Υπάρχει ένα βαθύ και σιωπηλό ρήγμα που μεγαλώνει κάθε χρόνο στα Χανιά — και γενικότερα σε κάθε υπερτουριστική περιοχή της χώρας. Είναι το ρήγμα ανάμεσα στους ανθρώπους που ζουν μόνιμα εδώ όλο τον χρόνο και σε αυτούς που έρχονται για λίγες ημέρες και «φέρνουν τα χρήματα». Η συνύπαρξη των ανθρώπων που κάποτε βασιζόταν στην ανάγκη, στη γειτονιά, στη συνεργασία, έχει δώσει τη θέση της σε έναν ψυχρό καταναλωτισμό με επίκεντρο τον επισκέπτη και όχι τον κάτοικο.
Η οικονομική εξάρτηση από τον τουρισμό έχει διαβρώσει τα θεμέλια της τοπικής κοινωνικής συνοχής. Δεν εξαρτόμαστε πια ο ένας από τον άλλον στον ίδιο βαθμό για να επιβιώσουμε. Εξαρτόμαστε όλο και παραπάνω από τους τουρίστες και τα πορτοφόλια τους.
Ο μόνιμος κάτοικος, αυτός που δίνει ζωή και συνέχεια στον τόπο, δεν είναι πια απαραίτητος για τη βιωσιμότητα της τοπικής οικονομίας.
Δεν είναι τυχαίο που πολλές επιχειρήσεις δεν δείχνουν κανένα ενδιαφέρον για τη διατήρηση μιας σχέσης με τους μόνιμους κατοίκους — γιατί απλώς δεν τους έχουν ανάγκη.
Η μετατόπιση αυτή έχει πολύ πραγματικές συνέπειες. Οι πιο επικερδείς επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται στον τουρισμό, ενώ ακόμη και οι υπόλοιπες αναζητούν «πατήματα» στη σύνδεση με τουριστικά προϊόντα ή υπηρεσίες.
Στο μεταξύ, το εισόδημα του μόνιμου κατοίκου συρρικνώνεται, η αγοραστική του δύναμη υποχωρεί, και οι τιμές ανεβαίνουν για να συμβαδίζουν με το εισόδημα του «ισχυρού» τουρίστα.
Το ζήτημα δεν αφορά μόνο την έλλειψη στέγης – αν και είναι μεγάλη: τα ενοίκια είναι απαγορευτικά για έναν εργαζόμενο των 800 ή 900 ευρώ. Πρόκειται για μια συστηματική περιθωριοποίηση του κατοίκου, ακόμη και σε βασικά ζητήματα διαβίωσης.
Ακόμη και η επίσκεψη στη λαϊκή αγορά έχει μετατραπεί σε ταξική εμπειρία: στις λαϊκές των Χανίων, η παρουσία τουριστών ανεβάζει τις τιμές σε σχέση με το Ηράκλειο, όπου οι τιμές των προϊόντων παραμένουν πιο προσιτές και καλύτερης ποιότητας.
Ακόμη και σε πολύ βασικά προϊόντα η σύγκριση είναι αποκαλυπτική. Στο Ηράκλειο βρίσκει κανείς μεγάλο μπουκάλι νερό στο περίπτερο με 40 λεπτά, ενώ στα Χανιά το ίδιο μπουκάλι φτάνει στα 60 και 70 λεπτά.
Το νερό! Το πιο βασικό αγαθό. Αν αυτό δεν είναι ένδειξη μιας δομικής στρέβλωσης στην αγορά λόγω τουρισμού, τότε τι είναι;
Όσο ο δημόσιος λόγος εστιάζει αποκλειστικά στα νούμερα και στην «τουριστική έκρηξη», τόσο χάνεται η ανθρώπινη κλίμακα.
Η Κρήτη δεν μπορεί να μετατραπεί σε ένα απέραντο τουριστικό θέρετρο, όπου ο ντόπιος θα μετατραπεί σε θεατής της ζωής στον ίδιο του τον τόπο, ανεπιθύμητος, περίπου ενοχλητικός, παρίας που δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να ανταπεξέλθει στη ζωή… στον ίδιο του τον τόπο!
Η απουσία ισορροπίας μεταξύ αναπτυξιακών στόχων και κοινωνικών δικαιωμάτων είναι κραυγαλέα. Χρειαζόμαστε ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο για τις τουριστικές πόλεις — που να προστατεύει αυτούς που ζουν εκεί μόνιμα, όχι μόνο αυτούς που τις επισκέπτονται.
Γιατί μια πόλη χωρίς κατοίκους, χωρίς γειτονιές, χωρίς πραγματική κοινότητα, μπορεί να είναι όμορφη για λίγες ημέρες, αλλά δεν είναι πόλη. Είναι ένα σκηνικό. Μα εμείς δεν θέλουμε να ζούμε σε σκηνικά, σε θεατρικές παραστάσεις που ολοκληρώνονται όταν τελειώνει η σαιζόν. Θέλουμε να ζούμε σε ζωντανές κοινότητες.
Αν δε βρεθεί τρόπος να μοιραστούν τα οφέλη από την αύξηση του τουρισμού σε όλη την κοινότητα, τότε είναι αναπόφευκτο, θα υπάρξουν αντιδράσεις.
Με απλά λόγια, οι ντόπιοι κάτοικοι, δε μπορούν να είναι περιττοί στον τόπο που ζούνε.