Ο Αγκίντ και η Σερίν είναι ένα ζευγάρι Κούρδων από το Αφρίν της Συρίας. Από τις 19 Νοεμβρίου 2014 βρίσκονται μεταξύ των περίπου 200 προσφύγων που διαδηλώνουν στο Σύνταγμα. Το ταξίδι τους από τη Συρία ξεκίνησε οκτώ μήνες πριν. Τελικός τους προορισμός ήταν η Βόρεια Ευρώπη. Ύστερα από επτά συνολικά απόπειρες να φύγουν από την Ελλάδα, και έχοντας πλέον χάσει τις οικονομίες μιας ζωής έχουν βυθιστεί σε πλήρη απόγνωση. «Το Σύνταγμα είναι η τελευταία μας ελπίδα. Αν δεν λειτουργήσει κι αυτό, δεν μας μένει πια άλλη επιλογή από το να γυρίσουμε και να πεθάνουμε στην πατρίδα μας», λένε.
Η περιπέτειά τους ξεκίνησε στις αρχές του 2004, όταν ο Αγκίντ, σε ηλικία 21 ετών συνελήφθη λόγω της συμμετοχής του στο κουρδικό κίνημα.
«Καταδικάστηκα, χωρίς την παρουσία δικηγόρου, σε 5 χρόνια φυλάκιση και μεταφέρθηκα στην πτέρυγα των πολιτικών κρατουμένων της φυλακής Άντρα. Τον πρώτο μήνα μου έκαναν απερίγραπτα βασανιστήρια τρεις φορές την ημέρα. Τον επόμενο τον πέρασα στην απομόνωση σε ένα μικροσκοπικό σκοτεινό κελί. Μου έλεγαν ‘θα σε κάνουμε να εύχεσαι να πεθάνεις, αλλά αυτή η ώρα δεν θα έρχεται ποτέ’. Και έτσι ήταν. Με βασάνιζαν μέχρι που πιστέψα ότι δεν είμαι πια άνθρωπος…».
Δύομιση χρόνια μετά δόθηκε αμνηστία και ο Αγκίντ αφέθηκε ελεύθερος. Χωρίς πολιτικά δικαιώματα και έχοντας υποστεί μεγάλο σοκ, επέλεξε να περάσει στην Τουρκία για μια πιο ήσυχη ζωή. Δούλεψε εκεί για περίπου έξι χρόνια, μέχρι που ξεκίνησε για τα καλά ο πόλεμος στη Συρία. Τότε ένοιωσε ότι δεν μπορούσε να μείνει αμέτοχος σε όσα συνέβαιναν στο λαό του και γύρισε στο Ρασαλέν.
Στις αρχές του 2013, κατά τις μάχες μεταξύ κούρδων και τζιχαντιστών για τον έλεγχο της πόλης ο Αγκίντ τραυματίστηκε πολύ σοβαρά σε μια επίθεση αυτοκτονίας. «Πέρασα ένα μήνα στο νοσοκομείο. Όλη η αριστερή μου πλευρά είναι γεμάτη θραύσματα. Αν δεν κάνω σύντομα θεραπεία κινδυνεύω να χάσω την όραση μου από το ένα μάτι. Από τότε αντιμετωπίζω προβλήματα και με τη μνήμη μου».
Η ζωή του Αγκίντ κινδύνεψε κι άλλες φορές ύστερα από αυτή την επίθεση. Τρεις φορές βρήκαν βόμβα στο αυτοκίνητό του και κατάλαβαν ότι είχε γίνει στόχος. «Αποφασίσαμε με την Σερίν να φύγουμε για την Τουρκία πριν να είναι πολύ αργά. Όμως ούτε εκεί μπορούσαμε να μείνουμε για πολύ. Το κλίμα απέναντι στους Σύρους πρόσφυγες είναι πια πολύ βαρύ και ακόμη περισσότερο για τους Κούρδους. Για να στήσουμε μια φυσιολογική ζωή έπρεπε να φτάσουμε πάση θυσία στη Βόρεια Ευρώπη».
Έτσι στις 6 Σεπτεμβρίου το ζευγάρι πέρασε μαζί με έξι ακόμη οικογένειες από την Αλικαρνασσό στην Ρόδο. Ένα ταξίδι μίας ώρας κανονικά, μετατράπηκε σε 14 ώρες κόλασης. «Ήμασταν σίγουροι ότι θα πνιγούμε. Βγάζαμε συνεχώς νερά από το σκάφος ενώ είχαμε χάσει και το δρόμο. Είχαμε μαζί μας οκτώ παιδιά. Ευτυχώς φτάσαμε ζωντανοί».
Μετά τη Ρόδο έκαναν επανειλημμένες προσπάθειες να περάσουν με κάθε τρόπο προς την υπόλοιπη Ευρώπη καθώς γνώριζαν ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να προσφέρει στους πρόσφυγες τα στοιχειώδη για να κάνουν μια νέα αρχή. «Τρεις φορές προσπαθήσαμε από το αεροδρόμιο της Κρήτης αλλά δεν τα καταφέραμε. Στη συνέχεια πήγαμε στην Ηγουμενίτσα και κάναμε άλλες τρεις απόπειρες να φτάσουμε μέσω πλοίου στην Ιταλία. Την τρίτη φορά πατήσαμε σε ιταλικό έδαφος, είπαμε ότι θέλαμε να ζητήσουμε άσυλο στην Ιταλία αλλά, χωρίς δεύτερη κουβέντα, μας επιβίβασαν ξανά στο πλοίο και μας γύρισαν πίσω…
«Πριν λίγο καιρό προσπαθήσαμε με τα τελευταία χρήματα που μας είχαν απομείνει να περάσουμε με τα πόδια από τα Σκόπια. Τετρακόσια μέτρα πριν τα σύνορα όμως ο διακινητής εξαφανίστηκε μαζί με τα 5000 ευρώ που του είχαμε δώσει. Μια μεγάλη οικογένεια που ήταν μαζί μας και σήμερα βρίσκεται κι αυτή στο Συνταγμα του είχε δώσει για το ίδιο πέρασμα 28.000 ευρώ… Πλέον θεωρώ απλά ότι οι διακινητές δεν είναι άνθρωποι…» λέει ο Αγκίντ ενώ δίπλα του η Σερίν δεν μπορεί να συγκρατήσει τα δάκρυά της. «Τώρα δεν μας έχει μείνει απολύτως τίποτα πια. Συνολικά έχουμε ξοδέψει περισσότερα από 26.000 ευρώ για να αγοράσουμε τελικά τι; μια ελπίδα χωρίς αντίκρισμα…».
Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες