Γράφει ο Ιώαννης Κουρουτάκης
Λογοτέχνης, Συγγραφέας
Τον είδα ξαφνικά μπροστά μου. Όχι τον ίδιο (έχει αφήσει προ πολλού τον μάταιο τούτο κόσμο), μα το άγαλμά του. Άθελά μου ψιθύρισα. Γειά σου Χάρρυ. Γειά σου Τρούμαν. Γειά σου Μεγάλε. Σαν μανιτάρι ξεφύτρωσες μπροστά μου. Τι ήταν να θυμηθώ το μανιτάρι. Κάτι σκοτείνιασε μέσα μου. Ένα σύγκριο με διαπέρασε. Μια θανατερή ανατριχίλα, ένας φόβος. Σφάλισα τα μάτια. Ταξιδιάρα η σκέψη γοργοκύλησε στα περασμένα. Δυό γιγαντιαία, αποτρόπαια, ατομικά μανιτάρια, τα μανιτάρια του Χάρρυ ξεφύτρωσαν μπροστά μου. Χιροσίμα! Ναγκασάκι! Θεέ μου! Θεέ μου! Τι φρίκη!
Στο λεπτό, στη στιγμή, στο κλάσμα του δευτερολέπτου χιλιάδες άνθρωποι εξανεμίστηκαν, εξαφανίστηκαν, γίνηκαν χαλκομανίες, χωρίς να προλάβουν να καταλάβουν πώς έγινε, τι έγινε. Αυτοί ήταν οι ευτυχισμένοι… γιατί αρκετές άλλες χιλιάδες ακόμα υποφέρουν από τα τρομερά εγκαύματα, τις τρομερές παραμορφώσεις που τους δημιούργησαν τα ατομικά μανιτάρια
Μηχανικά πήρα στα χέρια μου το βιβλίο με τον πομπώδη τίτλο «Οι μεγάλοι όλων των Εποχών». Μηχανικά το άνοιξα. Πρώτη σελίδα ο Χάρρυ Τρούμαν. Άγαλμα ο Τρούμαν. Μεγάλος ο Τρούμαν. Γύρισα σελίδα. Άλλος μεγάλος με πιο βαρύγδουπο τίτλο. Ο Μεγάλος Κορσικανός! Ο μεγάλος Ναπολέων! Ο γιός της Λετίτσιας, που ξεκίνησε Δημοκράτης, κυρίευσε την Ευρώπη, την έκανε βασιλεία, έκαμε βασιλιάδες τα αδέλφια του και τις αδελφές του και τέλος επενδύθη πορφύρα έγινε βασιλιάς και μάλιστα Αυτοκράτορας. Τέλος εδημιούργησε τη μεγάλη στρατιά – την επίθεση στη Ρωσία – όπου από τους 500.000 Γάλλους στρατιώτες γύρισαν στην Γαλλία δέκα χιλιάδες περίπου ελεεινοί και εξαντλημένοι Γρεναδιέροι. Αυτός είναι ο Μεγάλος Βοναπάρτης! Ο μεγάλος Νεκροθάφτης!
Να και ο Μεγάλος Πέτρος, ο πατερούλης εκατομμυρίων ρακένδυτων σκλάβων. Ο ελέω Θεώ Αρχιεγκληματίας. Σε παροξυσμό τρέλας διέταξε να θανατώσουν τον γιό του. Ακολουθεί ο Ιωσήφ Βησαριάνοβιτς Στάλιν ή Σταλίν. Ο εξουσιαστής του μισού κόσμου, ο εξαφανίσας κάθε φιλελεύθερη φωνή, ο σκοτεινός Άρχοντας του «Σιδηρούν Παραπετάσματος» που όταν εφάρμοσε την περίφημη βιομηχανική επανάσταση καταδίκασε επτά εκατομμύρια Ουκρανούς σε αργό τυραννικό θάνατο. Μεγάλος κι αυτός.
Κι ο γιός του Χλωρού και της Ελένης ο Κωνσταντίνος Όχι μόνο Μέγας μα και Άγιος και Ισαπόστολος μα και εγκληματίας ήταν.
Σκότωσε τον γιό του πρώτα. Στη συνέχεια έσφαξε την οικογένεια του αντιπάλου του Λικίνιου που γονατιστός τον παρακαλούσε και που του είχε δώσει τον λόγο του πως θα έδειχνε επιείκεια. Λίγο πριν πεθάνει βαπτίστηκε χριστιανός και του συγχωρέθηκαν τα πάντα. Κράτησε όμως μέχρι το τέλος της ζωής του τον τίτλο του Μεγάλου Αρχιερέα των Καισάρων.
Ο μεγαλόπρεπος θωρακοφορεμένος κοκνκισταδόρος Ισπανός (Σούπερ – Κατακτητής – Εξολοθρευτής) των Αζτέκων, Φερδινάρδος Κορτέζ, Μέγας κι αυτός. Το μεγαλύτερο προτέρημα της μεγαλοσύνης του ήταν η τιμιότητά του. Όταν ο βασιλιάς των Αζτέκων Μοντεζούμε αιχμαλωτίστηκε από τον λευκό Θεό που είχε κάποια εργαλεία.. που έβγαζαν φωτιές, δηλαδή τον Κορτέζ, ο τελευταίος του είπε δείχνοντας ένα τεράστιο δωμάτιο: Αν θέλεις να σ’ αφήσω ελεύθερο, γέμισε εκείνο το δωμάτιο με χρυσάφι. Έτρεξαν οι άνθρωποι του βασιλιά σε πολιτείες και χωριά και κατάφεραν να μαζέψουν και να μισογεμίσουν την κάμαρα με χρυσάφι. Το υπόλοιπο, μέχρι την οροφή, με ασήμι διέταξε ο άπληστος Κορτέζ. Έτρεξαν πάλι οι άνθρωποι του βασιλιά, βρήκαν το ασήμι. Γέμισαν την κάμαρα και ο τιποτένιος Μέγας Κονκισταδόρος σκότωσε τον Μοντεζούμα.
Στο περίφημο Μουσείο της Μαντάμ Τυσσώ υπάρχουν σε κανονικές ανθρώπινες διαστάσεις, κέρινα ομοιώματα διασήμων προσωπικοτήτων, τρανών ονομάτων, που εκόσμησαν το παγκόσμιο στερέωμα. Σε ξεχωριστή όμως θέση υπάρχουν μερικές απλησίαστες σε ηθικό ανάστημα μορφές. Διαβάστε! Θαυμάστε! Χειροκροτείστε! Αλ Καπόνε! Ντίλλιγκερ! Τζακ ο Αντεροβγάλτης!
Αιματοκυλίζει ο ένας τον κόσμο. Του στήνουν άγαλμα. Στην πιο κεντρική πλατεία του στήνουν αδριάντα να τον βλέπουν οι γενιές που έρχονται να παραδειγματίζονται. Γενοκτονεί ο άλλος αφανίζοντας, εξαφανίζοντας λαούς με παράδοση και ιστορία, πάλι άγαλμα. Επί πλέον δε τον ονομάζουν και πατερούλη, όπως πατερούλη πασών των Ρωσιών ή πατερούλη πασών των Οθομανών κλπ, κλπ. Όλοι εκείνοι που έβαψαν τα χέρια τους με αίμα χαρακτηρίστηκαν μεγάλοι. Να πούμε ακόμη μερικούς. Αττίλας! Όπου πατούσαν οι ορδές του χορτάρι δεν φύτρωνε. Νέρωνας! Σκότωσε τη μάνα του, πήγε με την αδελφή του, σκότωσε τον δάσκαλό του τον Σένεκα, λαμπάδιασε τη Ρώμη, εξολόθρευσε τους Χριστιανούς (Διωγμοί).
Ο Ηρώδης ο Μέγας! Άλλος εγκληματίας μεγάλου, πολύ μεγάλου βεληνεκούς. Τσένγκις Χαν, πολύ μεγάλος και αυτός. Και τόσοι μα τόσοι άλλοι.
Τύμβοι, αγάλματα, ανδριάντες, παιάνες, διθύραμβοι, αφιερώματα.
Και σένα πανανθρώπινε Αλβέρτες Σβάιτσερ – νέε Χριστέ- όπως σε ονόμασε ο μεγάλος Νίκος Καζαντζάκης, σε εσένα μεγάλε θεραπευτή που θυσίασες τα πάντα για να θεραπεύσεις τον ανθρώπινο πόνο, σε σένα άνθρωπε της Αγάπης, τι έστησαν;
Σε σένα λευκέ μάγε, λευκέ Θεέ – έτσι σε ονόμαζαν οι μαύροι σου που σε λάτρευαν γιατί εκτός από το σώμα τους θεράπευες και την ψυχή παίζοντάς τους στο πιάνο τις θείες εμπνεύσεις σου, για να τους γαληνέψεις. Εσένα τι σου έστησαν; Ούτε έναν ξύλινο σταυρό. Ούτε μια απλή μαρμαρόπλακα. Ένας απλός, απέριττος, χορταριασμένος τάφος και αγριόχορτα και αγρίμια σε συντροφεύουν στον ατέλειωτο ύπνο σου.
Σε σένα χιλιοσταυρωμένε Λουί Παστέρ. Σε ‘σένα σωτήρα του κόσμου τι έστησαν; Σε κορόιδεψαν, σε κυνήγησαν, σε απέπεμψαν από τη Γαλλική Ακαδημία, αδιαφόρησαν για σένα οι υπερ-επιστήμονες της εποχής σου, μα ‘συ επέμενες. Χρόνια και χρόνια επέμενες, μέχρι που τελικά δικαιώθηκες. Ανακάλυψες την ύπαρξη των μικροβίων. Σώθηκε ο κόσμος. Πέθανες απλός και φτωχός. Δόξα σου και τιμή σου!
Σε ‘σένα Αλέξανδρε Φλέμινγκ, που με δάκρυα στα μάτια ευχαριστούσες τον Θεό που σε αξίωσε – που σε οδήγησε όπως έλεγες – ν’ ανακαλύψεις το φάρμακο της πενικιλλίνης. Σε εσένα που χρόνια και χρόνια αγωνιζόσουν σ’ ένα μικρό εργαστήρι χωρίς χρήματα. Τι έδωσαν; Τι έστησαν;
Τι να πει κανείς γι’ αυτόν τον κόσμο τον απίθανο και τον παράλογο. Τι να πει κανείς για τα μέτρα συγκρίσεως των ανθρώπινων αξιών.
Εσένα Εδουάρδε Γιένερ που ανακάλυψες τον ορρό της Ευλογιάς σε θυμάται κανείς; Σου στήσανε εσένα άγαλμα, μια μικρή έστω προτομή; Σε κατέταξαν ποτέ στην χορεία των Μεγάλων ανδρών του κόσμου; Σε μνημόνευσε ποτέ καμιά εκκλησία;
Εσένα Δαβίδ Λίβινγκστον; Εσένα Χάρριετ – Μπήστερ – Στόουν;
Τι είπατε; Δεν θέλετε εσείς, αγάλματα και κέρινα ομοιώματα; Τι είπατε; Είσαστε λέει ευχαριστημένοι που δεν λερώσατε τα χέρια σας με αίμα; Είσαστε λέει ευχαριστημένοι που προσφέρατε λίγη ανακούφιση στον άνθρωπο;
Ε, γι’ αυτό είστε ευλογημένοι! Τρισευλογημένοι!