανάλωση ποτών, ιδιαίτερα με τη μορφή της μπύρας.

Έχοντας εισαχθεί στο Λονδίνο γύρω στο 1720, το φτηνό τζιν δημιούργησε μια επιδημία εθισμού. Στις “αποικίες”, έκαναν την εμφάνισή τους ορισμένες κοινότητες εγκράτειας σε μια μάταιη προσπάθεια να κρατήσουν τη μάστιγα μακριά από το Νέο Κόσμο.

Η ιστορία ξεκίνησε με την επικύρωση της 18ης τροπολογίας, η οποία απαγόρευσε την παραγωγή, την πώληση ή τη μεταφορά των αλκοολούχων ποτών στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι σταυροφόροι και οι οργανισμοί εναντίον του αλκοόλ έδωσαν ώθηση στην τροποποίηση, το 1919, παίζοντας με το φόβο για ηθική παρακμή μίας χώρας που μόλις βγήκε από τον πόλεμο. Ο Νόμος Βόλστερντ, καθόρισε τους κανόνες επιβολής της απαγόρευσης που τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 1920.

Η κατανάλωση οινοπνευματωδών ποτών ήταν για πολλά χρόνια ένα αμφιλεγόμενο θέμα στην Αμερική από την περίοδο της αποικιοκρατίας.

Τον Μάιο του 1657, το Γενικό Δικαστήριο της Μασαχουσέτης έκρινε παράνομη την πώληση ισχυρών οινοπνευματωδών ποτών  του ρουμίου, του κρασιού , του κονιάκ , κλπ.

Ο Μπένζαμιν Ρας , ένας από τους σπουδαιότερους γιατρούς στα τέλη του δέκατου όγδοου αιώνα , πίστευε στη μετριοπάθεια παρά την απαγόρευση.

Στην πραγματεία του που εκδόθηκε το 1784 , “Η έρευνα σχετικά με τις επιπτώσεις του αλκοόλ στο ανθρώπινο σώμα”  υποστήριξε ότι η υπερβολική χρήση αλκοόλ ήταν ζημιογόνος για τη σωματική και ψυχική υγεία.

Στις αρχές του 1800 σχηματίστηκαν “ομάδες εγκράτειας” σε οκτώ κράτη, την ώρα που το 1830 οι Αμερικανοί κατανάλωναν κατά μέσο όρο 1,7 μπουκάλια σκληρού αλκοόλ ανά εβδομάδα.

Καμία ομάδα δεν ύψωσε το λάβαρο της εγκράτειας υψηλότερα από τις γυναίκες. Άλλωστε ήταν εκείνες που υποχρεώνονταν να υπομένουν τις επιπτώσεις που είχαν τα οινοπνευματώδη ποτά στους ταβερνόβιους συζύγους τους. Έτσι, το 1874, καταλαμβάνοντας την εμπροσθοφυλακή του αντιαλκοολικού κινήματος, συγκρότησαν σε εθνικό επίπεδο τη “Χριστιανική Ένωση Εγκράτειας Γυναικών” (Women’s Christian Temperance Union). Την ίδια περίοδο σχηματίστηκε και η “Ένωση κατά των Σαλούν” (Anti-Saloon League).

Μέλη των δύο αυτών οργανώσεων σχημάτισαν το Κόμμα της Απαγόρευσης-Prohibition Party-, που πήρε μέρος στις προεδρικές εκλογές του 1872, αλλά συγκέντρωσε μόλις 5.608 ψήφους.

Το 1879 ο Τζον Σεντ Τζον εκλέχθηκε κυβερνήτης του Κάνσας και τέσσερα χρόνια αργότερα το Κάνσας έκανε η πρώτη πολιτεία στην Αμερική, που κήρυξε παράνομο το αλκοόλ.

Το 1881 η πολιτεία του Κάνσας έγινε η πρώτη πολιτεία που  απαγόρευσε τα οινοπνευματώδη  ποτά.

Τρία χρόνια αργότερα, το 1884 ο Σεντ Τζον έθεσε υποψηφιότητα για Πρόεδρος της Αμερικής με τη σημαία του Κόμματος της Απαγόρευσης και έλαβε 150.369 ψήφους.

Επιφανείς εκπρόσωποι του επιχειρηματικού κόσμου (Φορντ, Ροκφέλερ) δήλωναν ότι οι εργαζόμενοι θα ήταν πιο παραγωγικοί εάν απείχαν από το αλκοόλ. Μάλιστα, ο Τζον Ροκφέλερ δώρισε 350.000 δολάρια στην “Ένωση κατά των Σαλούν” (Anti-Saloon League).

Η κοινή γνώμη άρχισε να αλλάζει διάθεση και ως το 1919 το 75% των πολιτειών είχε ευθυγραμμισθεί με τη 18η τροποποίηση του Συντάγματος, που απαγόρευσε την πώληση ή διακίνηση αλκοολούχων ποτών (16 Ιανουαρίου 1919). Ένας χρόνο αργότερα, στις 16 Ιανουαρίου του 1920, τέθηκε σε ισχύ με το νόμο Βόλστερντ -Volstead Act-. Ήταν η ληξιαρχική πράξη για την έναρξη της Ποτοαπαγόρευσης.

Η 18η τροποποίηση προέβλεπε ότι “Κανένας δεν δε θα παράγει , πωλεί, ανταλλάσσει, μεταφέρει, εισάγει, εξάγει, παραδίδει, εφοδιάζει ή κατέχει οποιοδήποτε υγρό προκαλεί μέθη, παρά μόνο υπό προϋποθέσεις της συγκεκριμένης διάταξης”.

Γιατί απέτυχε η 18η τροποποίηση του Συντάγματος

800px-Woman's_Christian_Temperance_Union_Cartoon

Οι πολίτες των Η.Π.Α ξύπνησαν το πρωί της Πρωτοχρονιάς του 1920 με μια νέα απαγόρευση. Μπορεί ο νόμος  Βόλστερντ να ήταν αυτός που καθόριζε τους κανόνες επιβολής της απαγόρευσης, ωστόσο οι πολίτες συνέχισαν να πίνουν και μάλιστα σε μεγάλες ποσότητες.

Η ποτοαπαγόρευση αντί να μειώσει τον αλκοολισμό τον εκτόξευσε κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1920. Μάλιστα σύμφωνα με μετρήσεις των ασφαλιστικών εταιριών αυτή έφτασε το 300%.

Μέσα σε λίγους μήνες σαν μανιτάρια ξεφύτρωναν μαγαζιά που πουλούσαν παράνομα αλκοόλ. Μόνο στη Νέα Υόρκη αυτά έφταναν τα 30.000.

Οι δρόμοι ήταν γεμάτοι συμμορίες, οι οποίες εξειδικεύτηκαν στις κλοπές, ληστείες και παράνομη παρασκευή αλκοόλ. Μπορεί η απαγόρευση να επιβράδυνε το λαθρεμπόριο αλκοόλ από τον Καναδά και άλλες τις άλλες χώρες ωστόσο η μαφία ανέλαβε δράση.

Τα συνδικάτα του εγκλήματος, βλέποντας ότι η παρασκευή και η διακίνηση αλκοόλ είναι επικερδές άρχισαν τις μαζικές κλοπές αλκοόλ βιομηχανικής παραγωγής, που χρησιμοποιούνταν στην παρασκευή βαφών, διαλυτών, καυσίμων και ιατρικών προμηθειών και το επαναδιύλιζαν προκειμένου να το κάνουν πόσιμο.

Σύμφωνα με στοιχεία του Υπουργείου Οικονομικών εκλάπησαν περίπου 60 εκατομμύρια γαλόνια βιομηχανικής αλκοόλης για να ικανοποιηθούν οι πότες της χώρας.

Για να πωλούν την κλεμμένη βιομηχανική αλκοόλη, τα συνδικάτα λαθρεμπόρων απασχολούσαν χημικούς να επεξεργάζονται τα προϊόντα μετατρέποντας τα σε πόσιμα. Οι λαθρέμποροι πλήρωναν τους χημικούς τους, πολύ περισσότερα απ’ ότι η κυβέρνηση προκειμένου να διακριθούν στην εργασία τους. Το κλεμμένο και δισαπεσταγμένο αλκοόλ  έγινε η κύρια πηγή ποτού στη χώρα.

Μεγάλες ήταν οι δημοσιονομικές απώλειες, καθώς η φορολόγηση του αλκοόλ έφερνε “ζεστό” χρήμα στα κρατικά ταμεία. Υπολογίστηκε ότι με την απαγόρευση το κράτος έχανε κάθε χρόνο 500 εκατομμύρια δολάρια από τη φορολογία του αλκοόλ.

Οι αρνητικές επιπτώσεις 

5_Prohibition_Disposal(9)

Η ποτοαπαγόρευση ήταν ένα κοινωνικό πείραμα που απέτυχε. Σύμφωνα με τον συγγραφέα Peter McWilliams, γνωστό για τον αγώνα του υπέρ της αποποινικοποίησης της Μαριχουάνας, δώδεκα είναι οι αρνητικές επιπτώσεις της ποτοαπαγόρευσης.

1. Δημιούργησε έλλειψη σεβασμού προς τον νόμο

2. Έλλειψη σεβασμού προς τη θρησκεία

3. Δημιούργησε το οργανωμένο έγκλημα

4. Υπήρξε διαφθορά στις διαδικασίες επιβολής του νόμου και τους πολιτικούς

5. Υπερπληθυσμός στα σωφρονιστικά καταστήματα

6. Αύξηση των σωματικών βλαβών από τις μάχες μεταξύ μαφιόζων και αστυνομικών

7. Έβλαψε τους πολίτες οικονομικά, συναισθηματικά και ηθικά

8. Άλλαξε τις συνήθειες κατανάλωσης αλκοόλ

9.Το κάπνισμα έγινε συνήθεια

10. Εμπόδισε την αντιμετώπιση των προβλημάτων με το αλκοόλ .

11. Προκάλεσε “ανηθικότητα “.

12. Το μέτρο είχε ως αποτέλεσμα να αυξηθεί το κόστος του αλκοόλ

Το αδύναμο σημείο του νόμου

homemade

Οι ασφυκτικοί περιορισμοί του Βόλστερντ έδειχναν να καλύπτουν τα πάντα, ωστόσο δεν ήταν έτσι. Μπορεί η πώληση οινοπνευματωδών να ήταν γενικά παράνομη, αλλά η κατανάλωση οινοπνευματωδών επιτρεπόταν.

Λόγω του γεγονότος ότι η 18η Τροποποίηση δεν επηρέαζε στο ελάχιστο την ακόρεστη δίψα της Αμερικής, ήταν απλώς θέμα χρόνου να στηθεί η μεγαλύτερη παράνομη οικονομία στην ιστορία της ανθρωπότητας.

Με την έλευση της ποτοαπαγόρευσης τον 20ου αιώνα, το δέλεαρ της παράνομης παραγωγής και διακίνησης ποτών έγινε σχεδόν ακατανίκητο: αστρονομικά κέρδη σε συνδυασμό με κυριολεκτικά ανύπαρκτο κίνδυνο αποτελούσαν ένα πανίσχυρο μείγμα.

Στοίχιζε μόλις 5 δολάρια η παραγωγή ενός βαρελιού μπύρας, το οποίο πουλιόταν στη λιανική έναντι 55 δολαρίων το λιγότερο.

Έτσι για παράδειγμα, ο Τζωρτζ Ρέμος, πανίσχυρος δικηγόρος- κατόπιν λαθρέμπορος- από το Οχάιο, κέρδισε 40 εκατομμύρια δολάρια μέσα σε τρία χρόνια, ένα συγκλονιστικό ποσό για την εποχή.

Το 1923 η ομοσπονδιακή κυβέρνηση απασχολούσε μόνο 1500 πράκτορες για την επιβολή της ποτοαπαγορεύσης ολόκληρη τη χώρα. Στις σπάνιες περιπτώσεις που γινόταν μια σύλληψη, οι ομοσπονδιακοί επέβαλλαν το μάλλον ασήμαντο πρόστιμο των 1000 δολαρίων.

Υποαμειβόμενοι πράκτορες επιβολής της ποτοαπαγόρευσης και διψασμένοι στρατιώτες που επέστρεφαν από το Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο συνέβαλαν ώστε η κατανάλωση οινοπνευματωδών να παραμείνει η αγαπημένη ενασχόληση των Αμερικανών.

Η Γιγάντωση Μαφίας

1024px-Raceland_Louisiana_Beer_Drinkers_Russell_Lee

Το οργανωμένο έγκλημα έλαβε μεγάλη ώθηση από την απαγόρευση. Η Μαφία περιόρισε τη δραστηριότητά της στην πορνεία, τα τυχερά παιχνίδια και τους εκβιασμούς και στράφηκε στο λαθρεμπόριο αλκοόλ.

Στις αρχές του 20ου αιώνα η παραοικονομία αξιοποιούσε ήδη μια ανθούσα μαύρη αγορά όταν η συνταγματική τροποποίηση για απαγόρευση της μπύρας και του αλκοόλ άνοιξε έναν γρήγορο κι εύκολο δρόμο προς τον υπερβολικό πλουτισμό.

Αυτή η καταστροφική ομοσπονδιακή νομοθετική ρύθμιση, η οποία κυοφορούνταν για περισσότερο από έναν αιώνα, υπήρξε το τελευταίο οχυρό του πουριτανικού ονείρου για το θεοκρατικό πολιτικό σύστημα.

Ωστόσο, η παραφροσύνη μιας πανεθνικής απαγόρευσης του αλκοόλ είχε αλλόκοτη επίπτωση: αντί να κυβερνήσει η θέληση του θεού, πρόσφερε στις συμμορίες του Σικάγου τη βάση διείσδυσης στην οργανωτική δομή της Αμερικής.

Ποτοαπαγόρευση: Το πάρτι των μαφιόζων
vintage+(3)

Όταν πέρασε  η τροποποίηση Βόλστεντ, οι παράγοντες του Σικάγου  αντέδρασαν αμέσως: στις 30 Δεκεμβρίου, δυο εβδομάδες πριν η ποτοαπαγόρευση γίνει νόμος, ο διαβόητος γκάνγκστερ Ντιον Ο’ Μπάνιον  λήστεψε ένα φορτίο ουίσκι προβλέποντας τις υπερβολικές τιμές που θ’ απέφερε στην τελευταία “υγρή” παραμονή Πρωτοχρονιάς.

Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, περίπου δεκαπέντε χιλιάδες γιατροί και  57000 φαρμακοποιοί υπέβαλαν αιτήσεις για άδειες “θεραπευτικών” οινοπνευματωδών.

Τον πρώτο χρόνο της ποτοαπαγόρευσης, οι πωλήσεις κρασιού για θρησκευτικούς σκοπούς αυξήθηκαν κα΄τα 800000 γαλόνια. Αυτό, σε συνδυασμό με το παράνομο εμπόριο, συνετέλεσε ώστε να εκλείψει η επίσημα εγκεκριμένη ποικιλία.

Μπύρα αξίας 30 εκ. δολαρίων πουλιόταν κάθε μήνα στο Σικάγο και ένα εκατομμύριο μοιραζόταν μεταξύ αστυνομικών, πολιτικών και ομοσπονδιακών πρακτόρων για να διασφαλιστεί η ανεμπόδιστη διακίνησή.

Στις 20 Μαΐου 1920, τέσσερις μήνες μετά την ψήφιση της τροποποίησης Βόλστεντ, ο Μεγάλος Τζιμ Κολοσίμο δολοφονήθηκε στον προθάλαμο του εστιατορίου του. Την  θέση του ανέλαβε ο Τζόνυ Τόριο σε μια εποχή που ο υπόκοσμος της πόλης βρισκόταν σε χάος.

Αυτός επεκτάθηκε γρήγορα και με τη βοήθεια της οικογένειας Τζένα, υπέβαλαν αίτημα για μια από τις ελάχιστες κατ’ εξαίρεση άδειες για παραγωγή βιομηχανικής αλκοόλης.

Τα αδέρφια Τζένα αφαιρούσαν το μεγαλύτερο μέρος της νόμιμης παραγόμενης αλκοόλης, τη χρωμάτιζαν με διάφορες τοξίνες, που ήταν γνωστό ότι προκαλούσαν παρενέργειες, και τη βάφτιζαν κονιάκ, ουίσκι… οτιδήποτε.

Εκείνη την εποχή η “φοβεροί Τζένα” πλήρωναν περισσότερους από τετρακόσιους αστυνομικούς για να συνοδεύουν τα φορτηγά τους που μετέφεραν οινοπνευματώδη.

Τα αποστακτήρια τους λειτουργούσαν σε απόσταση οικοδομικών τετραγώνων από τα αστυνομικά τμήματα, με βάρδιες και σε 24ωρη βάση.

Το 1926, η κυβέρνηση του Προέδρου Calvin Coolidge αποφάσισε να στραφεί στη χημεία ως εργαλείο επιβολής με την προσθήκη δηλητηριώδους μεθανόλης στο μίγμα αλλά και ενώσεων με πικρή γεύση που ήταν λιγότερο θανατηφόρες και αποσκοπούσαν στο να αλλοιώσουν τη γεύση τόσο ώστε οι άνθρωποι να μη μπορούν να τα καταναλώσουν.

Μέχρι τα μέσα του 1927, οι νέες φόρμουλες μετουσίωσης περιλάμβαναν ορισμένα πασίγνωστα δηλητήρια όπως κηροζίνη, βενζίνη, βενζόλιο, κάδμιο, ιώδιο, ψευδάργυρο, υδράργυρο, νικοτίνη, αιθέρα, φορμαλδεΰδη, χλωροφόρμιο, καμφορά, φαινικό οξύ, κινίνη, ακετόνη και ένα αλκαλοειδές που συνδέεται στενά με τη στρυχνίνη. Το Υπουργείο Οικονομικών είχε ζητήσει να προστεθεί περισσότερη μεθυλική αλκοόλη – αποτελώντας το 10% του συνολικού προϊόντος.

Η μεθυλική αλκοόλη ήταν τελικά αυτή που αποδείχτηκε η πιο θανατηφόρα. Τα αποτελέσματα ήταν άμεσα, αρχής γενομένης με τις τρομακτικές διακοπές της αργίας των Χριστουγέννων το 1926. Οι δημόσιοι υπάλληλοι υγείας δήλωναν σοκαρισμένοι. Το 1926, στη Νέα Υόρκη, 1.200 προσβλήθηκαν από δηλητηριασμένο αλκοόλ, ενώ 400 πέθαναν.Αντίστοιχοι ήταν οι αριθμοί θανάτων και στις άλλες πόλεις των ΗΠΑ.

Το επόμενο έτος, οι θάνατοι αυξήθηκαν σε 700.«Πρακτικά κάθε αλκοολούχο ποτό που πωλείται σήμερα στη Νέα Υόρκη, είναι τοξικό» έγραφαν οι εφημερίδες το 1928. Ο Charles Norris, ο επικεφαλής ιατρικός εξεταστής της Νέας Υόρκης κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1920, υποστήριζε ότι επρόκειτο για ένα«εθνικό πείραμα εξόντωσης».

«Η κυβέρνηση γνωρίζει ότι δεν σταματά την κατανάλωση του αλκοόλ βάζοντας μέσα δηλητήριο» δήλωνε. «Συνεχίζει τη διαδικασία δηλητηρίασης, παραβλέποντας το γεγονός ότι ο λαός είναι αποφασισμένος να πίνει καθημερινά αυτό το δηλητήριο. Γνωρίζοντας ότι αυτό είναι αλήθεια, η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών πρέπει να χρεωθεί την ηθική ευθύνη για τους θανάτους που προκαλεί το δηλητηριασμένο αλκοόλ παρόλο που δεν μπορεί να θεωρηθεί νομικά υπεύθυνη».

Οι υπάλληλοι δημόσιας υγείας σε εθνικό επίπεδο άρχισαν να αντιδρούν έντονα. Εξαγριωμένοι εναντίον της απαγόρευσης και οι νομοθέτες άρχισαν να πιέζουν για να σταματήσει η χρήση των θανατηφόρων χημικών. Το ειδικό πρόγραμμα μετουσίωσης έληξε μόνο όταν η 18η τροπολογία καταργήθηκε τον Δεκέμβριο του 1933. Ο«χημικός πόλεμος» τελείωσε πολύ αργότερα αλλά όταν το καθαρό ποτό επανεμφανίστηκε, ο χημικός πόλεμος ήταν σα να μη συνέβη ποτέ.

 

Ο Αλ Καπόνε και το τέλος της ποτοαπαγόρευσης

Στο Σικάγο ο Αλ Καπόνε εκμεταλλευόμενος την ποτοαπαγόρευση κατάφερε να πολλαπλασιάσει τα κέρδη του και να αναδειχθεί σε έναν από τους ισχυρότερους κακοποιούς των ΗΠΑ. Γεννημένος το 1899, ο Αλφόνς Καπόνε ήταν ο τελευταίος κρίκος στην εγκληματική εξελικτική αλυσίδα που οδήγησε στην κυριαρχία της  οργάνωσης.

Ως έφηβος στη Νέα Υόρκη, ο Αλ εντάχθηκε στη συμμορία της Τζέιμς Στρητ και ήλεγχε ένα μπαρ. Στη συνέχεια για ένα μικρό διάστημα μετακόμισε στη Βαλτιμόρη πριν καταλήξει οριστικά στο Σικάγο και αναδειχθεί σε αρχιμαφίοζος.

Το 1927 η περιουσία του υπολογιζόταν στα 100.000.000 δολάρια ελέγχοντας στοιχήματα, κλαμπ, οίκους ανοχής κ.α. Τα έξοδα λειτουργίας της επιχείρησής του ανέρχονταν σε 300.000 δολάρια τη βδομάδα, με τα οποία καλύπτονταν το μισθολόγιο των χιλίων ανδρών του και τα έξοδα για τις δωροδοκίες αξιωματούχων.

Σε μια περίοδο υψηλής ανεργίας (σ.σ Το μεγάλο Κραχ έγινε το 1929) η μαφιόζοι έγιναν λαϊκοί ήρωες, καθώς πρόσφεραν δουλειά σε πολλούς ανέργους.

Η αύξηση της εγκληματικότητας και της διαφθοράς κατά τη διάρκεια της ποτοαπαγόρευσης άλλαξε τη διάθεση της κοινής γνώμης.

Ο Φραγκλίνος Ρούσβελτ το 1932 πήρε το ρίσκο να συμπεριλάβει στο πρόγραμμά του την άρση της ποτοαπαγόρευσης. Ένα χρόνο αργότερα, στις 5 Δεκεμβρίου του 1933, η Ποτοαπαγόρευση ήρθη στο μεγαλύτερο μέρος των ΗΠΑ, μετά την υιοθέτηση από το Κογκρέσο της 21ης Τροποποίησης του Συντάγματος. Το Μισισιπί ήταν η τελευταία πολιτεία που νομιμοποίησε και πάλι το αλκοόλ το 1966.

[youtube url=”https://www.youtube.com/watch?v=qVJldiHYU2Y&list=PL6xQ-0jKGAbWIua4t6mOy3MU02R2Qj6N0″]

news247.gr, tvxs.gr

 

Πηγές από το διαδίκτυο:

History.com, pbs.org, dsc.discovery, twistedsifter. sansimera

Βιβλιογραφία:

Selwyn Raab:  Five Families: The Rise, Decline, and Resurgence of America’s Most Powerful Mafia Empires 

Daniel Cohen: Prohibition: America Makes Alcohol Illegal

John Kobler:Capone: The Life and World of Al Capone

Gus Russo: Το συνδικάτο

 

"google ad"

Ακολουθήστε το agonaskritis.gr στο Google News, στο facebook και στο twitter και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Αγώνας της Κρήτηςhttp://bit.ly/agonaskritis
Ο “Αγώνας της Κρήτης” εκδόθηκε στις 8 Ιουλίου του 1981. Είναι η έκφραση μιας πολύχρονης αγωνιστικότητας. Έμεινε όλα αυτά τα χρόνια σταθερός στη διακήρυξή του για έγκυρη – έγκαιρη ενημέρωση χωρίς παρωπίδες. Υπηρετεί και προβάλλει, με ευρύτητα αντίληψης, αξίες και οράματα για μία καλύτερη κοινωνία. Η βασική αρχή είναι η κριτική στην εξουσία όποια κι αν είναι αυτή, ιδιαίτερα στα σημεία που παρεκτρέπεται από τα υποσχημένα, που μπερδεύεται με τη διαφθορά, που διαφθείρεται και διαφθείρει. Αυτός είναι και ο βασικός λόγος που η εφημερίδα έμεινε μακριά από συσχετισμούς και διαπλοκές, μακριά από μεθοδεύσεις και ίντριγκες.

Τελευταία Νέα

Περισσότερα σαν αυτό
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ