Γράφει ο Ειρηναίος Μαράκης
Τραβάς ένα όπλο και φωνάζεις ”εκεί κάτι τρέχει!”
Ζητάς την άλλη όχθη που ‘χει χαθεί – κάτι τρέχει!
Πάνω σε μια καρέκλα ψηλή κάτι τρέχει!
αλλά και μες στη θεωρία σου, δικέ μου, κι εκεί κάτι τρέχει!
Έι μάγκα! σοβαρά κάτι τρέχει!
Βουλιάζει το κόλπο-το νιώθω καλά δεν αντέχει.
Κι αυτό το τραγούδι που μονότονα λέει ”κάτι τρέχει”
ανάγκη για ”Ζήτω” δεν είχε ποτέ και δεν έχει.
Δήμος Μούτσης, Κάτι Τρέχει
δίσκος: Για πούλημα λοιπόν
Για την κυβέρνηση η περίοδος που διανύουμε είναι η χειρότερη προεκλογική περίοδος που μπορούσε να έχει φανταστεί. Η απόφαση του Σαμαρά και του Βενιζέλου να προχωρήσουν στην εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας είναι μια ανοιχτή ομολογία ότι έρχεται το τέλος της συγκυβέρνησης. Η δυνατότητα η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ να συσπειρώνουν από δίπλα τους όλα τα κομμάτια της δεξιάς και της σοσιαλδημοκρατίας έχει χαθεί. Το κόμμα του Σαμαρά έχει δυσκολίες να κρατήσει την κοινοβουλευτική του ομάδα και ο Βενιζέλος δεν ξέρει σε ποιούς και πόσους θα στηριχθεί σε κάθε ψηφοφορία στη Βουλή, ακόμα και στην ψηφοφορία για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Όσο κι αν το κυρίαρχο μοτίβο της κυβερνητικής προπαγάνδας είναι η επιστροφή στην «κανονικότητα», η παράταση της κρίσης σε όλα τα επίπεδα δεν κρύβεται. Από τις δηλώσεις της κυβέρνησης στις αρχές του καλοκαιριού ότι δεν υπάρχει περίπτωση εκλογών και ότι θα εξαντληθεί η τετραετία, φτάσαμε η κυβέρνηση, η ΕΕ και το ΔΝΤ να προσπαθούν με όλους τους τρόπους να εξασφαλίσουν τη συνέχιση της μνημονιακής επίθεσης με παράταση των μνημονίων, με μηχανισμό «προληπτικής πιστωτικής γραμμής», και επιβολή του νέου κύκλου περικοπών σε μισθούς, συντάξεις και κοινωνικές υπηρεσίες. Μπροστά σε αυτές τις εξελίξεις η αντίδραση του εργατικού κινήματος και της Αριστεράς δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι απλά πανηγυρισμοί και προετοιμασίες για τις εκλογές που έρχονται. Χρειάζεται συνέχεια και κλιμάκωση των αγώνων που έφεραν τη συγκυβέρνηση σε πτώση και ξεκάθαρη προοπτική για την έκταση της ανατροπής που πρέπει να επιβάλουμε.
Το αδιέξοδο της κυβέρνησης ήρθε σαν αποτέλεσμα δύο παραγόντων. Από τη μια η συνεχιζόμενη κρίση του καπιταλισμού διέλυσε το success story, οι πιθανότητες για οικονομική ανάκαμψη του ελληνικού καπιταλισμού το 2015 και για επιστροφή στις αγορές για δανεισμό μειώνονται και από την άλλη η ασίγαστη εργατική αντίσταση ριζοσπαστικοποίησε και ριζοσπαστικοποιεί την οργή προς αριστερά. Οι υποσχέσεις Σαμαρά και Βενιζέλου για το «τέλος των μνημονίων» και επιστροφή στις χρηματαγορές για δανεισμό απέτυχαν ενώ οι «αγορές» που θα ήταν οι απελευθερωτές από τα δεσμά της τρόικας, ζητάνε νέα υψηλά επιτόκια για δανεισμό. Η συνέχεια φέρνει ένα νέο Μνημόνιο με κέντρο, ξανά, την αλλαγή του ασφαλιστικού και τις απολύσεις, ζητάει νέα επίθεση στο Ασφαλιστικό, τις συνδικαλιστικές ελευθερίες και μεγαλύτερη διάλυση σε Υγεία και Παιδεία. Παράλληλα με τις αντεργατικές επιθέσεις κλιμακώνουν την εμπλοκή της Ελλάδας στις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και στους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς. Ταυτόχρονα παίζουν το χαρτί του ρατσισμού και της ισλαμοφοβίας, βαφτίζουν κάθε πρόσφυγα «τζιχαντιστή», τους πνίγουν στα νερά του Αιγαίου και κάνουν πλάτες στους Χρυσαυγίτες δολοφόνους. Η δίκη της ναζιστικής συμμορίας καθυστερεί ενώ ο Σαμαράς ψάχνει τρόπους για να μετρήσουν οι χρυσαυγίτικες ψήφοι στη βουλή υπέρ του και σχετικά με την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας. Τίποτα όμως δεν πάει όπως επιθυμούν και γι’ αυτό νομίζοντας, ότι φέρνοντας την προεδρική εκλογή πιο μπροστά και στέλνοντας την ψήφιση των μέτρων πιο πίσω εξασφαλίζουν αυτό που ονομάζουν συνέχεια του κράτους. Η ανατροπή είναι περισσότερο εφικτή από ποτέ και χρειάζεται το ξήλωμα της κυβέρνησης, των καπιταλιστών και των μέτρων τους να είναι προτεραιότητα για το κίνημα και την Αριστερά.
Η οικονομική κρίση του συστήματος διεθνώς είναι ο αντικειμενικός παράγοντας των εξελίξεων. Αλλά ο καθοριστικός παράγοντας είναι ο υποκειμενικός, δηλαδή οι ατέλειωτοι αγώνες της εργατικής τάξης και της νεολαίας. Αυτές τις μέρες με τα συλλαλητήρια στην επέτειο της δολοφονίας του Αλέξη Γρηγορόπουλου, με τα συλλαλητήρια για να μην οδηγηθεί ο Νίκος Ρωμανός στον θάνατο, με την πανεργατική απεργία στις 27 Νοέμβρη, με το μεγάλο κύμα καταλήψεων στις σχολές και τα σχολεία, ήρθαν να επιβεβαιώσουν αυτή την αλήθεια. Αυτό το κίνημα ριζοσπαστικοποίησης ήρθε εκρηκτικά στο προσκήνιο το Δεκέμβρη του 2008 και από τότε όχι μόνο συνεχίστηκε γκρεμίζοντας τρεις κυβερνήσεις και τώρα πάει για την τέταρτη, αλλά και βάθυνε και προχώρησε. Μαζί με τις μάχες στην ΕΡΤ, στις καθαρίστριες, στην Κόκα Κόλα σημαίνουν ότι ο Δεκέμβριος του 2014 είναι πιο προχωρημένος από το Δεκέμβρη του 2008. Χρειάζεται να θυμηθούμε, ότι το εργατικό κίνημα τα τελευταία πέντε χρόνια, κατάφερε τρία μεγάλα κατορθώματα. Ο πρώτος, να οργανώσει τις περισσότερες και μεγαλύτερες πανεργατικές απεργίες, ο δεύτερος να ρίξει μέσα σε πέντε χρόνια τρεις κυβερνήσεις και ετοιμάζεται να ρίξει και μία τέταρτη και ο τρίτος, να ανεβάσει τη δύναμη της Αριστεράς σε ποσοστά πάνω από 30% αλλάζοντας τους συσχετισμούς ολόκληρων δεκαετιών. Και οι τρεις αυτές εξελίξεις έγιναν σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, συγκρίνονται με αλλαγές που συμβαίνουν σε έκτακτες συνθήκες και, βέβαια, βαραίνουν σε αυτά που συμβαίνουν σήμερα.
Δεν είναι η πρώτη φορά που εκφράζεται μια τόσο μαζική στροφή αριστερά. Σε κάθε περίοδο που το εργατικό κίνημα βγαίνει ορμητικά στο προσκήνιο, συγκρούεται με τις επιλογές της κυρίαρχης τάξης και δημιουργεί πολιτική κρίση, η ριζοσπαστικοποίηση οδηγεί σε άνοδο της δύναμης των κομμάτων της αριστεράς. Στις σημερινές συνθήκες η δυναμική αυτής της εξέλιξης είναι ακόμα μεγαλύτερη καθώς οι αγώνες του προηγούμενου διαστήματος έχουν κάψει βασικές πολιτικές δυνάμεις του συστήματος, ενώ ούτε οι επιθέσεις, ούτε οι κεντροδεξιές και κεντροαριστερές «εφεδρείες» της κυρίαρχης τάξης καταφέρνουν να σταματήσουν την ριζοσπαστικοποίηση του κόσμου.
Αυτή η μεγάλη εικόνα είναι απαραίτητη αφετηρία για να μπορούμε να εκτιμάμε τον ταξικό συσχετισμό, να διακρίνουμε τις αδυναμίες στο αντίπαλο στρατόπεδο και να μπορούμε να προσανατολιστούμε στρατηγικά και οργανωτικά για να αξιοποιήσουμε κάθε ρήγμα. Είναι επιπλέον απαραίτητη για να μην αναπαράγουμε τα ιδεολογήματα «των αρνητικών συσχετισμών» που πάντοτε χρησιμοποιούν οι ρεφορμιστικές ηγεσίες για να δικαιολογούν υποχωρήσεις, συμβιβασμούς και συνεργασίες με την αστική τάξη. Σήμερα η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ καλλιεργεί συστηματικά την εκλογική αναμονή και αυτό γίνεται με δυο τρόπους: οι συνδικαλιστικές ηγεσίες που ελέγχει ευθύνονται για τρανταχτά φρεναρίσματα των αγώνων (π.χ. στους εκπαιδευτικούς), ενώ ταυτόχρονα ο Τσίπρας χρησιμοποιεί αυτά τα φρεναρίσματα για να ισχυριστεί ότι το κινηματικό πεδίο δεν είναι προνομιακό. Με αντίστοιχα επιχειρήματα για το «χαμηλό» επίπεδο του κινήματος η ηγεσία του ΠΑΜΕ προσαρμόζεται σε σεχταριστική αναδίπλωση και μινιμάρισμα των στόχων πάλης.
Πέρα από τις σκοπιμότητες των ρεφορμιστικών ηγεσιών υπάρχει η άποψη, συχνά μέσα και σε κομμάτια της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, για τέλος του «εξεγερσιακού κύκλου 2010-2012», επιβολή των «μνημονιακών κεκτημένων», υποχώρηση του κινήματος την περίοδο 2012-2014. Είναι μια άποψη που διαψεύδεται από την πραγματικότητα σε όλα της τα σημεία. Το σωστό είναι να βλέπουμε την περίοδο 2008-2014 ενιαία, να εκτιμούμε τη δυναμική που δημιούργησαν οι αγώνες για να αναζητούμε τρόπους ενίσχυσης αντί να την τεμαχίζουμε. Ο ρυθμός των πανεργατικών μπορεί να έπεσε εξαιτίας της απεργοσπαστικής δράσης της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, οι αγώνες όμως δεν σταμάτησαν και δεν ήταν αποσπασματικές μάχες οπισθοφυλακής αλλά αγώνες που διαμόρφωσαν το κλίμα. Η μαζική στροφή αριστερά δεν «ανακόπηκε» μετά το 2012, αντίθετα δυνάμωσε ακόμα περισσότερο οδηγώντας σε νέα άνοδο της Αριστεράς το κομμάτι των αγωνιστών που βρίσκονται αριστερότερα από την ηγεσία του Τσίπρα και είναι μεγαλύτερο από το 2012. Τα αγωνιστικά και πολιτικά προχωρήματα του κινήματος οδηγούν χιλιάδες πρωτοπόρους αγωνιστές να διεκδικούν ότι η ανατροπή της άθλιας συγκυβέρνησης πρέπει να σηματοδοτήσει μια αντεπίθεση για να πάρουμε πίσω όλα όσα μας έκλεψαν με τα μνημόνια και τις επιθέσεις, με σύγκρουση και όχι «διαπραγμάτευση» με τους δανειστές και τα αφεντικά, με μάχες και όχι «ανάθεση» λύσεων σε μια μελλοντική κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Η αντίφαση ανάμεσα στις προσδοκίες του κόσμου που στρέφεται προς τα αριστερά και τη δεξιά προσαρμογή της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ είναι ήδη ορατή από χιλιάδες αγωνιστές και θα γίνει πιο έντονη το επόμενο διάστημα. Από διαφορετική αφετηρία οι ηγεσίες ΣΥΡΙΖΑ και ΚΚΕ καταλήγουν στα ίδια αδιέξοδα. Στη μεγαλύτερη πόλωση και επίθεση από την κυρίαρχη τάξη η ρεφορμιστική αριστερά μοιάζει να παραλύει, αναδιπλώνεται στους αγώνες και αποφεύγει να ανοίξει την σύγκρουση με τα μεγάλα ζητήματα της διαγραφής του χρέους, των κρατικοποιήσεων με εργατικό έλεγχο κλπ. Υπάρχουν χιλιάδες αγωνιστές της βάσης αυτών των κομμάτων που αναζητούν καθαρές και αιχμηρές απαντήσεις κοιτώντας με ελπίδα προς την αντικαπιταλιστική αριστερά και την ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες η επαναστατική αριστερά και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έχει να παίξει κρίσιμο ρόλο. Χωρίς να περιορίζεται σε καταγγελίες για τις δεξιές μετατοπίσεις του ΣΥΡΙΖΑ αλλά παλεύοντας ενιαιομετωπικά με τον κόσμο, δείχνοντας στην πράξη πώς μπορεί να προχωρήσει το κίνημα. Μπορούμε να πετύχουμε την ανατροπή της κυβέρνησης των μνημόνιων και της δολοφονικής καταστολής και να κάνουμε αυτή την ανατροπή αφετηρία για να ξηλώσουμε τις ίδιες τις ρίζες της φτώχειας και της καταπίεσης. Για να πάμε προς τα εκεί, αυτή τη στιγμή χρειαζόμαστε δυο πράγματα. Πρώτο, τη συνέχιση και κλιμάκωση των κινητοποιήσεων. Δεν θα πάμε προς τις κάλπες με τα χέρια σταυρωμένα, περιμένοντας να δούμε αν ο Αϊ Βασίλης θα κάνει δώρο στον Σαμαρά τους 180 και πότε η τρόικα θα απαιτήσει την ψήφιση των «προαπαιτούμενων». Χρειαζόμαστε άμεσα νέα πανεργατική απεργία, νέες αντιφασιστικές κινητοποιήσεις για να μην αναβάλουν τη δίκη των Χρυσαυγιτών μέχρι τότε που ο Μιχαλολιάκος θα κυκλοφορεί ελεύθερος. Και δεύτερο, το δυνάμωμα της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που αρνείται τους συμβιβασμούς για τα μνημόνια, το χρέος και τις τράπεζες. Η απάντηση στους εκβιασμούς των κερδοσκόπων, της ΕΕ και του ΔΝΤ δεν θα έρθει από τους υπουργούς μιας κυβέρνησης που θα σχηματίσει η αριστερά της διαπραγμάτευσης, αλλά από τα κάτω, από τη δύναμη του κινήματος και της αριστεράς της ανατροπής.