Επιμέλεια – Κείμενα: Στρατής Παπαμανουσάκης
ΑΒΡΑΑΜ – ABRAHAM
Φυλετικός γενάρχης των εβραίων, απόγονος του Νώε και πρόγονος του Χριστού, πρώτος Πατριάρχης της Βίβλου, προσωποποίηση του εβραϊκού έθνους και εξέχουσα μορφή της ιουδαϊκής, χριστιανικής και ισλαμικής θρησκείας. Από τη γενέτειρά του ξεκίνησε με την πατριά του για μια σειρά μεταναστεύσεων, στην Παλαιστίνη, Χαναάν, Αίγυπτο και τελικά κατέληξε στην Χεβρώνα. Υπόδειγμα ευσεβούς πιστού και ενάρετου οικογενειάρχη, δε δίστασε να θυσιάσει το γιο του, υπακούοντας στη θεϊκή εντολή. Οι γοητευτικές περιγραφές της Γενέσεως για τον μακρύ βίο του Αβραάμ υπερβαίνουν το μυθολογικό και ιστορικό επίπεδο και αποτελούν την προτύπωση της μεταγενέστερης χριστιανικής θεωρίας (Μελχισεδέκ, Δρυς του Μαμβρή, Θεοφάνεια). Ο Αβραάμ θεωρείται γενάρχης των εβραίων με τον Ισαάκ από την Σάρα και των αράβων με τον Ισμαήλ από την Άγαρ. Κατέχει δε ιδιαίτερη θέση στην Παλαιά και στην Καινή Διαθήκη, στο Ταλμούδ και στον αποκρυφισμό.
Βιβλιογραφία: Γένεσις, Πράξεις Αποστόλων, Ζ΄, Παύλος, Ρώμ. Δ΄, Γαλ. Γ΄, Δ΄, Εβρ. Ζ΄, ΙΑ΄, Ιάκ. Επιστ. Β΄, Ταλμούδ, Κοράνιο, L. Groto, Lo Isach, 1586, Β. Κορνάρος, Θυσία του Αβραάμ, 1635, Μωρίς Βερν, Μεγάλη Γαλλική Εγκυκλοπαίδεια, Στ. Ξανθουδίδης, Θυσία Αβραάμ, 1927, Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια (άρθρ. Γ. Σωτηριάδου), Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Ηλίου.
Εικονογραφία: Η θυσία του Αβραάμ, πίνακας, Ρούμπενς, Λούβρο, Παρίσι, πίνακας, Ρέμπραντ, Ερμιτάζ, πίνακας, Βερονέζε, Μουσείο Μαδρίτης, πίνακας, Στ. Πιέρρι, Γκαλερία Ουφίτσι, Ανάγλυφο Βαπτιστηρίου, Λ. Γκιμπέρτι, Φλωρεντία, Τοιχογραφία, Περίβλεπτος, Μιστρά, Τοιχογραφία, Ραφαήλ, Βατικανό, Αγιογραφία, Ανώνυμος, 1600, Μουσείο Αντρ. Ρουμπλιώφ, Μόσχα.
ΚΕΙΜΕΝΑ: ΒΙΤΣΕΝΤΣΟΣ ΚΟΡΝΑΡΟΣ, ΘΥΣΙΑ ΑΒΡΑΑΜ (1-1144)
* * *
Ωστόσο η πιο ξεκάθαρη ιστορική παράδοση αναφοράς στο Θεό υπάρχει στους εβραίους. Στη χώρα των χαλδαίων, το 19ο αιώνα π.Χ., ο Θεός αποκαλύπτεται στον γενάρχη των εβραίων, τον Αβραάμ, σε μια προσωπική συνάντηση, σε μια εμπειρική σχέση, σε μια σχέση πίστης και εμπιστοσύνης. Ο Θεός εδώ γίνεται για τον Αβραάμ και τους απογόνους του, το λαό του Ισραήλ, “ὀ Θεὸς τῶν πατέρων ἠμῶν”. Αυτός ο Θεός δεν είναι ούτε μύθος, ούτε αφηρημένη έννοια, ούτε απρόσωπη δύναμη. Είναι ένα συγκεκριμένο πρόσωπο για τους Ισραηλίτες, που το γνώρισαν και το συναναστράφηκαν οι πρόγονοί τους. Η αποδοχή του Θεού δεν έχει συναισθηματική ή λογική βάση, αλλά στηρίζεται μόνο στη βεβαιότητα για την αξιοπιστία των πατέρων της φυλής τους. Ο Θεός έτσι υπάρχει, παρεμβαίνει στην ιστορία με την προσωπική του παρουσία, στα όρια της προσωπικής σχέσης μαζί του. Μιλάει ο ίδιος, καλεί τους προφήτες, στέλνει τέλος τον ίδιο τον γιό του στον κόσμο.
Το πρόβλημα του Θεού παίρνει τέλος, όχι μέσα στον μύθο ή στον λόγο, αλλά μέσα στην πίστη. Σε μια πίστη όμως, όχι ως ανεξέταστη αποδοχή αρχών, ως μια υποταγή σε κάποια αυθεντία, ως μια τυφλή αφοσίωση. Αλλά σε μια πίστη ως εμπιστοσύνη, ως φερεγγυότητα, ως εύλογη προσδοκία τηρήσεως των αρχών των συναλλακτικών σχέσεων. Έτσι φθάνει κανείς στο Θεό, όχι μέσα από έναν τρόπο σκέψης, αλλά από έναν τρόπο ζωής. Αρχίζοντας από την εμπιστοσύνη στη μαρτυρία των προγενέστερων, προχωρώντας σε μια άμεση εμπειρία του έργου και της πολιτείας του Θεού, ολοκληρώνει τη σχέση μαζί του με την αφοσίωση και την αγάπη.