Η απαγωγή του Μιχάλη Λεμπιδάκη ήταν από τις πλέον μακροχρόνιες: Διήρκεσε 6 ολόκληρους μήνες ή 186 βασανιστικές ημέρες για τον επιχειρηματία.
Αυτό ήταν και το βασικό λάθος των δραστών, όπως αναφέρει ανώτερος αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ με μεγάλη εμπειρία. Οπως εξηγεί: «Το αδίκημα της απαγωγής χωρίζεται σε δύο είδη: Στις μακροχρόνιες και στις βραχυχρόνιες, που ονομάζονται και «Tiger kidnapping», δηλαδή η «απαγωγή της τίγρης» ή «άρπαγμα της τίγρης»».
Στην χώρα μας το συγκεκριμένο κακούργημα εμφανίζεται κυρίως με το πρώτο χαρακτηριστικό – μακροχρόνιες δηλαδή – και η εξιχνίασή τους ξεπερνά το 90% των περιπτώσεων.
Είναι χαρακτηριστικό ότι από τις 25 απαγωγές που έχουν πραγματοποιηθεί στην Ελλάδα, μόνο 1 έμεινε ανεξιχνίαστη.
Το «Αρπαγμα της Τίγρης», είναι σύντομες απαγωγές με στόχο ιδιοκτήτες επιχειρήσεων με μεγάλα έσοδα, εφοπλιστές, στελέχη τραπεζών κ.λπ. για να παίρνουν σε σύντομο διάστημα λύτρα και να τους ελευθερώνουν. Στην Ελλάδα είχαν γίνει επτά τέτοιες απαγωγές από το 2011 έως το 2014, με τελευταία αυτή του αρτοβιομήχανου Μανώλη Καραμολέγκου.
Οπως εξηγεί ο αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ στο iefimerida.gr «η διάρκεια που έχει απαγωγή λειτουργεί θετικά για τις αρχές και αρνητικά για τους δράστες αφού αυξάνει τις πιθανότητες λάθους των δραστών και δίνει τον χρόνο από την άλλη στις αρχές να συλλέξουν όσο το δυνατόν περισσότερα στοιχεία για να φτάσουν στην σύλληψή τους».
Εχει παρατηρηθεί πολλές φορές στις μακροχρόνιες απαγωγές – και αφού έχει απελευθερωθεί το θύμα – να ακολουθεί σύλληψη των δραστών. Και τούτο, οφείλεται στο ότι ο χρόνος που επιτελέσθηκε το αδίκημα να είναι αρκετός στις Αρχές, προκειμένου να συμπληρώσουν το παζλ του προφίλ των δραστών και να οδηγηθούν σε αυτούς πολύ εύκολα.
Κύριο χαρακτηριστικό του «Tiger kidnapping» είναι ότι η απαγωγή των θυμάτων δεν διαρκεί πάνω από ένα 24ωρο. Στόχος των δραστών είναι να μειώσουν την πιθανότητα των αρχών να φτάσουν στην εξιχνίαση των απαγωγών.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, οι δράστες:
Εντοπίζουν τους στόχους τους ανάλογα με την επαγγελματική δραστηριότητα θυμάτων ή συγγενών τους.
Κρατούν το θύμα τους μέσα σε οχήματα, διαρκώς κινούμενα κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων για την αποφυγή ηλεκτρονικού εντοπισμού τους.
Επενδύουν στον φόβο και τον πανικό γονέων και συγγενών.
Ευελπιστούν με αυτό τον τρόπο ότι κυριαρχούμενοι από αυτά τα συναισθήματα θα υφαρπάξουν τα χρήματα που ζητούν ως λύτρα
Αν όμως αυτό δεν γίνει εντός 24ωρου, τότε οι δράστες συνήθως απελευθερώνουν άμεσα τους ομήρους.
Το tiger kidnapping στο εξωτερικό, αρχικά είχε και άλλη έννοια: Οι απαγωγείς δεν ζητούσαν λύτρα, αλλά ανάγκαζαν τους απαχθέντες να διαπράξουν κάποιοι αδίκημα οι ίδιοι. Η «μόδα» του «Tiger kidnapping», αρχικά εμφανίστηκε στην Ιρλανδία στις αρχές της δεικαετίας του ’70 από τον IRA, αλλά η πρακτική έγινε ευρέως διαδεδομένη κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980 σε Βρετανία, Ιρλανδία και Βέλγιο.