Οι εικόνες από τα Χανιά τις επόμενες ημέρες θα εμπεριέχουν πολλούς ευρωπαίους πολιτικούς, αλλά και τον Γιώργο Παπανδρέου και τον Αλέξη Τσίπρα που θα συνυπάρχουν χαμογελαστοί δίπλα στη Ντόρα Μπακογιάννη. Και οι δύο πρώην πρωθυπουργοί της κεντροαριστεράς είχαν την ευθύνη για την εφαρμογή επώδυνων πολιτικών, είτε στο πλαίσιο των Μνημονίων είτε μέσω προσαρμογής και υποχώρησης στις απαιτήσεις των ευρωπαϊκών θεσμών.
Η συνάντηση στην Κρήτη δεν θα προκαλούσε τόση εντύπωση αν δεν λάμβανε χώρα εν μέσω μιας παγκόσμιας ηθικής κρίσης, με το ισραηλινό κράτος να συνεχίζει, με την ανοχή (ή υποστήριξη) της Δύσης, μια μαζική επιχείρηση εκκαθάρισης στη Γάζα, που σύμφωνα με πλήθος διεθνών νομικών συνιστά κατάφωρη παραβίαση του διεθνούς δικαίου.
Την ώρα που το Συμβούλιο της Ευρώπης συνεδριάζει στα Χανιά, η στάση της Ευρώπης παραμένει αποκαρδιωτικά παθητική. Οι λέξεις “εκεχειρία”, “προστασία αμάχων”, “διεθνές δίκαιο” ακούγονται μετρημένα, αποστειρωμένα, σχεδόν διπλωματικά αδιάφορα.
Η Ελλάδα, περιορίζεται σε ρόλο οικοδεσπότη.
Το πιο δύσκολο όμως για τον μέσο πολίτη που παρακολουθεί από μακριά, δεν είναι η διπλωματική γλώσσα ή η γεωπολιτική πολυπλοκότητα. Είναι η εικόνα της τριμερούς συνύπαρξης Τσίπρα – Παπανδρέου – Μπακογιάννη. Μιας συνύπαρξης που, για πολλούς, συμβολίζει την πλήρη απονεύρωση των διαχωριστικών γραμμών ανάμεσα στην αριστερά και τη δεξιά, ανάμεσα στο «αντιμνημονιακό» και στο «μεταρρυθμιστικό».
Ποιο ακριβώς πολιτικό μήνυμα στέλνουν αυτοί που επέβαλαν περικοπές, οριζόντια μέτρα και αποδοχή του κατεστημένου, όταν εμφανίζονται τώρα σαν θεματοφύλακες της ευρωπαϊκής σταθερότητας – την ίδια στιγμή που η Γάζα καίγεται;
Το ερώτημα είναι πλέον ξεκάθαρο: μπορεί να βγει κάτι ουσιαστικό από μια τέτοια συνάντηση; Ή πρόκειται για άλλη μία από τις πολλές ευρωπαϊκές στιγμές όπου οι πολιτικές προσωπικότητες φωτογραφίζονται, χωρίς ουσία;
Αν πράγματι οι συμμετέχοντες ενδιαφέρονται να συμβάλουν σε μια ευρωπαϊκή αφύπνιση, τότε οφείλουν να σταθούν απέναντι στο έγκλημα της σφαγής στη Γάζα με λόγο σαφή, ηθικό και δεσμευτικό. Οτιδήποτε λιγότερο, θα είναι απλώς μια ακόμη ευκαιρία που χάθηκε – και μια ακόμη σιωπή που θα στοιχειώνει τη συνείδηση της Ευρώπης.