Με αφορμή μια συζήτηση με τον Πάσχο Μανδραβέλη στο twitter
Η είδηση-μαϊμού (όπως ήταν σχεδόν εξαρχής φανερό νομίζω) περί θανάτου από πείνα 16χρονου στην Πλατεία Αμερικής, προκάλεσε μια συζήτηση στο twitter με τον Πάσχο Μανδραβέλη που άδραξε την αφορμή να καταγγείλει την ψευδή καταστροφολογία της αριστεράς.
Του υπέδειξα πως η πείνα στην Ελλάδα δεν είναι μύθος, παραπέμποντάς τον στο σχετικό άρθρο της Ημερησίας (προκειμένου να μην υπάρχει θέμα επαρκούς καθεστωτικότητας των πηγών). Ο ΠΜ σε ποστ στου στο twitLonger απάντησε πως δεν υπάρχει πείνα στην Ελλάδα, μόνο φτώχεια και ότι όλα αυτά περί λιποθυμιών από την πείνα στα σχολεία είναι “hoaxes” – αστικοί μύθοι: “Η φτώχεια δεν είναι hoax. Είναι πραγματικότητα. Οι λιποθυμίες από την πείνα, είναι hoax. Ποτέ δεν στοιχειοθετήθηκαν, πάντα ήταν καταγγελίες του στιλ «άκουσα…», «μου είπαν…» κ.λπ”.
Επισήμανα αρχικά στον κ. Μανδραβέλη πως οι λιποθυμίες στα σχολεία έχουν καταγγελθεί με πλήρη επωνυμία π.χ. στους New York Times. Το γεγονός ότι συγκεκριμένα στοιχεία αναφέρονται και παρατίθενται σε ξένη εφημερίδα, θα έπρεπε να είχε υποψιάσει τον αρθρογράφο ίσως πως ο λόγος που δεν εμφανίζονται ονοματεπώνυμα πεινασμένων παιδιών μπορεί να έχει κάνει με την απροθυμία των καθηγητών να τα στιγματίσουν (σε μια γνωστής κανιβαλικότητας ελληνική δημοσιογραφία σημειώνω), με το ευαίσθητο του θέματος γενικά, αλλά και με τυχόν νομικές συνέπειες που θα είχε μια τόσο καραμπινάτη παραβίαση του ιδιωτικού απορρήτου δεδομένης της ελληνικής νομοθεσίας. Οι καταγγελίες είχαν όμως έγκυρη πηγή: προέρχονταν από τις ΕΛΜΕ (π.χ εδώ μια πρόσφατη σχετική καταγγελία) ή από συλλόγους γονέων. Αυτό ισχύει και για προηγούμενες καταγγελίες που είχε σταχυολογήσει τον Μάρτιο ο κ. Μανδραβέλης από την Αυγή. Αν ρωτούσε κανείς διδάσκοντες σε διάφορες περιοχές της χώρας, θα τον διαβεβαίωναν ότι παρόμοιες καταγγελίες κάθε άλλο παρά ανυπόστατες ήταν: Μετάφεραν αυτό που πολλοί από μας ακούγαμε από φίλους εκπαιδευτικούς, πως είχε επανεμφανιστεί παιδικός υποσιτισμός στην Ελλάδα. Σε ευρεία κλίμακα. Ένα μεγάλο μέρος των περιστατικών αντιμετωπιζόταν εκ των ενόντων, μέσα από τη σχολική κοινότητα.
Αν το θέμα είναι η ύπαρξη ή μη πείνας και λιποθυμιών,λοιπόν, το θέμα ξεκινά πριν τρία χρόνια. Αν είχε δίκιο ο κ. Μανδραβέλης το 2011 όταν πρωτοξεκίνησε να καταγγέλλει αυτόν τον “αβάσιμο λαϊκισμό”, και όλο αυτό ήταν μια συστηματική επικοινωνιακή υπερβολή της Αυγής, την οποία καταγγέλλει για “προπαγάνδα της συγκίνησης”, τότε όλη η έρευνα που παρατίθεται στην Ημερησία θα πρέπει να είναι επινοημένη! Διότι η έρευνα την οποία σχολιάζει ο αρθρογράφος της Καθημερινής, από το Ίδρυμα Νιάρχος, που δύσκολα το λες προμαχώνα του μηδενιστικού αριστερισμού, λέει πως υπήρχε πείνα, πως οι καταγγελίες που αποκήρυττε ο Πάσχος Μανδραβέλης ως υπερβολικές και πολιτικά υποκινούμενες, δεν ήταν καθόλου:
“Όταν ξεκίνησε το πρόγραμμα το 2012, το 60% από τις περίπου 16.000 οικογένειες που επωφελούνται αντιμετώπιζε επισιτιστική ανασφάλεια, ενώ το 23% (περίπου 8.000 μαθητές) από αυτές ήταν αντιμέτωπο με την πείνα. Επιπλέον το 9% των παιδιών βρέθηκαν λιποβαρή. «Αποδεικνύεται πως οι κραυγές αγωνίας των διευθυντών είναι αληθινές και δεν σχετίζονται με πολιτικές σκοπιμότητες», σχολιάζει η πρόεδρος του Ινστιτούτου Prolepsis και καθηγήτρια της ιατρικής σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Αθηνά Λινού.”
Αποδεικνύεται λοιπόν πως η ανησυχία του κ. Μανδραβέλη περί συναισθηματικής υπερφόρτωσης ήταν άστοχη. Οι καταγγελίες οδήγησαν σε έρευνες, στην επιβεβαίωση του προβλήματος του υποσιτισμού, σε πράξεις αλληλεγγύης, σε δημόσια παρέμβαση. Αν δεν είχαν γίνει, αν όλοι έκαναν πως δεν υφίσταται ζήτημα πείνας, όπως προτιμούσε ο ΠΜ τότε δεν θα υπήρχε και οργανωμένη αντίδραση. Ο αρθρογράφος βλέπει την διαπίστωση του Prolepsis και θεωρεί πως επιβεβαιώνεται η μη-ύπαρξη υποσιτισμού επειδή αντιμετωπίστηκε ήδη – στα 200+ σχολεία που αφορά το πρόγραμμα “Σίτιση και υγιεινή διατροφή”. Δεν πεινάνε πια, πεινούσαν! Άρα δεν υπάρχει θέμα πείνας! Το πρόγραμμα όμως προέκυψε μετά από την επιβεβαίωση των καταγγελιών που ο ίδιος ο ΠΜ θεωρούσε υπερβολικές και αβάσιμες όταν έγιναν! Καταδικάζοντας την “προπαγάνδα της συγκίνησης” αναρωτιέται κανείς αν ο αρθρογράφος προτιμά την “αποσιώπηση της απάθειας” για ένα τόσο μείζον κοινωνικό θέμα. Η αποσιώπηση και η υποβάθμιση των συμβάντων ήταν άλλωστε και η κυρίαρχη στάση των καθεστωτικών ΜΜΕ για δυσάρεστα θέματα οικονομικής δυσπραγίας αυτής της βαρύτητας μέχρι πρόσφατα.
Προφανώς το ίδιο το πρόγραμμα Prolepsis, όμως, δεν έχει σαν στόχο την κάλυψη όλων των περιπτώσεων υποσιτισμού και τροφικής ανεπάρκειας. Οι επώνυμες καταγγελίες (1 07′ 50″) συνεχίζονται ακόμα και σήμερα.
Η περαιτέρω επιβεβαίωση ότι το πρόβλημα του υποσιτισμού παραμένει και σοβεί, έρχεται από τον ΟΟΣΑ. Στην πρόσφατη έκθεσή του, ακόμα και αυτός ο “τεχνοκρατικός” οργανισμός, ανάμεσα σε μέτρα που εγγυώνται την επίταση του προβλήματος της φτώχειας και της ανέχειας (επιμένω: το κινητήριο όραμα όλων αυτών για την Ευρώπη είναι η Αγγλία του Ντίκενς), θεωρεί το θέμα του επισιτισμού των φτωχότερων παιδιών αρκετά σημαντικό ώστε να ελεήσει να προτείνει “στοχευμένα”, με βάση το εισόδημα, μέτρα για τα σχολεία (αγνοώντας προφανώς τον στιγματισμό που θα προκαλέσει μια τέτοια “στόχευση”, αλλά άλλη συζήτηση αυτή) . Αυτό το κάνει γιατί θεωρεί (σε μια έκθεση που υποτιμά συστηματικά την έκταση της ανθρωπιστικής καταστροφής που έχει προκαλέσει η πολιτική της οποίας ο ΟΟΣΑ παραμένει ανυποχώρητος υποστηρικτής) πως το 10% όλων των παιδιών στα σχολεία αντιμετώπιζαν την πείνα ή κινδύνευαν από αυτήν το 2012
Ο ΠΜ βεβαίως έχει δίκιο σε ένα πράγμα: ότι η φτώχεια δεν φέρνει μόνο λιποθυμίες, φέρνει παραδόξως και παχυσαρκία, λόγω της φτηνής διατροφής, ένα φαινόμενο που ονομάζεται “παράδοξο πείνας-παχυσαρκίας” όπως σωστά αναφέρει. Όμως αν διάβαζε τις αναφορές σε αυτό το φαινόμενο ο ΠΜ θα διαπίστωνε πως πείνα και παχυσαρκία είναι όψεις του ιδίου νομίσματος της προβληματικής διατροφής – και συνυπάρχουν. Έτσι οι New York Times αναφερόμενοι στην συνοικία Bronx της Νέας Υόρκης σημειώνουν πως είναι και μια από τις περιοχές των ΗΠΑ με τα υψηλότερα ποσοστά παχυσαρκίας και ταυτόχρονα η περιοχή με το υψηλότερο ποσοστό ανθρώπων που δεν είχαν χρήματα να αγοράσουν φαΐ να φάνε κάποια στιγμή τους τελευταίους 12 μήνες. Το ότι αναφέρει αυτές τις δύο εκδηλώσεις της προβληματικής επισίτισης ως αμοιβαία αποκλειόμενες, παρότι αναφέρεται εκπεφρασμένα στο “παράδοξο πείνας και παχυσαρκίας”, δείχνει ότι δεν έχει μάλλον καταλάβει σε τι αναφέρεται.
Μαντατοφόροι κακών
Αφού δεν είχε νέα ευχάριστα να πει / καλύτερα να μη μας πει κανένα
Ανακεφαλαιώνω: Παρά την αρχική σιωπή των καθεστωτικών ΜΜΕ, ο εναλλακτικός τύπος και ο τύπος της αριστεράς, μαζί με τα κοινωνικά μέσα και τις οργανώσεις γονέων και εκπαιδευτικών είχε επισημάνει και αναδείξει από την αρχή της κρίσης την ανάδυση του υποσιτισμού ανάμεσα σε παιδιά των σχολείων στις υποβαθμισμένες περιοχές της χώρας (προφανώς και στους γονείς τους, σημειώνω) και όχι μόνο. Σε τοπικό επίπεδο οι ίδιοι οι καταγγέλλοντες των οποίων τους γείτονες, τους μαθητές και τους γνωστούς αφορούσε και αφορά το δράμα, έδρασαν για να καλύψουν όσο μπορούσαν με ίδιες δυνάμεις το πρόβλημα – συνέβη εκτενώς, σε όλη την Ελλάδα. Οι καταγγελίες αυτές κάποια στιγμή πέρασαν επιλεκτικά στα κανάλια. Η κυβέρνηση, αντιμέτωπη με μια επισιτιστική κρίση, αναγκάστηκε να παρέμβει επιλεκτικά και πυροσβεστικά. Τόσο το ίδρυμα Νιάρχος, όσο και ο ΟΟΣΑ αναγνωρίζουν την πραγματικότητα και την τεράστια κλίμακα του προβλήματος. Η δημοσιοποίηση της πραγματικότητας (παρά τις παραινέσεις σε μνημονιακή σιωπή των καθωσπρέπει γραφίδων) οδήγησε σε πραγματικές πρωτοβουλίες ανακούφισης και προβληματισμό, σε αναζήτηση σε σχολεία και σε γειτονιές για το αν υπάρχουν παρόμοια φαινόμενα, σε ανακάλυψη περισσότερων παιδιών με ανάλογα προβλήματα. Η “προπαγάνδα της συγκίνησης” που λέει ο κ. Μανδραβέλης, η καταγραφή της πραγματικής έκτασης της κρίσης που λέω εγώ, συγκίνησε: δημιούργησε κινήσεις αντιμετώπισης του προβλήματος. Όχι μόνο επέτρεψε αλλά επέβαλε “τη κουβέντα για την αντιμετώπιση των συνεπειών της κρίσης” – απλά η “νηφαλιότητά” της μετριαζόταν από την αναγνώριση πως η κρίση δεν θα πάψει αν δεν εκλείψει η λιτότητα και η περιοριστική πολιτική, η ταξική πολιτική αναδιανομής πλούτου προς τα πάνω και προς τα έξω.
Ο χρήσιμος “λαϊκισμός”
Η συζήτηση αυτή αφορά πολύ ευρύτερα θέματα από το συγκεκριμένο. Δεν θα έμπαινα στον κόπο να γράψω αυτό το άρθρο αν η συγκεκριμένη κριτική, σε διάφορες παραλλαγές και ανάλογα προσαρμοσμένη, δεν αρθρωνόταν από πολλούς μνημονιακούς απολογητές σαν τμήμα μιας αλυσίδας κατηγοριών: “δεν τρέχει τίποτα το δραματικό στην Ελληνική κοινωνία, και να τρέχει τα παραλέτε, και να μην τα παραλέτε δεν βοηθάτε, και να βοηθάτε έχετε άλλους σκοπούς, και να μην έχετε άλλους σκοπούς είστε λαϊκιστές”. Η ομολογία της καταστροφής είναι αδιανόητη, η πραγματικότητα πρέπει να φτιασιδώνεται, ο αλληλέγγυος πρέπει να εμφανίζεται ως κάποιου είδους υστερόβουλος, διότι αλλιώς το ηθικό σύμπαν του μνημονιακού ανορθολογισμού δεν ξέρει πώς να τον κατατάξει…
Αντίθετα με τα όσα άσκεφτα επαναλαμβάνονται, οι πρωτοφανείς για τη χώρα μας τα τελευταία χρόνια πρωτοβουλίες αλληλεγγύης και αλληλοϋποστήριξης – από τα αλληλέγγυα συσσίτια στις γειτονιές μέχρι τα δημοτικά κοινωνικά ιατρεία, από τις κινήσεις Χωρίς Μεσάζοντες μέχρι τις κινήσεις επανασύνδεσης του ρεύματος σε φτωχές οικογένειες και από τα κοινωνικά παντοπωλεία μέχρι τα δωρεάν μαθήματα σε άπορους μαθητές, μεταξύ πολλών άλλων – τροφοδοτήθηκαν ακριβώς από τους ανθρώπους εκείνους που ευαισθητοποιήθηκαν μέσω των εμπειριών τους και των ειδήσεων της έκτασης της κοινωνικής κρίσης στην χώρα μας. Η πληροφόρηση για το μέγεθος των προβλημάτων, όπως φυσικά και η ίδια εμπειρία, κινητοποίησε συμπολίτες μας να προσφέρουν εθελοντικά, αλλά και αντίστροφα: ήταν οι ίδιοι οι αλληλέγγυοι συμπολίτες, ή όσοι εργάζονταν δίπλα σε ευάλωτες ομάδες πληθυσμού που “διέσπερναν” τα δυσάρεστα νέα. Τον ρόλο αυτό δεν τον έπαιξαν τα καθεστωτικά μέσα.
Χωρίς αυτήν την κινητοποίηση, δεν θα υπήρχαν επιπλέον οι παρεμβάσεις του κράτους, των ΜΚΟ και τώρα του ΟΟΣΑ. Τα προβλήματα που κρύβονται κάτω από το χαλί παραμένουν εκεί, καμία πάνσοφη και αγαθή τεχνοκρατία δεν επιτηρεί την Ελληνική κοινωνία για να θεραπεύσει τις πληγές που της επιφέρει η λιτότητα. Τουναντίον.
Και ερχόμαστε στην λοιδωρημένη “Αυγή”. Θα μπορούσε να κάνω τη συζήτηση αυτή με τον Πάχο Μανδραβέλη μέσα από το ιστολόγιό μου ή τα κοινωνικά μέσα δικτύωσης. Επιστρέφω και μεταφέρω τη συζήτηση από τα παλιά άρθρα της εφημερίδας και το twitter μέσω της Καθημερινής, πάλι εδώ, για να κλείσει ο κύκλος. Αποδεικνύεται με όλα αυτά πως η Αυγή είχε καλύψει μια πραγματική είδηση, πως οι αναφορές της, που αναδημοσιεύθηκαν ευρύτατα σε όλο το διαδίκτυο, έπαιξαν έναν ρόλο συναγερμού για περαιτέρω κοινωνικές παρεμβάσεις και πως έκανε τελικά τη δουλειά της: πληροφόρησε το αναγνωστικό της κοινό για την ανάδυση μιας σημαντικότατης κοινωνικής κρίσης. Αν αυτός είναι “λαϊκισμός” πρόκειται για έναν εξαιρετικά χρήσιμο λαϊκισμό…
Δημοσιεύθηκε στην διαδικτυακή Αυγή 2/12/2013