Του Δημήτρη Απ. Νικολακάκη *
Ο Νίκος Τζανακάκης – Δροσερός κατάγονταν από οικογένεια με δημοκρατικές και αγωνιστικές καταβολές. Ήδη, κατά τη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής όντας 16 χρονο παλικάρι, συμμετείχε ενεργά στην αντίσταση κατά του κατακτητή.
Η δικτατορία τον βρήκε να είναι υπεύθυνος (διευθυντής) της εφημερίδας «Παρατηρητής» ιδιοκτησίας τότε του βουλευτή Πολυχρόνη Πολυχρονίδη.
Το βράδυ της 20ης Απριλίου 1967 όλο το δημοσιογραφικό επιτελείο του «Παρατηρητή» είχε στηθεί μπροστά στο ραδιόφωνο, όπου άκουγε και κατέγραφε την ομιλία την Αθήνα του αρχηγού της Ενώσεως Κέντρου Γεωργίου Παπανδρέου.
Ο λόγος καταγράφτηκε, χτυπήθηκε στις λινοτυπικές μηχανές και στοιχειοθετήθηκε στην πρώτη σελίδα μαζί με μια τεράστια φωτογραφία του Γέρου της Δημοκρατίας.
Η εφημερίδα έβγαινε τότε σε 3.000 φύλλα. Όμως τη βραδιά εκείνη το πιεστήριο τύπωσε 4.500 φύλλα. Τελικά κανένα δεν κυκλοφόρησε γιατί τα ξημερώματα εξερράγη το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου και ακολούθησε το σφράγισμα των εγκαταστάσεων της εφημερίδας.
Ο Νίκος φεύγει από το Τυπογραφείο στις 4 το πρωί. Λίγο μετά τις 5 χτυπά την πόρτα του σπιτιού ο διανομέας της εφημερίδας και τον ενημερώνει ότι έγινε δικτατορία και ότι κατελήφθησαν τα γραφεία της εφημερίδας από δυνάμεις του Στρατού και της Χωροφυλακής.
Πράγματι, ο ίδιος σπεύδει στον «Παρατηρητή», όπου βλέπει έναν αξιωματικό της V Μεραρχίας με τρεις στρατιώτες και δύο άνδρες του Τμήματος Ασφαλείας Χανίων, να έχουν καταλάβει τα γραφεία.
Ο Νίκος δεν πανικοβάλλεται. Τις επόμενες ώρες συναντιέται με τους Παναγιώτη Κλάδο, Στέλιο Παπουτσάκη, Αντώνη Γκαζή, Ευγένιο Λεβάκη και μερικούς άλλους και αρχίζουν να συσκέπτονται για το τι πρέπει να κάνουν.
Συναντιούνται με τους τότε βουλευτές της Ένωσης Κέντρου Μανώλη Μπακλατζή και Γιάννη Βαλυράκη στο γραφείο του δεύτερου (όπου ευρίσκονταν και οι Σήφης Βαλυράκης και Τάκης Γεωργιακάκης) και τους προτείνουν να κάνουν έφοδο στις αποθήκες της Χωροφυλακής και της Μεραρχίας για να προμηθευτούν όπλα όσοι ήταν άοπλοι και ν’ αρχίσουν την αντιστασιακή πάλη. Οι βουλευτές συμφωνούν στην αρχή αλλά κατόπιν τους συστήνουν αυτοσυγκράτηση. Έτσι γύρω στις 3 το απόγευμα, διαλύονται.
Γυρνώντας στο σπίτι του ο Νίκος, βρίσκει τον Φοίβο Ιωαννίδη να τον περιμένει. Είχε έρθει κατεπειγόντως από την Αθήνα με την «Ολυμπιακή» και ήθελε το συντομότερο δυνατόν να πάει στο Ηράκλειο.
Ο Νίκος τον βάζει στο ταξί του και, πράγματι, τον μεταφέρει στο Ηράκλειο. Τον αποβιβάζει στο Γιόφυρο, την ώρα που οι Ηρακλειώτες είχαν ήδη ξεσηκωθεί ενάντια στη Χούντα. Πολλοί πυροβολισμοί ακούγονταν από το κέντρο τη πόλης. Το βράδυ γυρίζει στα Χανιά μετά από πολλές περιπέτειες και αστυνομικά μπλόκα.
Μετά από δύο μήνες περίπου, ο Νίκος στρατολογείται από τον Γιάννη Βαλυράκη στην Παγκρήτια αντιστασιακή οργάνωση ΔΕΚΑ.
Λίγες μέρες αργότερα του γίνεται πρόταση και από τον γιατρό Ανδρέα Αρχοντάκη να συμμετέχει σε Χανιώτικη αντιστασιακή οργάνωση στην οποία εκτός από τον «Φιντέλ Κάστρο» είναι μέλη μεταξύ άλλων και οι Αντώνης Γκαζής, Σήφης Ζερβουδάκης, Παύλος Μπριλλάκης, Νίκος Αγγελάκης, Φίλιππος Γκαζής, Παντελής Μαρκετάκης και Μιχάλης Καλαϊτζαντωνάκης. Είχε ήδη όμως δεσμευτεί στην Παγκρήτια αντιστασιακή οργάνωση.
Στην οργάνωση ΔΕΚΑ συμμετείχαν, μεταξύ άλλων, οι εξής:
1. Ιωαννίδης Φοίβος του Ιωάννου, Ηράκλειο
2. Ξυλούρης Μενέλαος του Ιωάννου, τέως βουλευτής, Ηράκλειο
3. Πλευρής Τηλέμαχος του Γεωργίου, τέως βουλευτής, Ηράκλειο
4. Γιαννόπουλος Γεώργιος του Εμμανουήλ, Ηράκλειο
5. Γεωργιαννάκης Γεώργιος του Εμμανουήλ, Ηράκλειο
6. Γιαμαλάκης Νικόλαος του Στυλιανού, Ηράκλειο
7. Ουρανός Γεώργιος του Γεωργίου, Αγιασμάτσι Ρεθύμνου
8. Σταμαθιουδάκης Μανούσος του Γεωργίου, Ρέθυμνο
9. Τσαγκαράκης Γεώργιος του Μιχαήλ, Ηράκλειο
10. Σκουλάς Ιωάννης του Εμμανουήλ, Ανώγεια
11. Χαλκιαδάκης Ιωάννης του Εμμανουήλ, Ρέθυμνο
12. Περράκης Γεώργιος του Νικολάου, Ρέθυμνο
13. Γαβαλάς Πέτρος του Κωνσταντίνου, Ιερέας, Ηράκλειο
14. Ρηγάκης Δημήτριος του Γεωργίου, Ιεράπετρα
15. Βαλυράκης Ιωάννης του Ιωσήφ, τέως βουλευτής, Χανιά
16. Δροσερός – Τζανακακής Νικόλαος του Γεωργίου, Χανιά
17. Μαστοράκης Ιωάννης του Νικολάου, Χανιά
18. Καλομοίρης Βασίλειος του Νικολάου, Ανώγεια
19. Μεσσήνης Ευστράτιος του Αριστείδου, Ηράκλειο
20. Σάλας Μιχάλης του Γεωργίου, Ηράκλειο
21. Πιλαφτσής Κωνσταντίνος του Αγαμένονα, Ηράκλειο
22. Κονιάδης Αριστείδης του Κωνσταντίνου, Ηράκλειο
23. Περάκης Παύλος του Ιωάννη, Ηράκλειο
24. Παπαϊωάννου Εμμανουήλ του Μιχαήλ, Ηράκλειο
25. Ξυριτάκης Δημήτριος του Δημητρίου, Ηράκλειο
26. Σημαιάκης Εμμανουήλ του Κωνσταντίνου, Ηράκλειο
27. Κάβος Κωνσταντίνος του Μιχαήλ, Ηράκλειο
28. Σκουλάς Αθανάσιος του Εμμανουήλ, Ηράκλειο
Στις 28 Οκτωβρίου 1967, στο σπίτι του Γιώργου Ουρανού, στο χωριό Αγιασμάτσι Ρεθύμνου, όλοι αυτοί συγκεντρώνονται και αποφασίζουν να χτυπήσουν δυνατά τη Χούντα και να οργανώσουν μαζικό ξεσηκωμό του Κρητικού λαού.
Αποφασίζουν επίσης να επιχειρήσουν καίριο χτύπημα κατά των αξιωματούχων του δικτατορικού καθεστώτος που θα ελάμβαναν μέρος στις ετήσιες εκδηλώσεις για το ολοκαύτωμα του Αρκαδίου. Είχε μάλιστα ανακοινωθεί ότι θα ερχόταν και ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος, τον οποίο αποφασίζουν να απαγάγουν, να τον αναγκάσουν ν’ απευθύνει διάγγελμα προς τον ελληνικό λαό και να ορκίσει δημοκρατική κυβέρνηση.
Αρχικά τα μέλη της οργάνωσης Τζανακάκης, Μαστοράκης και Βαλυράκης προτείνουν να στηθεί ενέδρα στην αυτοκινητοπομπή των Χουντικών που θα ερχόταν από το αεροδρόμιο Χανίων προς Ρέθυμνο, στο ύψος του Αλμυρού ποταμού, στη Γεωργιούπολη. Το σχέδιο όμως απορρίπτεται γιατί δεν τους εξασφαλίζει επαρκή κάλυψη διαφυγής.
Αποφασίζουν έτσι να χτυπήσουν μέσα στο Μοναστήρι. Έρχονται σε επαφή με τον Ηγούμενο της Μονής και του ζητούν να κρυφτούν σε δύο αποθήκες από την προηγούμενη μέρα, πριν δηλαδή την άφιξη ισχυρών στρατιωτικών και αστυνομικών δυνάμεων, οι οποίοι θα φύλατταν τους επισήμους.
Ο Ηγούμενος μένει σύμφωνος. Η ομάδα κρούσης θα φορούσε στολές χωροφυλακής και θα ήταν οπλισμένη με αυτόματα όπλα και χειροβομβίδες.
Το σχέδιο προέβλεπε την εξόντωση όλων των μελών της χουντικής κυβέρνησης οι οποίοι θα παρευρίσκονταν στην εκδήλωση και ταυτόχρονα την απαγωγή του βασιλιά. Πάνω απ’ το Μοναστήρι θα υπήρχε μονάδα υποστήριξης 200 ατόμων.
Στον Φοίβο Ιωαννίδη είχε ανατεθεί η εξεύρεση του οπλισμού. Θα ερχόταν από τη Γαλλία με πλοίο και θα ξεφορτωνόταν σε απόμερο όρμο της περιοχής της Σητείας. Την όλη επιχείρηση μεταφορά του οπλισμού είχε αναλάβει να φέρει σε πέρας το Παύλος Βαρδινογιάννης.
Πράγματι γίνεται αγορά των όπλων και φορτώνονται στο πλοίο. Όμως στα μέσα της διαδρομής ειδοποιείται ο καπετάνιος να γυρίσει πίσω, επειδή η όλη επιχείρηση είχε προδοθεί.
Δυστυχώς ένα Ηρακλείωτης Πολιτικός Μηχανικός, μέλος της οργάνωσης, που είχε σταλεί δύο φορές ως σύνδεσμος στη Γαλλία, τελικά πρόδωσε το σχέδιο στο Χουντικό ταξίαρχο Δημήτριο Ιωαννίδη.
Στις αρχές Νοεμβρίου του 1967 αρχίζουν οι συλλήψεις μελών της Οργάνωσης.
Κείνες τις μέρες ο Νίκος βρισκόταν στην Αθήνα, όπου ενημέρωσε για τις δραστηριότητες της οργάνωσης του Πολυχρόνη Πολυχρονίδη. Τότε έμαθε ότι καταζητείται, ότι ήδη κρατείται η οικογένειά του και ότι έχουν κατασχεθεί τα ταξί του. Παρ’ όλο που είχε τη δυνατότητα να διαφύγει στο εξωτερικό για να γλιτώσει τις ταλαιπωρίες, προτιμά να επιστρέψει στα Χανιά.
Με την άφιξή του στο Αεροδρόμιο συλλαμβάνεται και οδηγείται στην Ανωτέρα Διοίκηση Χωροφυλακής όπου ανακρίνεται εντατικά χωρίς να μαρτυρήσει οτιδήποτε. Την επόμενη μέρα μεταφέρεται σιδηροδέσμιος στο Ηράκλειο. Τόσο ο ίδιος, όσο και οι σύντροφοί του αντιστασιακοί εκτός από εξαντλητικές ανακρίσεις προκειμένου να ομολογήσουν, υφίστανται για πολύ καιρό και σκληρά φριχτά βασανιστήρια στα μπουντρούμια της Ασφάλειας και της ΕΣΑ. Ακολούθως μεταφέρονται με ισχυρή στρατιωτική συνοδεία στα Χανιά. Όταν η αυτοκινητοπομπή φτάνει στο ύψος του Ιτζεδίν, ο επικεφαλής Συνταγματάρχης, σταματά και τους αναγκάζει να παρακολουθήσουν την εκτέλεση ενός θανατοποινίτη.
«Αν δεν μιλήσετε» τους λέει «ίδια τύχη σας περιμένει».
Η πρώτη δίκη τους ξεκίνησε στις 14 Δεκεμβρίου στο Έκτακτο Στρατοδικείο Χανίων. Εκείνες τις μέρες όμως έγινε αποτυχών κίνημα του βασιλιά κι έτσι η διαδικασία διεκόπη.
Μετά από δίμηνη κράτηση στο 2ο Αστυνομικό Τμήμα Χανίων, η δίκη επαναλαμβάνεται στις 2 Φεβρουαρίου του 1968. Οι ποινές που επιβάλλονται στα μέλη της οργάνωσης είναι βαριές. Ο Νίκος καταδικάζεται σε πολύμηνη φυλάκιση την οποία εκτίει στις Επανορθωτικές Φυλακές Χανίων.
Έκτοτε βρίσκεται σε συνεχή στενή παρακολούθηση ως «πρόσωπο δυναμικό να ηγηθεί αναρχικών εκδηλώσεων» όπως χαρακτηριστικά αναφέρει απόρρητο έγγραφο της Διοίκησης Χωροφυλακής Χανίων που εξέδωσε στις 12 Σεπτεμβρίου 1972 ο τότε προϊστάμενος της Χωροφυλακής Χανίων Αντισυνταγματάρχης Ιωάννης Χαϊδεμένος. Και όχι μόνο αυτό. Η Χούντα κατάσχει και όλες τις καταθέσεις του στις Εμπορική, Ιονική και Εθνική Τράπεζα με αποτέλεσμα να δυσκολευτεί αφάνταστα και οικονομικά.
Παρ’ όλα αυτά, ο Νίκος συνεχίζει την αντιστασιακή του δραστηριότητα. Το γραφείο ταξί που διατηρεί στο κεντρικότερο σημείο της πόλης των Χανίων γίνεται στέκι των αντιστασιακών του νομού, οι οποίοι αψηφώντας τη συνεχή παρακολούθηση του από την Ασφάλεια, καθημερινά συναντιόνται και ανταλλάσσουν απόψεις και ιδέες για το πώς θα απαλλαγεί η χώρα το συντομότερο απ’ το δικτατορικό καθεστώς.
Εκεί ενημερώνεται αργότερα από τον Παναγιώτη Κλάδο για μια ακόμα αντιστασιακή οργάνωση, στην οποία συμμετείχαν απ’ τα Χανιά και οι Νικήτας Βενιζέλος, Γιώργος Βολουδάκης και Μανώλης Αρετάκης. Και όταν η οργάνωση αυτή προδίδεται, με τα ταξί του Δροσερού αυθημερόν φυγαδεύονται και φυλάσσονται σε ασφαλές μέρος τα όπλα απ’ το σπίτι του Κλάδου.
Αυτή είναι σε πολύ αδρές γραμμές η αντιστασιακή δραστηριότητα του Νίκου Τζανακάκη. Ενός ανθρώπου βαθύτατα δημοκρατικού που απέφευγε να προβάλλει (όπως κάποιοι άλλοι) τη δράση του αυτή και που ποτέ δεν επιχείρησε να εξαργυρώσει τις ταλαιπωρίες και τα βασανιτήρια που υπέστη.
Ενός ανθρώπου που μεταδικτατορικά συγχώρεσε και τους βασανιστές του, αφού, μετά την πρωτόδικη καταδίκη τους, δεν επέμενε σε περαιτέρω διώξεις τους.
* Ιστορικός ερευνητής
ΥΓ: Το κείμενο αυτό του Δημήτρη Νικολακάκη δημοσιεύτηκε στις 11/12/2009 στον “Κήρυκα” και αναδημοσιεύεται σε εκδήλωση τιμής στην μνήμη του Νίκου που, πριν λίγες μέρες, μας αποχαιρέτησε