Του Κώστα Λάμπρου
«Δεν έχει σημασία που ο πατριωτισμός είναι τόσο συχνά καταφύγιο για αχρείους. Η διαφωνία, η εξέγερση και ένας γενικός χαλασμός του κόσμου παραμένουν τα πραγματικά καθήκοντα των πατριωτών». Μπάρμπαρα Έρενράιχ
Στο ύστερο Βυζάντιο παρατηρείται μια σταδιακή μετακίνηση της εξουσίας από τον αυτοκράτορα προς τους μεγαλοφεουδάρχες, οι οποίοι συνδύαζαν την υποστήριξή τους προς τον αυτοκράτορα με αντάλλαγμα την παραχώρηση μεγάλων εκτάσεων κρατικής γης, πράγμα που άλλαξε ριζικά τις σχέσεις ιδιοκτησίας και εκμετάλλευσης της γης, οπότε και “ο οικονομικός δεσμός κράτους και χωρικών αντικαθίσταται από το δεσμό γαιοκτήμονα και χωρικών”, με συνέπεια οι γαιοκτήμονες “να στερούν από τους φτωχούς ακόμα και τον Ήλιο”[3].
Το Βυζάντιο, δομημένο όπως είναι πάνω στον σκοταδισμό της λεγόμενης ορθοδοξίας, της πιο σκληρής δουλοπαροικίας ασιατικού τύπου[4] και της απόλυτης πνευματικής στειρότητας, σπαράσσεται από «βυζαντινά πραξικοπήματα», θρησκευτικές συγκρούσεις μεταξύ «ορθόδοξων» και αιρετικών, μεταξύ «ησυχαστών» και «ζηλωτών», μεταξύ αυτοκρατορικών και αντιαυτοκρατορικών. Σε τελική ανάλυση, σπαράσσεται από ασταμάτητες συγκρούσεις μεταξύ των ευγενών μεγαλογαιοκτημόνων και του εκκλησιαστικού ιερατείου που ασκούν την εξουσία από τη μια μεριά και των εξαθλιωμένων δουλοπάροικων της υπαίθρου και των ναυτικών, των εμπόρων και των τεχνιτών που αποδεκατίζονται από την πείνα, στην οποία τους καταδικάζει η τάξη των αριστοκρατών μεγαλογαιοκτημόνων από την άλλη.
Και, βέβαια, στο πλαίσιο αυτών των κοινωνικών συγκρούσεων λαβαίνουν χώρα και συγκρούσεις μεταξύ των αντίπαλων ομάδων για τη νομή της εξουσίας, αλλά αυτό, ως δευτερεύουσα αντίθεση, δεν αναιρεί την πρωταρχική κοινωνική αντίθεση μεταξύ εξουσιαστών και εξουσιαζόμενων. Τα φορολογικά πλιάτσικα που τους επιβάλλει η κεντρική και η τοπική εξουσία, καθώς επίσης και οι ατέλειωτες πολεμικές και εμφυλιοπολεμικές περιπέτειες, οδηγούν, εδώ κι εκεί, τα φτωχά κοινωνικά στρώματα σε σπασμωδικές περιοδικές αγροτικές εξεγέρσεις, οι οποίες κατά κανόνα πνίγονται στο αίμα των εξεγερμένων. Από τον 13ο και τον 14ο αιώνα, όμως, οι συγκρούσεις αποκτούν έντονο κοινωνικό περιεχόμενο και η ιδέα “ότι η γη αποτελεί κοινό κτήμα και πρέπει να αφαιρεθεί από τους γαιοκτήμονες και την εκκλησία και να μοιραστεί στους αγρότες”[5] γίνεται αίτημα όλων των αγροτικών εξεγέρσεων.
Στις αρχές της δεκαετίας 1340 ο Ιωάννης Καντακουζηνός, που εποφθαλμιά τον αυτοκρατορικό θρόνο, συγκρούεται με την αυτοκρατορική φάρα των Παλαιολόγων. Η μερίδα του ιερατείου που έμεινε στην ιστορία γνωστή ως «Ησυχαστές»[6] συγκρούεται με τους «Ζηλωτές»[7], ένα λαϊκοθρησκευτικό κίνημα που γεννήθηκε και αναπτύχθηκε στη Θεσσαλονίκη, τη δεύτερη μεγάλη πόλη του Βυζαντίου και τη μεγαλύτερη οικονομική δύναμη των Βαλκανίων. Το Κίνημα των Ζηλωτών αντιμετώπιζε με καχυποψία τη συνεργασία του μεγάλου εξουσιαστικού ιερατείου με την αριστοκρατική φεουδαρχία και ζητούσε τον χωρισμό της εκκλησίας από το κράτος. Η μεγάλη φτώχεια τόσο στις μεγάλες πόλεις όσο και στην ενδοχώρα του Βυζαντίου, σε συνδυασμό με τις ατέλειωτες βυζαντινές ίντριγκες και τις εμφυλιοπολεμικές συγκρούσεις μεταξύ φατριών του ιερατείου αλλά και μεταξύ των διεκδικητών του αυτοκρατορικού θρόνου, συνέβαλαν στη μετεξέλιξη των Ζηλωτών σε πλατύ κοινωνικό κίνημα. Αυτό το κίνημα “είχε μεγάλη απήχηση στο Δήμο”[8], όπως αποκαλούν όλες οι πηγές της εποχής τα φτωχά λαϊκά στρώματα, και έβαλε στόχο του την αλλαγή του κοινωνικού συστήματος του Βυζαντίου[9].
Στη μετεξέλιξη αυτή έπαιξε σημαντικό ρόλο η διδασκαλία και η πολιτική δραστηριότητα του ‘Βαρλαάμ από την Καλαβρία’[10], που εκείνη την περίοδο δίδασκε στη Θεσσαλονίκη και ασκούσε μεγάλη επιρροή στα φτωχά λαϊκά στρώματα αλλά και στη διανόηση της Θεσσαλονίκης, η οποία, Θεσσαλονίκη, την ίδια περίοδο, αριθμούσε πάνω από διακόσιες χιλιάδες πληθυσμό. Ιδιαίτερο ρόλο φαίνεται να έπαιξε η διαμάχη του Βαρλαάμ με τους Ησυχαστές και τον αρχιεπίσκοπο Γρηγόριο Παλαμά, υποτίθεται γύρω από ‘θεολογικά θέματα’, τα οποία στην ουσία ήταν αντικατοπτρισμός των οικονομικών και κοινωνικών θεμάτων και αντιθέσεων.
Το 1341 στην Αδριανούπολη και σε άλλες πόλεις της Μακεδονίας και Θράκης σημειώθηκαν πολλές αγροτικές εξεγέρσεις και ταραχές εναντίον της τοπικής αριστοκρατίας, αλλά και της κεντρικής εξουσίας της βυζαντινής αυτοκρατορίας.
Τον Οκτώβρη του 1341 ο Καντακουζηνός ανακηρύχθηκε από τον στρατό βασιλέας στο Διδυμότειχο και σε αντιπερισπασμό, τον Νοέμβριο, ο Ιωάννης Παλαιολόγος στέφθηκε αυτοκράτορας στην Πόλη από τον Πατριάρχη Ιωάννη Καλέκα. Στη συνέχεια ο Καντακουζηνός αμφισβητεί τον αυτοκράτορα Ιωάννη Παλαιολόγο και έτσι ξέσπασε ο γνωστός στην ιστορία ως ‘2ος εμφύλιος πόλεμος της βυζαντινής αυτοκρατορίας’. Την άνοιξη του 1342 ο Ιωάννης Καντακουζηνός, ο κατ’ εξοχήν εκφραστής των συμφερόντων της αριστοκρατίας και των μεγαλογαιοκτημόνων, καταλαμβάνει με τη βοήθεια Σλάβων τη Θεσσαλονίκη με αποτέλεσμα την εξέγερση των Ζηλωτών, οι οποίοι θέλησαν να εκμεταλλευτούν την εμφύλια σύγκρουση των εξουσιαστικών φατριών του Βυζαντίου με στόχο την αυτονομία τους και την ανατροπή της φεουδαρχίας.
Οι Ζηλωτές καταλαμβάνουν την εξουσία και ανακηρύσσουν την «Ανεξάρτητη Δημοκρατία της Θεσσαλονίκης», απαιτώντας την αυτονομία της και το δικαίωμα άσκησης ανεξάρτητης εξωτερικής πολιτικής. Ο αυτοκράτορας με τη σειρά του προσπαθεί να εκμεταλλευτεί την αντίθεση των Ζηλωτών με τον Καντακουζηνό για να αποδυναμώσει τον Καντακουζηνό, αλλά και για να εξασθενήσουν και οι δυο αντίπαλοί του, τηρεί ουδετερότητα απέναντι στην εξέγερση των Ζηλωτών.
Το κίνημα των Ζηλωτών διέφερε από τα άλλα κινήματα τα αγροτικά ή τα θρησκευτικά, από το γεγονός πως αυτό είχε κοσμοθεωρητικές απόψεις και πολιτικές θέσεις που δεν περιορίζονταν στην προσωρινή ανακούφιση των κολλήγων, αλλά ξεπερνούσαν τους θεσμούς και τις δομές του βυζαντινού φεουδαρχικού συστήματος. Ο θεολόγος καθηγητής του πανεπιστημίου Αθήνας, Γεώργιος Μεταλληνός, γράφει[11] ότι το κίνημα των Ζηλωτών «ήταν καθαρά πολιτικοποιημένη παράταξη, με σαφή κοινωνικά κίνητρα και αιτήματα κατά των πλουσίων γαιοκτημόνων και υπέρ των πενομένων και καταπιεζομένων… Είναι, πράγματι, σαφές, παρά τη σύγχυση των πηγών, ότι οι Ζηλωτές της Θεσσαλονίκης…συνδέονταν με τους ναυτικούς («παραθαλασσίους»), μια γνωστή συντεχνία… Η συνεργασία Ζηλωτών-ναυτών οφειλόταν προφανώς σε σύμπτωση συμφερόντων. Σε άλλες πόλεις στη συνεργασία αυτή συμμετείχαν και έμποροι… Οι Ζηλωτές ταυτίσθηκαν με το λαό και εξέφραζαν τα αιτήματα των κατωτέρων κοινωνικών στρωμάτων, εν μέρει δε συνέπιπταν και με το στρατό.»[12].
Και συμπληρώνει πως «ο Λαός βρήκε την ευκαιρία να διαδηλώσει τα αντιαριστοκρατικά ή και αντιπλουτοκρατικά φρονήματά του λόγω της καταπιέσεως που υφίστατο και της οικονομικής του εξαθλιώσεως. Με τη στάση των Ζηλωτών συνδέθηκαν οραματισμοί για ριζική κοινωνική αλλαγή, οικονομική αναβάθμιση και κοινωνική αναδιάρθρωση. Πρόκειται, όπως βεβαιώνουν τα πράγματα, για έκρηξη πρωτοχριστιανικής κοινοκτημοσύνης ή έστω κοινοχρησίας, εναντίον της αυξάνουσας κοινωνικής ανισότητας και αδικίας, λόγω της συγκεντρώσεως γης και πλούτου στα χέρια των ολίγων»[13], για να καταλήξει: «Η στάση από τη Θεσσαλονίκη επεκτάθηκε και σε άλλες πόλεις της αυτοκρατορίας ως την Τραπεζούντα. Αυτό σημαίνει, ότι το κοινωνικό κλίμα της Θεσσαλονίκης ήταν καθολικότερο φαινόμενο. Και αυτό επιβεβαιώνεται από πολλές μαρτυρίες. Η αντίδραση επικεντρωνόταν στο πρόσωπο του Ι. Καντακουζηνού και την αριστοκρατία»[14].
Το ίδιο βεβαιώνει και ο καθηγητής της ιστορίας Κωνσταντίνος Χατζόπουλος: «Η εξέγερση απλώθηκε σε πολλές πόλεις της Μακεδονίας και της Θράκης (Αδριανούπολη, Φέρρες, Ηράκλεια κ.ά.) και είχε πολύ έντονο κοινωνικό χαρακτήρα. Ιδιαίτερα στη Θεσσαλονίκη, τη δεύτερη μεγάλη πόλη της αυτοκρατορίας και το σημαντικότερο οικονομικό κέντρο της Βαλκανικής, ο λαός με επικεφαλής τους Ζηλωτές κατάφερε να ανατρέψει τους ευγενείς και να πάρει την εξουσία στα χέρια του. Έτσι, για μια σχεδόν ολόκληρη δεκαετία (1341-1349) οι Ζηλωτές έθεσαν την πόλη κάτω από τον απόλυτο έλεγχό τους και επιχείρησαν να εισαγάγουν πρωτοποριακές για την εποχή τους πολιτικές και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις»[15].
Πριν δούμε όμως τι έκαναν στην πολιτική πράξη, ας δούμε σε συντομία μερικές από τις βασικές πολιτικές απόψεις τους, όπως αυτές διατυπώνονται σε πολλές πηγές, για να κατανοήσουμε τον χαρακτήρα και τη σημασία αυτού του κινήματος των Ζηλωτών[16]:
Είχε μια αντιαριστοκρατική και αντιπλουτοκρατική πολιτική αντίληψη.
- Διεκδικούσε μεταρρυθμίσεις στη βυζαντινή αυτοκρατορία, στα πλαίσια των οποίων επεδίωκαν την πολιτική αυτονομία και την ανεξαρτησία τους απέναντι στην κεντρική εξουσία.
- Υποστήριζε την ανάγκη για την προώθηση της παιδείας, τη διδασκαλία του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη και όλης της αρχαιοελληνικής Γραμματείας και του νέου ευρωπαϊκού πνεύματος.
- Ήρθε σε ανοιχτή αντιπαράθεση με τον δογματισμό των Ησυχαστών του Γρηγορίου Παλαμά, που εξυμνούσαν τον μοναχισμό, το αυστηρό πνεύμα και την υποταγή στην εξουσία των γαιοκτημόνων και του αυτοκράτορα.
- Υπερασπίζονταν τους φτωχούς και τους κατατρεγμένους πρόσφυγες που έφταναν από κάθε γωνιά της αυτοκρατορίας μαζικά στη Θεσσαλονίκη για να γλυτώσουν από τις εμφυλιοπολεμικές συγκρούσεις και την πείνα.
- Επεξεργάστηκε πολιτικό πρόγραμμα με συγκεκριμένες πολιτικές θεσμικών, οικονομικών και πολιτικών μεταρρυθμίσεων και
- Οργάνωσε πολιτικό Λαϊκό Κόμμα.
Όμως στη δημόσια ζωή και στη διαχείριση της κοινωνίας εκείνο που καταξιώνει τις κοσμοθεωρίες, τις ιδεολογίες, τις πολιτικές διακηρύξεις και τα κομματικά προγράμματα είναι η συμφωνία των διακηρύξεων με τα έργα. Ας δούμε τώρα τι έκανε το Κίνημα των Ζηλωτών στην «Ανεξάρτητη Δημοκρατία της Θεσσαλονίκης» και κατ’ άλλους στη «Λαϊκή Δημοκρατία της Θεσσαλονίκης» ή στην «Κομμούνα της Θεσσαλονίκης»[17], σύμφωνα με τις πληροφορίες από διάφορες πηγές που αναφέρονται σε αυτό το κεφάλαιο της ιστορίας[18]:
Οι Ζηλωτές συγκέντρωσαν όλες τις εξουσίες στα χέρια τους, προχώρησαν στη συγκρότηση Επαναστατικής Επιτροπής και σε άμεση αναδιοργάνωση της Δημόσιας Διοίκησης, της Δικαιοσύνης, του στρατού και της εκκλησίας και ταυτόχρονα:
Κατάργησαν την παλιά νομοθεσία και το παλιό νομικό σύστημα και δημιούργησαν νέους διοικητικούς θεσμούς.
Πήραν μέτρα για την πνευματική ελευθερία, την ελευθερία του Λόγου και την ανεξιθρησκία.
Κατάργησαν όλα τα προνόμια, το δικαίωμα της ατομικής ιδιοκτησίας και δήμευσαν τις περιουσίες και τον πλούτο των ευγενών.
Καθιέρωσαν την άμεση εκλογή από τον Λαό όλων των αξιωματούχων στα κυβερνητικά αξιώματα, στη Δικαιοσύνη, ακόμα και στα θρησκευτικά αξιώματα.
Δημοτικοποίησαν τον πλούτο της εκκλησίας και των μοναστηριών και διαχώρισαν την εκκλησία από το κράτος.
Καθιέρωσαν καθεστώς ισονομίας και ισοπολιτείας, ώστε όλοι οι πολίτες να είναι ίσοι απέναντι στον νόμο.
Απελευθέρωσαν τους δουλοπάροικους και έδωσαν ίσα δικαιώματα στους ξένους.
Δημιούργησαν ένα πρωτοφανές για τα δεδομένα της εποχής καθεστώς που προέβλεπε την άμεση, διαρκή και ενεργητική λαϊκή συμμετοχή στη διακυβέρνηση της πόλης κατά τα πρότυπα της Αθηναϊκής Δημοκρατίας.
Ανακήρυξαν επίτιμο Πρόεδρο της «Ανεξάρτητης Δημοκρατίας της Θεσσαλονίκης» τον αρχιεπίσκοπο Μακάριο ο οποίος είχε ταχθεί με το μέρος των επαναστατών.
Η Κομμούνα των Ζηλωτών αντιμετώπισε νικηφόρα πολλές επιδρομές του αυτοκρατορικού στρατού που επέδραμε κάθε τόσο, πότε με τη βοήθεια των Σλάβων και πότε με τη βοήθεια των Τούρκων, κατά της Θεσσαλονίκης και άντεξε εννιά ολόκληρα χρόνια, από το 1342 μέχρι το 1350. Επειδή όμως η ανεξάρτητη παρουσία της άλλαζε σταδιακά τις συνειδήσεις των κολλήγων και των άλλων λαϊκών στρωμάτων της αυτοκρατορίας, οι δύο «συμβασιλείς» πια, Καντακουζηνός και Παλαιολόγος, τέθηκαν επικεφαλής μεγάλων δυνάμεων του αυτοκρατορικού στρατού συνεπικουρούμενου από σώμα είκοσι χιλιάδων ανδρών του τούρκικου στρατού και πολιόρκησαν τη Θεσσαλονίκη. Η άμυνα της Θεσσαλονίκης εξαντλήθηκε μετά από σκληρές μάχες, οπότε οι αυτοκρατορικές δυνάμεις κατάσφαξαν τον πληθυσμό και κατάστρεψαν την πόλη και την ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλονίκης.
Είναι γνωστό πως τελικά την ιστορία δεν την γράφουν οι ιστοριογράφοι, αλλά οι νικητές που γράφουν ή σβήνουν τις πηγές και τα γεγονότα, όπως έκαναν ο Καντακουζηνός και ο μεγαλογαιοκτήμονας Γρηγοράς. Πολλοί προσπαθούν να υποβαθμίσουν ακόμα και να συκοφαντήσουν[19] το μεγάλο αυτό ιστορικό γεγονός και το πολύ σημαντικό, για τότε και για τώρα, κοινωνικό επίτευγμα. Προφανώς γιατί είχε ένα παλλαϊκό χαρακτήρα στον οποίο συμμετείχαν όλα τα λαϊκά στρώματα, ναυτεργάτες, αγρότες βιοτέχνες, έμποροι, διανοούμενοι, ακόμα και τμήματα του κλήρου και του αυτοκρατορικού στρατού, πράγμα που προσδίδει τεράστιο κοινωνικό βάθος στην Κομμούνα των Ζηλωτών, τροφοδότη των απελευθερωτικών οραμάτων της εργαζόμενης ανθρωπότητας για εφτακόσια χρόνια. Από αυτή την οπτική γωνία μπορούμε να πούμε πως η Κομμούνα της Θεσσαλονίκης δεν ηττήθηκε ποτέ.
Ηττήθηκε όμως για μια ακόμα φορά ο αγωνιζόμενος να αναγεννηθεί ελληνισμός, γιατί οι βυζαντινοί αυτοκράτορες και η τάξη των ‘ευγενών’ μεγαλογαιοκτημόνων έμαθαν στους Σλάβους και στους Τούρκους τον δρόμο προς την Ελλάδα και τον τρόπο να καταπνίγουν τα εθνικά και κοινωνικά απελευθερωτικά λαϊκά κινήματα και τις προοδευτικές ιδέες. Η μετέπειτα πορεία των πραγμάτων, ως διαμάχη μεταξύ «ενωτικών και ανθενωτικών», μεταξύ της ‘Τιάρας και του Σαρικίου’, όχι μόνο δεν γλύτωσε τους αυτοκράτορες και τους ευγενείς από το σπαθί του Μωάμεθ του Πορθητή, αλλά γύρισε και το τιμόνι της ιστορίας σε πορεία κατά του ελληνισμού, αλλά και κατά της αστικής μετεξέλιξης της περιοχής των Βαλκανίων και κατ’ επέκταση σε βάρος της Ευρώπης, της ανθρωπότητας και του πολιτισμού της. Οι ανάγκες και οι δυνατότητες της ανθρωπότητας, και κύρια της Ευρώπης, για μια ακόμα φορά αλλάζουν την πορεία της ιστορίας, στρέφοντας τη ρότα προς την Ινδία από τη Δύση για να καταλήξουν στην ανακάλυψη του πλούτου του Νέου Κόσμου, με αποτέλεσμα τη γενοκτονία των αυτόχθονων πληθυσμών και την καταστροφή των πολιτισμών της αμερικανικής ηπείρου.
—————————————————————————————————————————
[1] Αφιέρωμα στα 670 χρόνια από την ανακήρυξη της Λαϊκής Κομμούνας της Θεσσαλονίκης.
[2] Απόσπασμα από το βιβλίο μου, Άμεση Δημοκρατία και Αταξική Κοινωνία. Η μεγάλη πορεία της ανθρωπότητας προς την κοινωνική ισότητα και τον Ουμανισμό, ΝΗΣΙΔΕΣ, Θεσσαλονίκη 2013.
[3] Τεμεκενίδης Γεώργιος Α., Η Επανάσταση των Ζηλωτών στη Θεσσαλονίκη (1342-1349), Ζήτη, Θεσσαλονίκη 2001, σ. 7 και 14.
[4] Η φεουδαρχία ασιατικού ή ανατολικού τύπου στηριζόταν στη συνεχή κατάκτηση εδαφών και στη συσσώρευση πλούτου μέσω της λεηλασίας και του κεφαλικού φόρου των υπηκόων, σε αντίθεση με τη φεουδαρχία δυτικού τύπου που στηριζόταν στην αγροτική παραγωγή.
[5] Τεμεκενίδης Γεώργιος Α., Η Επανάσταση των Ζηλωτών…, ό. π., σ. 14.
[6] «Οι Ησυχαστές απέρριπταν τις θεωρίες των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων, κυρίως του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, σχετικά με τη δημιουργία του κόσμου και θεωρούσαν ως περιττή την μελέτη των έργων τους.», βλ. Χατζόπουλος Κωνσταντίνος, Επισκόπηση της Ιστορίας του Νέου ελληνισμού (1204-1821), εκδ. Εταιρείας Αξιοποίησης Περιουσίας Δ.Π.Θ.
[7] Τους είπαν Ζηλωτές, από την ονομασία των Ζηλωτών των πρωτοχριστιανικών χρόνων που οργάνωσαν επανάσταση εναντίον των Ρωμαίων. Οι Ζηλωτές της Θεσσαλονίκης του 14ου αιώνα, κατά τον Θωμά Μαγίστρου, όπως μας πληροφορεί ο Κορδάτος, ήταν γνωστοί και ως «Φίλοι του Λαού». Βλ. Κορδάτος Γιάννης, Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας, ό. π., τόμ. 8ος, σ. 245-277. Βλ. επίσης Εγκυκλοπαίδεια Δομή, τόμ. 10ος, σ. 60-61 και Εγκυκλοπαίδεια Υδρία, εκδ. Αξιωτέλη, Αθήνα 1987, τόμ. 5ος.
[8] Είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον να διαπιστώνει κανείς πως περισσότερα από 1800 χρόνια μετά την αθηναϊκή δημοκρατία, το κράτος του Δήμου, ένας άλλος Δήμος (με την ίδια ακριβώς έννοια και τον ίδιο ακριβώς όρο), αυτός της βυζαντινής Θεσσαλονίκης, επαναλαμβάνει το ίδιο «πείραμα» κάτω από πολύ αντίξοες συνθήκες. Κι επειδή η γλώσσα είναι κώδικας πολιτισμού, τότε αυτή η συνέχεια έχει τη σημασία της, βλ. σχετικά, Κορδάτος Γιάννης, Η Κομμούνα της Θεσσαλονίκης, Συλλογή, Αθήνα 2009, σ. 9 και 51 κ.ε.
[9] Βλ. Κορδάτος Γιάννης, Μεγάλη Ιστορία, ό. π. και Εγκυκλοπαίδεια Δομή, ό. π.
[10] Ο Βαρλαάμ (1290-1350) ήταν Έλληνας λόγιος από τη ‘Μεγάλη Ελλάδα’. Σπούδασε στη Ρώμη μαθηματικά, φιλοσοφία, αστρονομία και θεολογία. Διετέλεσε καθηγητής της ελληνικής φιλολογίας και φιλοσοφίας στην Κάτω Ιταλία και υπήρξε δάσκαλος του μεγάλου ιταλού ουμανιστή ποιητή Πετράρχη. Κλήθηκε στην Κωνσταντινούπολη από τον αυτοκράτορα και έγινε καθηγητής στο εκεί πανεπιστήμιο, όπου ήρθε σε ρήξη με το ιερατείο των «Ησυχαστών» και τον αρχιεπίσκοπο Γρηγόριο Παλαμά. Αργότερα εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη όπου και ίδρυσε δική του σχολή με πολλούς μαθητές. Ήταν ενθουσιώδης υποστηρικτής της αναβίωσης και της διδασκαλίας της πλατωνικής και αριστοτελικής φιλοσοφίας. Θεωρείται πρόδρομος του Ουμανισμού και του Διαφωτισμού. Βλ. Εγκυκλοπαίδεια Δομή, τόμ. 4. Βλ. επίσης, Μεταλληνός Γεώργιος, Ησυχαστές και Ζηλωτές. Πνευματική ακμή και κοινωνική κρίση στον Βυζαντινό 14ο αιώνα. Ελληνισμός Μαχόμενος, εκδ. Τήνος, Αθήνα 1995.
[11] Σε αντίθεση με κάποιους που γράφουν για «τον οχλοκρατικό χαρακτήρα του κινήματος των Ζηλωτών», βλ. Κωτσιόπουλος Κωνσταντίνος, Το κίνημα των Ζηλωτών στη Θεσσαλονίκη 1342-1349. Ιστορική, θεολογική και κοινωνική διερεύνηση, Διδακτορική Διατριβή στη Θεολογική Σχολή του Α.Π.Θ., Θεσσαλονίκη 1995.
[12] Μεταλληνός Γεώργιος, Ησυχαστές και Ζηλωτές…, ό. π.
[13] Ό. π.
[14] Ό. π.
[15] Χατζόπουλος Κωνσταντίνος, Επισκόπηση της…, ό. π.
[16] «Ο Βαρλαάμ και οι οπαδοί του παρουσιάζονται συχνά ως ουμανιστές, πλατωνικοί και νομιναλιστές», Χατζόπουλος Κωνσταντίνος, Επισκόπηση της…, ό. π.
[17] Κορδάτος Γιάννης, Η Κομμούνα της Θεσσαλονίκης 1342-1349, ό. π., σ. 69 κ.ε. Βλ. επίσης Κορδάτος Γιάννης, Μεγάλη Ιστορία…, ό. π., και Εγκυκλοπαίδεια Υδρία, τόμ. 5ος, σ. 1435-1436.
[18] Τεμεκενίδης Γεώργιος Α., Η Επανάσταση των Ζηλωτών…, ό. π., σ. 48-50.
[19] «Ξοδεύουμε τα μοναστηριακά χρήματα για να φτιάξουμε τα χαλασμένα σπίτια των αγροτών και των φτωχών, για να τους στεγάσουμε, για να τους δώσουμε τα μέσα να καλλιεργήσουν τα χωράφια και τα αμπέλια τους και γενικά με τον ίδιο τρόπο να συντηρούμε εκείνους που αγωνίζονται με τα όπλα για να μη γίνουμε όλοι σκλάβοι… Τούτη η Πολιτεία στηρίζεται στην ισότητα και τη δικαιοσύνη και στην ευσέβεια… και επιζητεί σύμφωνα με τους νόμους που θεσπίσαμε να κρατάει όσα απόκτησε, καλύτερα και από την Πολιτεία του Πλάτωνα», απαντούσαν οι Ζηλωτές στους συκοφάντες τους, σύμφωνα με κάποιο χειρόγραφο που σώθηκε. Βλ. Κορδάτος Γιάννης, Μεγάλη Ιστορία…, ό. π., σ. 265 και 266.