Η νέα δανειακή σύμβαση που υπερψήφισε η Βουλή στις 14 Αυγούστου 2015 μπορεί να χαρακτηριστεί αποικιοκρατική για λόγους που θα εξηγήσω παρακάτω. Αντίστοιχο είναι και το μνημόνιο που τη συνοδεύει, το οποίο και θα αναλύσω σε επόμενο άρθρο.
Το νομοσχέδιο της 14ης Αυγούστου συνολικά απαρτίζεται από τα προαπαιτούμενα της συμφωνίας, τη νέα δανειακή σύμβαση και το συνοδευτικό μνημόνιο. Πρόκειται για ένα κείμενο 354 πυκνογραμμένων σελίδων, οι πρώτες 270 σελίδες του οποίου – τα προαπαιτούμενα – αποτελούν μια σειρά λεπτομερών νομοθετικών παρεμβάσεων που αφορούν ένα τεράστιο φάσμα επαγγελματικών κλάδων και οικονομικών δραστηριοτήτων και στρατηγικής σημασίας όπως: φυσικό αέριο, ηλεκτρισμός, αρτοποιοί, φαρμακοποιοί, οδηγοί φορτηγών αυτοκινήτων, συμβολαιογράφοι, κ.α. Η δανειακή σύμβαση καταλαμβάνει τις επόμενες 28 σελίδες και εμπεριέχει – όπως και οι προηγούμενες – καίρια νομικά και άλλα εθνικής κυριαρχίας θέματα. Τέλος, το νέο μνημόνιο που συνοδεύει τη δανειακή σύμβαση θέτει το πλαίσιο της οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής της χώρας για τα επόμενα χρόνια σε 56 σελίδες.
Θα αναλύσω το χαρακτήρα της δανειακής σύμβασης και μετά θα σχολιάσω την απαράδεκτη διαδικασία ψήφισης του νομοσχεδίου. Οι παραδόσεις, οι πρακτικές και οι θεσμοί της Ελληνικής Δημοκρατίας εξευτελίστηκαν, με τη σύμφωνη γνώμη της πλειοψηφίας του Κοινοβουλίου. Η απόλυτη εξάρτηση της χώρας από τους δανειστές της και η κυριαρχία των μηχανισμών της ΟΝΕ στην πολιτική ζωή της Ελλάδας, όπως συμπυκνώνονται στη νέα δανειακή σύμβαση, καθρεφτίστηκαν και στην περιφρόνηση προς τις δημοκρατικές διαδικασίες.
Η νέα δανειακή σύμβαση
Η νέα δανειακή σύμβαση δεν έχει προηγούμενο, εμπεριέχει μεγάλες ασάφειες και μόνο ως αποικιοκρατική μπορεί να χαρακτηριστεί.
Συγκεκριμένα:
1.Το νέο δάνειο – το ποσό του οποίου δεν προσδιορίζεται ακριβώς στο κείμενο – συνάπτεται μεταξύ του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ΕΜΣ), της ελληνικής κυβέρνησης, της Τράπεζας της Ελλάδας και του Ελληνικού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Από τον Κανονισμό που καθορίζει τη λειτουργία του ΕΜΣ προκύπτει το δικαίωμα του ΕΜΣ να ζητήσει τη συνδρομή του ΔΝΤ. Προκύπτει επίσης το δικαίωμα άσκησης «αυστηρής εποπτείας» που θα κρατήσει μέχρι να εξοφληθεί τουλάχιστον τα 75% του νέου δανείου. Η δανειακή σύμβαση αναφέρει στο προοίμιο Α4 ότι η Ελλάδα έχει ήδη υποβάλλει αίτηση για δάνειο στο ΔΝΤ. Για την επόμενη τριετία λοιπόν, η Ελλάδα θα αντιμετωπίζει «αυστηρό έλεγχο» από την Τρόικα (ή το Κουαρτέτο) ανά τρίμηνο και συνέχεια των ελέγχων για πολλά χρόνια μετά.
2. Στους ορισμούς και την ερμηνεία της σύμβασης περιλαμβάνονται όροι όπως: Συμφωνία Διευκόλυνσης Τόκων Ομολόγων, Σύμβαση Διευκόλυνσης PSI Διαχείρισης Υποχρεώσεων της 1/3/2012, Σύμβαση Δανειακής Διευκόλυνσης ύψους 80 δις της 8/5/2010, Μέγιστη Μέση Ληκτότητα 32,5 έτη, Ελάχιστο Ποσό Ακύρωσης 100 εκ. Πρόκειται για όρους εντελώς ασαφείς και είναι ακόμα ασαφέστερο γιατί έχουν συμπεριληφθεί σε ένα τόσο προσεκτικό νομικό έγγραφο όπως η σύμβαση, δεδομένου μάλιστα ότι δεν επαναλαμβάνονται στο ίδιο το κείμενο της σύμβασης. Η λογική ερμηνεία είναι ότι η ασάφεια υπάρχει για να παρέχει τη δυνατότητα στους δανειστές να ασκήσουν επιπλέον ελέγχους στην Ελλάδα, αν και όποτε το επιλέξουν.
3.Παρά τα όσα έχουν αναφερθεί κατά κόρον από κυβερνητικές πηγές περί ευρωπαϊκού και όχι αγγλικού δικαίου στη σύμβαση (και του υποτιθέμενου κέρδους της χώρας), σε κανένα σημείο της σύμβασης δεν αναφέρεται ρητά το νομικό πλαίσιο στο οποίο υπάγεται η δανειακή διευκόλυνση. Ο λόγος αυτής της παράλειψης και η σημασία της είναι αδιευκρίνιστος. Η λογική ερμηνεία είναι ότι έχει γίνει εκ του πονηρού.
4. Η σύμβαση δίνει το δικαίωμα στο ΕΜΣ να ορίσει δικό του παρατηρητή στο ελληνικό ΤΧΣ. Αναγνωρίζει ρητά ότι οποιαδήποτε αλλαγή σε νόμους, ή κανονιστικές διατάξεις που θα αναφέρονται στο ΤΧΣ θα εγγυώνται πλήρως τα δικαιώματα και την αποπληρωμή του ΕΜΣ. Η διακυβέρνηση του ΤΧΣ θα γίνεται κατά τρόπο πλήρως αποδεκτό από το ΕΜΣ. Τα δάνεια εξυγίανσης στα οποία θα προβεί το ΤΧΣ θα περιλαμβάνουν τον ΕΜΣ ως δικαιούχο τρίτο με πλήρη δικαιώματα. Οι αλλαγές που απαιτούνται στη νομοθεσία για την εφαρμογή των δανείων εξυγίανσης θα τίθενται σε εφαρμογή μετά από διαβούλευση με τον ΕΜΣ.
5. Το χειρότερο από όλα – και πρωτοφανές – είναι ότι η σύμβαση δεσμεύει το ελληνικό κράτος και το ΤΧΣ να παρέχουν το δικαίωμα στον ΕΜΣ να περιλαμβάνει οποιοδήποτε μέρος του νέου Ταμείου Ιδιωτικοποιήσεων στη δανειακή σύμβαση «κατά τη διακριτική του ευχέρεια». Επίσης «κατά τη διακριτική ευχέρεια» του ΕΜΣ θα μπορούν να συμπεριληφθούν στη σύμβαση υποχρεώσεις του ελληνικού κράτους, του ΤΧΣ και του Ταμείου Ιδιωτικοποιήσεων, ώστε να αποπληρωθούν οφειλές προς τον ΕΜΣ. Δηλαδή, όποτε και για οποιονδήποτε λόγο κρίνει, ο ΕΜΣ θα μπορεί να ρευστοποιεί περιουσιακά στοιχεία του κράτους είτε με ιδιωτικοποιήσεις, είτε με άλλα μέσα, να ζητά παροχή εγγυήσεων και δεσμεύσεων για ανάληψη άλλων υποχρεώσεων ή για παροχή επιπλέον δικαιωμάτων, να απαγορεύει τη μεταβίβαση μετοχών ή άλλων χρηματοδοτικών μέσων του Ταμείου Ιδιωτικοποιήσεων, κοκ. Εν ολίγοις ο ΕΜΣ θα μπορεί να ζητήσει οτιδήποτε αφορά τη δημόσια περιουσία οποιαδήποτε στιγμή, αντιστρέφοντας ακόμη και τα μόλις συμφωνηθέντα, κατά τη «διακριτική του ευχέρεια». Αυτή η πρόβλεψη περιλαμβάνεται στη δανειακή σύμβαση!
Είναι πασιφανές ότι νέα δανειακή σύμβαση συνιστά μια πρωτοφανή απεμπόληση εθνικής κυριαρχίας εισάγοντας ένα καθεστώς που μόνο ως αποικιοκρατικό μπορεί να χαρακτηριστεί. Από καταβολής ελληνικού κράτους, η Πολιτεία έχει εμπράγματο δικαίωμα επί της δημόσιας περιουσίας, η οποία είναι αναπαλλοτρίωτη και ακατάσχετη. Με τον ρόλο που δίνει η νέα δανειακή σύμβαση στον ΕΜΣ το ελληνικό κράτος χάνει μέρος της κυριαρχίας του στη γεωγραφική έκταση όπου ασκείται η κρατική εξουσία. Πραγματικοί κυρίαρχοι επί της δημόσιας περιουσίας γίνονται πλέον οι δανειστές.
Η νομότυπη ανατροπή της κοινοβουλευτικής διαδικασίας
Καταλήγοντας επιβάλλεται να σχολιαστεί η διαδικασία της ψήφισης του νομοσχεδίου γιατί δείχνει παραστατικά την απώλεια εθνικής κυριαρχίας και τον εξευτελισμό της δημοκρατίας που επέβαλαν οι δανειστές.
Το νομοσχέδιο κοινοποιήθηκε στους βουλευτές ένα εικοσιτετράωρο και κάτι πριν την έναρξη της συζήτησης. Η δυνατότητα ουσιαστικής συζήτησης και ανάλυσης, ιδίως των προαπαιτουμένων, ήταν σχεδόν ανύπαρκτη. Τα πράγματα όμως έγιναν ακόμη χειρότερα κατά τη διαδικασία συζήτησης. Το νομοσχέδιο εισήχθη στη Βουλή με τη διαδικασία του «κατεπείγοντος», παρά τις αρχικές εξαγγελίες του Συριζα ότι δεν θα κινηθεί ως κυβέρνηση σε αυτήν την κατεύθυνση. Το «κατεπείγον» είναι μια εξαιρετικά περιοριστική διαδικασία που επιτρέπει ελάχιστο χρόνο για κοινοβουλευτική συζήτηση, καθώς η συζήτηση και η ψήφιση πρέπει να ολοκληρωθεί σε συγκεκριμένη χρονική διάρκεια ωρών. Αντίθετα, η κανονική διαδικασία προβλέπει αρχικά το νομοσχέδιο να συζητηθεί για μέρες στις εμπλεκόμενες Επιτροπές της Βουλής, όπου και γίνεται η εξειδικευμένη και βαθιά ανάλυση, καλώντας μάλιστα και τους εμπλεκόμενους κοινωνικούς φορείς να εκθέσουν τις απόψεις τους. Αν οι Επιτροπές αποφανθούν θετικά, το νομοσχέδιο περνάει στην Ολομέλεια, όπου επίσης διεξάγεται πολυήμερη συζήτηση ανάλογα με τη σπουδαιότητα του θέματος.
Η διαδικασία του «κατεπείγοντος» συμπτύσσει όλη αυτή τη διαδικασία στον ελάχιστο χρόνο. Στην περίπτωση της νέας δανειακής σύμβασης/μνημονίου η σύμπτυξη ήταν τέτοια που γελοιοποίησε την όλη διαδικασία.
Το νομοσχέδιο εισήχθη προς συζήτηση σε κοινή συνεδρίαση τεσσάρων εμπλεκομένων Επιτροπών της Βουλής στις 9:30 το πρωί της 13ης Αυγούστου. Η συνεδρίαση κράτησε περίπου δέκα ώρες, χωρίς να επιτραπεί στους κοινωνικούς φορείς (και είναι πολλοί) να εκθέσουν τις απόψεις τους. Από τους βουλευτές που δήλωσαν την πρόθεσή τους να μιλήσουν, υπήρξε χρόνος για τους μισούς και αυτοί για λίγα λεπτά. Υποθέτω ότι θα πρέπει να είμαστε ευγνώμονες τουλάχιστον γι’ αυτό. Οι υπόλοιποι θα κρατήσουν τις απόψεις τους για τον εαυτό τους και τους γνωστούς τους …
Η πλέον εξευτελιστική στιγμή της διαδικασίας ήταν όταν, περίπου τέσσερις ώρες πριν οι Επιτροπές «ολοκληρώσουν» το έργο τους, κατατέθηκαν δύο τροπολογίες προς συζήτηση. Η κάθε μία από τις οποίες είχε μέγεθος ανεξάρτητου νομοσχεδίου και αφορούσαν ζωτικότατα θέματα, όπως το ασφαλιστικό. Πότε να τις διαβάσει κανείς και τι ακριβώς να καταλάβει από τα δύσκολα και πολύπλοκα που ανέφεραν; Ακόμη και οι βουλευτές που ήταν αποφασισμένοι να ψηφίσουν «Ναι» με οποιοδήποτε κόστος, συνειδητοποίησαν ότι τα πράγματα έπαιρναν τραγική τροπή για τη δημοκρατική διαδικασία.
Μετά την «ολοκλήρωση» του έργου των Επιτροπών και τη θετική τους απόφαση για το νομοσχέδιο, ακολούθησε η συνεδρίαση των Προέδρων όλων των Επιτροπών για να αποφασιστεί η διαδικασία της συζήτησης στην Ολομέλεια. Όταν οι πρόεδροι ολοκλήρωσαν τις διαβουλεύσεις τους και συμφωνήθηκε η διαδικασία, ήμασταν πλέον στις μικρές ώρες της 14ης Αυγούστου. Η Ολομέλεια άρχισε τις εργασίες της μέσα στη βαθιά νύχτα έχοντας λάβει την απόφαση να μιλήσουν μόνο οι εισηγητές των κομμάτων, οι αρχηγοί των κομμάτων και ένας μικρός αριθμός από τους εμπλεκόμενους υπουργούς. Πρώτη φορά στα πρόσφατα χρονικά συζητήθηκε ένα τόσο σημαντικό νομοσχέδιο και δεν επιτράπηκε σε κανένα βουλευτή να μιλήσει. Οι «Πατέρες του Έθνους» – εκτός από άγρυπνοι και ταλαιπωρημένοι – ήταν και σιωπηλοί και άφωνοι μέχρι να ρίξουν την ψήφο τους.
Η «συζήτηση» στην Ολομέλεια ολοκληρώθηκε το πρωί της 14ης με την ομιλία του Πρωθυπουργού και ακολούθησε η ψηφοφορία. Το νομοσχέδιο, όπως είναι γνωστό, πέρασε με μεγάλη πλειοψηφία, σχεδόν το 80% των βουλευτών. Ο λόγος είναι επίσης γνωστός και διατρανώθηκε επανειλημμένως από όλα τα κόμματα που είπαν το «Ναι»: η διάσωση της πατρίδας. Η συμφωνία υποτίθεται ότι είναι πολύ κακή, αλλά το «Ναι» είναι μονόδρομος για την Ελλάδα. Τι είδους λογική είναι αυτή και πως μπορεί να είναι για το καλό της πατρίδας, ίσως καταφέρουν κάποτε να μας το εξηγήσουν οι υποστηρικτές του «Ναι».
Η ίδια λογική καθόρισε και τον εξευτελισμό της δημοκρατικής διαδικασίας. Η συμφωνία έπρεπε να επικυρωθεί μέχρι το πρωί της 14ης ώστε να μπορέσει ο Υπουργός Οικονομικών να συμμετάσχει στο Γιούρογκρουπ το απόγευμα της ίδιας μέρας και να μπορέσουν επίσης τα κοινοβούλια της Φινλανδίας και της Γερμανίας να δώσουν τη δικιά τους επικύρωση τις επόμενες μέρες. Δεν χωρούσε καμία καθυστέρηση, ούτε μπορούσαν να τηρηθούν οι τακτικές διαδικασίες της Ελληνικής Δημοκρατίας, γιατί θα είχαν διαταραχθεί οι διαδικασίες των δανειστών και μπορεί να μην υπήρχε μακροχρόνια δανειακή σύμβαση, αλλά ίσως μια συμφωνία-γέφυρα και μετά ξανά διαπραγματεύσεις. Και τότε, βέβαια, θα καταστρεφόταν η πατρίς. Καλύτερα να παρακαμφθούν και να εξευτελιστούν οι δημοκρατικές διαδικασίες για τις οποίες ο ελληνικός λαός αγωνίστηκε και μάτωσε για δύο αιώνες.
Η δραματική απομείωση της εθνικής κυριαρχίας συμβαδίζει πλήρως με τον εξευτελισμό της δημοκρατίας που επέφερε η νέα συμφωνία. Είναι αδιανόητο ότι μια κυβέρνηση της Αριστεράς πρωτοστάτησε σε αυτήν την εξέλιξη, πόσο μάλλον ο ισχυρισμός ότι η κυβέρνηση μπορεί να διαχειριστεί τη νέα αυτή κατάσταση προς όφελος του λαού.
Μετά τις εξελίξεις αυτές αναδύεται με επιτακτικό τρόπο η εθνική και κοινωνική ανάγκη, το «Όχι» στο δημοψήφισμα και στο Κοινοβούλιο να βρουν πολιτική έκφραση.