Ο Ρώσος Πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν δήλωσε την Παρασκευή ότι, κατά την άποψή του, ολόκληρη η Ουκρανία είναι «δική μας» και προειδοποίησε ότι οι προελαύνοντες ρωσικοί στρατιωτικοί σχηματισμοί θα μπορούσαν να καταλάβουν την ουκρανική πόλη Σούμι, στο πλαίσιο μιας προσπάθειας δημιουργίας ζώνης ασφαλείας κατά μήκος των συνόρων.
Ο υπουργός Εξωτερικών της Ουκρανίας κατήγγειλε τις δηλώσεις ως απόδειξη της ρωσικής «περιφρόνησης» προς τις ειρηνευτικές προσπάθειες των ΗΠΑ και υποστήριξε ότι η Μόσχα επιδιώκει να καταλάβει περισσότερα εδάφη και να σκοτώσει περισσότερους Ουκρανούς.
Αυτή τη στιγμή, η Ρωσία ελέγχει περίπου το ένα πέμπτο της Ουκρανίας, συμπεριλαμβανομένης της Κριμαίας, πάνω από το 99% της περιφέρειας Λουχάνσκ, περισσότερο από το 70% των περιφερειών Ντονέτσκ, Ζαπορίζια και Χερσώνα, καθώς και τμήματα των περιφερειών Χάρκοβο, Σούμι και Ντνιπροπετρόφσκ.
Όταν ρωτήθηκε σχετικά με τις νέες ρωσικές προελάσεις, ο Πούτιν δήλωσε στο Διεθνές Οικονομικό Φόρουμ της Αγίας Πετρούπολης ότι θεωρεί τους Ρώσους και τους Ουκρανούς έναν λαό και ότι «με αυτή την έννοια, ολόκληρη η Ουκρανία είναι δική μας».
Παράλληλα, δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο οι ρωσικές δυνάμεις να καταλάβουν την πόλη Σούμι, ενώ ανέφερε πως επιχειρείται η δημιουργία «νεκρής ζώνης» για την προστασία των ρωσικών συνόρων.
Οι δηλώσεις του Πούτιν έρχονται σε μια περίοδο που η Μόσχα επιχειρεί να προβάλει διπλωματική κινητικότητα, καθώς – όπως είπε – βρίσκεται σε επαφή με Ισραήλ και Ιράν για την εξεύρεση ειρηνευτικής λύσης στη Μέση Ανατολή. Χωρίς να δώσει λεπτομέρειες, μίλησε για κοινές ιδέες που εξετάζονται προκειμένου να μπει τέλος στην αιματοχυσία.
Στην ίδια ομιλία, ο Ρώσος πρόεδρος παραδέχθηκε την επιβράδυνση της ρωσικής οικονομίας, δηλώνοντας πως «σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να επιτραπεί ύφεση».
Επισήμανε πως η χώρα χρειάζεται ισορροπημένη ανάπτυξη με ήπιο πληθωρισμό και χαμηλή ανεργία, τη στιγμή που το ΑΕΠ αυξήθηκε μόλις κατά 1,4% το πρώτο τρίμηνο του 2025 – το χαμηλότερο ποσοστό εδώ και έναν χρόνο.
Ο υπουργός Οικονομίας Μαξίμ Ρεσέτνικοφ είχε ήδη προειδοποιήσει ότι η χώρα κινδυνεύει να περιέλθει σε ύφεση, αν δεν ληφθούν άμεσα οι απαραίτητες αποφάσεις.
Το ρωσικό κράτος έχει επικεντρώσει τις δημόσιες δαπάνες στην ενίσχυση του στρατιωτικοβιομηχανικού συμπλέγματος, γεγονός που κατά πολλούς στερεί επενδυτικούς πόρους από άλλους παραγωγικούς τομείς της οικονομίας.
Κεντρικός στόχος των επικρίσεων ήταν η επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας της Ρωσίας, Ελβίρα Ναμπιουλίνα, η οποία ακολουθεί σφιχτή νομισματική πολιτική με επιτόκια κοντά στο 20%.
Ο αναπληρωτής πρωθυπουργός Αλεξάντρ Νόβακ κάλεσε για μείωση του βασικού επιτοκίου, προειδοποιώντας ότι η τρέχουσα πολιτική θα μπορούσε να «χάσει τη σωστή στιγμή» για ανάκαμψη και να οδηγήσει σε στασιμότητα.
Ο Πούτιν από την πλευρά του ανέφερε ότι η οικονομική ανάπτυξη δεν πρέπει να εξαρτάται μόνο από τον στρατό, ενώ επεσήμανε την ανάγκη για αναδιάρθρωση της παραγωγικής βάσης.
Η διαχείριση των προκλήσεων αυτών ενδέχεται να κρίνει και τη μελλοντική σταθερότητα της ρωσικής οικονομίας σε ένα διαρκώς ασταθές γεωπολιτικό περιβάλλον.