Μια βαθιά πολιτική και ιστορική ανάλυση από τον Αμερικανό οικονομολόγο και σύμβουλο του ΟΗΕ, για το πώς οι ΗΠΑ και το Ισραήλ σπρώχνουν τον κόσμο προς μια νέα καταστροφική σύγκρουση, βασισμένοι σε δεκαετίες επεμβατισμού, επιρροής και αυταπάτης περί «αλλαγής καθεστώτων».
Στην πιο πρόσφατη δημόσια τοποθέτησή του, ο διεθνούς φήμης καθηγητής οικονομικών και ειδικός σύμβουλος των Ηνωμένων Εθνών Τζέφρι Σακς αποδομεί, με χειρουργική ακρίβεια, την επικίνδυνη κλιμάκωση που βρίσκεται σε εξέλιξη μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών, Ισραήλ και Ιράν. Ο Σακς ξεκινά από τα αεροπορικά πλήγματα και τις πρόσφατες απειλές πολέμου, για να αποκαλύψει το πραγματικό υπόβαθρο: ένα ιστορικό σχέδιο αλλαγής καθεστώτων, βαθιών κρατικών μηχανισμών και επιρροής πολιτικών λόμπι.
Αυτή δεν είναι, κατά τον Σακς, μια στιγμιαία κρίση. Είναι το αποκορύφωμα δεκαετιών εξωτερικής πολιτικής που αγνοεί την ιστορική μνήμη και τη διπλωματία, και επιλέγει την ισχύ, τη στρατιωτική επέμβαση και την αλλαγή καθεστώτων ως «λύση» στα σύνθετα προβλήματα της Μέσης Ανατολής. Και το τίμημα το πληρώνουν, όπως πάντα, οι λαοί.
Από την Τεχεράνη του 1953 στη σημερινή κρίση
Ο Σακς ξετυλίγει το κουβάρι της σύγκρουσης από ένα σημείο που συχνά παραγνωρίζεται στη δημόσια συζήτηση: το πραξικόπημα του 1953, όταν οι ΗΠΑ και η Μεγάλη Βρετανία ανέτρεψαν τον δημοκρατικά εκλεγμένο Ιρανό πρωθυπουργό Μοσαντέκ, επειδή είχε διατυπώσει την «ριζοσπαστική» ιδέα ότι το ιρανικό πετρέλαιο ανήκει στον ιρανικό λαό.
«Οι ΗΠΑ και οι Βρετανοί είπαν ‘Όχι, όχι. Αυτό είναι δικό μας’. Και ανέτρεψαν τον Μοσαντέκ, εγκαθιστώντας ένα αστυνομικό κράτος που διήρκεσε ως την επανάσταση του 1979», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Σακς. Η προδοσία της εθνικής κυριαρχίας του Ιράν και η επιβολή του Σάχη, που κυβέρνησε με σιδηρά πυγμή και αστυνομική βία, σφράγισαν την ψυχολογία του Ιρανικού λαού.
Η Ουάσιγκτον, όταν η επανάσταση του 1979 ανέτρεψε τον Σάχη και Ιρανοί φοιτητές κατέλαβαν την πρεσβεία των ΗΠΑ στην Τεχεράνη, «δεν μπήκε ποτέ στον κόπο να αναρωτηθεί ‘Γιατί μισούν οι Ιρανοί την Αμερική;’», λέει ο Σακς. «Οι ΗΠΑ δεν είναι καλές στην Ιστορία. Δεν θέλουν να πάρουν καμία ευθύνη».
Το τίμημα της αλαζονείας: Από τον Χομεϊνί στον Σαντάμ
Αντί να αναζητηθεί μια νέα διπλωματική σχέση με τη μεταεπαναστατική Ισλαμική Δημοκρατία, οι ΗΠΑ αποφάσισαν σχεδόν αμέσως να την πολεμήσουν μέσω εντολοδόχων. Όπως θυμίζει ο Σακς, «χρηματοδοτήσαμε και εξοπλίσαμε τον Σαντάμ Χουσεΐν να επιτεθεί στο Ιράν, σε έναν πόλεμο που κράτησε οκτώ χρόνια και σκότωσε εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους».
Αυτή η πολιτική της υποστήριξης ενός αυταρχικού ηγέτη, μόνο και μόνο για να καταστραφεί το καθεστώς της Τεχεράνης, δημιούργησε πληγές που δεν επουλώθηκαν ποτέ. Η «εκδίκηση» των ΗΠΑ συνεχίστηκε και μετά τον πόλεμο, με διαρκείς κυρώσεις, απειλές και έναν μόνιμο διπλωματικό αποκλεισμό.
Η στήριξη της Παλαιστίνης ως «θανάσιμο αμάρτημα»
Στο επίκεντρο της στοχοποίησης του Ιράν από το Ισραήλ βρίσκεται –όπως εξηγεί ο Σακς– η ξεκάθαρη στήριξη της Τεχεράνης στον παλαιστινιακό λαό. «Το Ιράν δήλωσε ότι υποστηρίζει τον παλαιστινιακό σκοπό. Αυτό το λέω κι εγώ – για μια λύση δύο κρατών. Δεν είναι ριζοσπαστική θέση», τονίζει. Ωστόσο, για τον Νετανιάχου και τη σκληρή Δεξιά του κόμματος Λικούντ, αυτή η στήριξη είναι αρκετή για να θεωρείται ο Ιράν εχθρός υπ’ αριθμόν ένα.
Το ισχυρό φιλοϊσραηλινό λόμπι στην Ουάσιγκτον, συνεχίζει ο Σακς, έχει καταφέρει να μετατρέψει αυτόν τον εθνικό σχεδιασμό του Ισραήλ σε κυρίαρχη αμερικανική πολιτική. Δεν είναι τυχαίο ότι το 1996, ο ίδιος ο Νετανιάχου –μαζί με συμβούλους στις ΗΠΑ– συνέταξαν το σχέδιο Clean Break, το οποίο προτείνει τη ριζική αλλαγή καθεστώτων σε όλες τις χώρες που υποστηρίζουν την Παλαιστίνη, ξεκινώντας φυσικά από το Ιράν.
Το JCPOA και η χαμένη ευκαιρία της διπλωματίας
Ο Σακς υπενθυμίζει μια ιστορική απόπειρα ειρηνικής επίλυσης: τη Συμφωνία JCPOA (Κοινό Ολοκληρωμένο Σχέδιο Δράσης) του 2015, που επετεύχθη με διαπραγμάτευση Ομπάμα – Ρουχανί. Η συμφωνία προέβλεπε έλεγχο του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν, σε αντάλλαγμα για την άρση των κυρώσεων. «Οι Ιρανοί δεν ήθελαν πυρηνικά όπλα. Υπάρχει μέχρι και θρησκευτικό διάταγμα του ανώτατου ηγέτη που το απαγορεύει», λέει ο Σακς.
Ωστόσο, η άνοδος του Τραμπ στην εξουσία και η πίεση του ισραηλινού λόμπι οδήγησαν στην αποχώρηση των ΗΠΑ από τη συμφωνία, βυθίζοντας τις διμερείς σχέσεις σε νέα κρίση. «Αυτό ήταν ένα μήνυμα ότι καμία διπλωματική λύση δεν είναι αξιόπιστη», σχολιάζει ο Σακς, προειδοποιώντας για την απώλεια κάθε εμπιστοσύνης.
Ρητορική βίας, στρατηγική αποσταθεροποίησης
Η πρόσφατη κλιμάκωση με αεροπορικά πλήγματα, απειλές και ρητορική εξόντωσης δεν προέκυψε τυχαία. Για τον Σακς, είναι το αποτέλεσμα δεκαετιών αμερικανικής εμμονής με την αλλαγή καθεστώτων, βασισμένη σε επιχειρήσεις της CIA και στρατιωτικών υπηρεσιών από το 1947 και μετά.
«Υπάρχει εξαιρετικό βιβλίο – το Covert Regime Change της καθηγήτριας Lindsey O’Rourke – που τεκμηριώνει 64 επιχειρήσεις αλλαγής καθεστώτος από τις ΗΠΑ μεταξύ 1947 και 1989», αναφέρει. Και προσθέτει: «Σχεδόν όλες απέτυχαν. Ακόμα και όσες ‘πέτυχαν’ οδήγησαν σε εμφύλιους ή ακόμη χειρότερες καταστάσεις από εκείνες που ήθελαν να ανατρέψουν»
Η ψευδαίσθηση της “χειρουργικής επέμβασης”
Ο Σακς καταδικάζει την πεποίθηση ότι «με μερικούς βομβαρδισμούς λύνονται όλα». Αντιθέτως, όπως δείχνει η ιστορία, κάθε στρατιωτική ενέργεια γεννά νέες αντιδράσεις. Το Ιράν, οι Χούτι στην Υεμένη και άλλες συμμαχικές δυνάμεις είναι έτοιμες να απαντήσουν – και ήδη το πράττουν.
«Η ιδέα ότι θα ρίξεις μερικές βόμβες και θα τελειώσεις τη δουλειά είναι απλώς ανοησία», υπογραμμίζει. «Αυτό δεν είναι σχέδιο ειρήνευσης – είναι συνταγή για ανεξέλεγκτη κλιμάκωση».
Ο πραγματικός κίνδυνος: Παγκόσμια αποσταθεροποίηση
Η πιο σκοτεινή πρόβλεψη του Σακς αφορά τη γενικευμένη εμπλοκή των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ σε έναν πόλεμο που δεν θα περιοριστεί στη Μέση Ανατολή. Το γεγονός ότι ο Ντόναλντ Τραμπ μιλά δημόσια για τη δυνατότητα «στοχευμένης δολοφονίας του Ανώτατου Ηγέτη του Ιράν» ή ότι το Ισραήλ βασίζεται συστηματικά σε τέτοιες τακτικές, φανερώνει μια προσέγγιση μακριά από κάθε έννοια διεθνούς νομιμότητας.
Όπως λέει χαρακτηριστικά: «Δεν πρόκειται απλώς για εμπρηστική ρητορική. Πρόκειται για την απόλυτη απώλεια κάθε αξιοπιστίας από μέρους των ΗΠΑ ως υπεύθυνης παγκόσμιας δύναμης».
Το πρόβλημα είναι οι πραγματικές πολιτικές αιτίες: η καταπίεση, η κατοχή, η αποστέρηση πολιτικών δικαιωμάτων
Ο Τζέφρι Σακς κλείνει την παρέμβασή του με μια κρυστάλλινη διαπίστωση: το πρόβλημα δεν είναι ο εκάστοτε ηγέτης – ούτε ο Ραΐσι, ούτε ο Νασράλα, ούτε ο ηγέτης της Χαμάς. Το πρόβλημα είναι οι πραγματικές πολιτικές αιτίες: η καταπίεση, η κατοχή, η αποστέρηση πολιτικών δικαιωμάτων.
«Οι 8 εκατομμύρια Παλαιστίνιοι που ζουν υπό κατοχή ζητούν πολιτική αυτοδιάθεση. Αυτή είναι η ρίζα. Όχι οι ηγέτες, όχι τα πυρηνικά. Κι αυτό δεν λύνεται με δολοφονίες και καθεστωτικές αλλαγές».
Ο Σακς απορρίπτει την «τελετουργική εμμονή» των ΗΠΑ με την ανατροπή κυβερνήσεων και καλεί σε μια πολιτική που θα βασίζεται στην κατανόηση, στη διπλωματία και στον σεβασμό της ιστορίας.
Δείτε σχετικό βίντεο ΕΔΩ.