Η απόφαση για ματαίωση των μαθημάτων Αλβανικών στο 1ο Γυμνάσιο ήταν ένα μεγάλο λαθος το οποίο έστω και τώρα πρέπει να διορθωθεί. Πρόκειται για δημοκρατικό δικαίωμα να διδάσκονται τα παιδιά μεταναστών τη μητρική τους γλώσσα, όπως άλλωστε συμβαίνει και με τα παιδιά Ελλήνων που ζούνε σε ξένες χώρες. Το λάθος πρέπει να διορθωθεί έστω και τώρα, αίτημα το οποί αποτυπώθηκε και στο ομόφωνο ψήφισμα του Δημοτικού Συμβουλίου Χανίων.
Όμως, από εκεί και πέρα, μήπως να δούμε αν υπάρχει και κάτι πραγματικό σε όλο αυτόν τον πανικό που δημιουργήθηκε; Ο εθνικισμός δεν είναι προνόμιο των Ελλήνων και τα τελευταία χρόνια στην Αλβανία υπάρχει ένα σημαντικό εθνικιστικό ρεύμα.
Να υπενθυμίσουμε ότι πρόσφατα τον Οκτώβρη του 2017 συζητήθηκε και στη Βουλή το ζήτημα του βιβλίου Γεωγραφίας της Αλβανίας που μιλά για «αλβανικές περιοχές στην Ελλάδα».
Ο κ. Αμανατίδης μάλιστα είχε χαρακτηρίσειι «προσβλητικό» και «απαράδεκτο» το τμήμα του βιβλίου Γεωγραφίας που διδάσκεται στα σχολεία της Αλβανίας. Σημείωσε, μάλιστα, ότι οι σχετικές αναφορές τόσο στο βιβλίο της Γεωγραφίας, όσο και στο βιβλίο Ιστορίας δείχνουν ότι «το αλβανικό κράτος είναι ακόμα εγκλωβισμένο σε αναχρονιστικές, εθνικιστικές και μεγαλοϊδεατικές αντιλήψεις».
Όπως κι αν είναι δημιουργεί εντύπωση ότι σε δύο σχολείο όπου έγινε έναρξη μαθημάτων Αλβανικών στα Χανιά, υπήρξε κάποια αφορμή και καλό θα είναι να εξετάσουμε ποιο τμήμα ήταν αληθινό και πιο χρησιμοποιήθηκε από ακραίες πολιτικές δυνάμεις για διαμόρφωση κλίματος ενάντια στους μετανάστες.
Στο 1ο Γυμνάσιο Ελευθερίου Βενιζέλου αφορμή στάθηκε η φωτογραφία των δύο σημαίων που ήταν δίπλα – δίπλα, ένα σημάδι φιλίας. Όμως, η ελληνική σημαία ήταν τοποθετημένη ανάποδα.
Στη δεύτερη περίπτωση, με το σχολείο στην Παλιόχωρα, υπήρξε ένα παιδί που φορούσε μπλουζάκι με το χάρτη της Μεγάλης Αλβανίας σε σύνολο δεκάδων άλλων. Προφανώς και αυτό δε μπορεί να αποτελεί λόγο για να δημιουργηθεί θέμα. Δημιουργείται όμως θέμα όταν ο αναπληρωτής πρέσβης της Αλβανίας επιλέγει από τα δεκάδες παιδιά να πάρει αγκαλιά στη φωτογραφία που δημοσιοποιήθηκε στον τύπο το ένα παιδί που φορά τη σημαία της Μεγάλης Αλβανίας.
Τα δύο πρόσωπα που βλέπουμε στη μπλούζα που φορά το παιδί είναι αυτό του ιδρυτή του αλβανικού κράτους Ισμαήλ Κεμάλι και του Αλβανού πολεμιστή Ίσα Μπολετίνι εθνικού ήρωα των Κοσοβάρων που πρωτοστάτησε στον ανταρτοπόλεμο κατά της Σερβίας το 1910. Ο χάρτης ανάμεσα στα δύο πρόσωπα, είναι αυτός της μεγάλης Αλβανίας, που εκτός των άλλων περιλαμβάνει ελληνικά εδάφη μέχρι και την Θεσπρωτία. Στο κάτω μέρος βλέπουμε γραμμένη την λέξη Autochthonous δηλαδή Αυτόχθονες δηλώνοντας πως οι περιοχές αυτές τους ανήκουν διότι ζουν χρόνια σε αυτές και δεν μετοίκησαν.
Τι συμβολίζει ο αλβανικός αετός
Πίσω από το σύμβολο του αλβανικού αετού υπάρχει ένας όμορφος λαϊκός μύθος της γειτονικής χώρας:
Ένας νεαρός περπατούσε κάποτε αμέριμνος όταν πάνω από το κεφάλι του μια σκιά του έκρυψε τον ήλιο. Ο επιβλητικός αετός που πετούσε χαμηλά, κρατούσε στο ράμφος του ένα ψόφιο φίδι το οποίο και πέταξε στη φωλιά του για να παίξει μαζί του το μικρό αετόπουλο και εν συνεχεία χάθηκε στους αιθέρες. Μονάχα που το φίδι δεν ήταν ψόφιο. Ήταν ζωντανό και επικίνδυνο, έτοιμο να δαγκώσει το μικρό πουλί και να το γεμίσει με δηλητήριο του.
Ο νεαρός παρακολούθησε τη σκηνή από μακριά και την κατάλληλη στιγμή με ένα βέλος, σκότωσε το φίδι και έσωσε το αετόπουλο. Στη συνέχεια πήρε το νεογνό μαζί του και κίνησε προς το σπίτι του, μέχρι που και πάλι η μεγάλη σκιά του έκρυψε τον ήλιο: «Γιατί πήρες το παιδί μου;» τον ρώτησε ο μεγάλος αετός. «Γιατί το έσωσα και μου ανήκει» απάντησε ο νεαρός. «Δώσε μου το πίσω και θα σου δώσω αετίσια όραση και υπεράνθρωπη δύναμη» του είπε ο αετός. Έτσι κι έγινε. Ο νεαρός, με την καθοδήγηση του αετού εξελίχθηκε σε μεγάλο και τρανό βασιλιά, οι χωρικοί τον αποκαλούσαν «γιο του αετού» και η χώρα που δημιούργησε «η γη του αετού».
Ο αετός είναι δικέφαλος γιατί συμβολίζει τον βορρά και τον νότο. Πριν γίνει σύμβολο της αλβανικής σημαίας ήταν οικόσημο των γνωστότερων οικογενειών που κατοικούσαν στην περιοχή, κατά την διάρκεια του Μεσαίωνα. Οι περισσότεροι ιστορικοί θεωρούν πως κάπως έτσι επέζησε το σύμβολο του αετού μέχρι τις 28 Νοεμβρίου του 1912 και έγινε τότε επισήμως η σημαία του κράτους.