Εχει ρίξει χαστούκι στον Γουόρεν Μπίτι, έχει απορρίψει τον Μάρλον Μπράντο, έχει λατρευτεί από το κοινό και τους μεγάλους σκηνοθέτες – Η Ρίκα Διαλυνά είναι ένας ζωντανός θρύλος που, αντί να ζει με το παρελθόν, χαίρεται το παρόν, γι’ αυτό και, όπως δηλώνει στο «Gala», αυτή θα είναι η τελευταία της συνέντευξη
Δεν θέλει πια να μιλάει. «Δεν έχω κουραστεί από τη ζωή, αλλά δεν νομίζω ότι έχω να πω και κάτι παραπάνω. Δεν μου αρέσει να νοσταλγώ», αποκρίνεται στην τελευταία από τις συνομιλίες μας και αφού έχουν προηγηθεί επίμονες κρούσεις μας για μια συνέντευξη με έναν ζωντανό θρύλο της μεγάλης οθόνης.
Λίγο-λίγο, κουβέντα με την κουβέντα, η τηλεφωνική μας συνομιλία εξελίσσεται σε ένα αφήγημα ζωής με αφετηρία τα παιδικά της χρόνια στην Κρήτη, ενδιάμεσους σταθμούς την Ευρώπη και την Αμερική και ευτυχής κατάληξη τον τόπο που την γέννησε, την Κρήτη.
Ο Φελίνι, ο Μπίτι και ο Μπράντο: τα τρία όχι
«Ο Φεντερίκο και η γυναίκα του, Τζουλιέτα Μασίνα, με θεωρούσαν παιδί τους (σ.σ.: η Ρίκα έχει παίξει στην «Τζουλιέτα των Πνευμάτων», μία από τις πιο βιωματικές ταινίες του Ιταλού σκηνοθέτη Φελίνι).
Ετρωγα σπίτι τους. Και όταν έφυγα πάλι για την Αμερική, μου είπε: “Γιατί, κορίτσι μου, έχω μια ταινία βασισμένη πάνω σου”, αλλά εγώ έφυγα. Ηθελα να επιστρέψω στην Αμερική. Το ήθελα πολύ. Και τα όνειρα που έκανα μου βγήκαν με μεγάλη ευκολία. Με τον Γουόρεν Μπίτι ήμασταν στο Φεστιβάλ της Βενετίας και πίναμε καφέ με την Κλαούντια Καρντινάλε.
Δίπλα μας, δημοσιογράφοι, κάμερες, έπαιρναν συνέντευξη από τον Γουόρεν. Εκείνος, όταν με είδε, παρατάει ξαφνικά τη συνέντευξη κι αρχίζει να με αγκαλιάζει. Ενιωσα μια πίεση, σαν να ξεπερνούσε τα όρια. Με έπιασε το κρητικό μου και… απάντησα ανάλογα!
Μετά από χρόνια, συναντηθήκαμε στην Paramount και με θυμήθηκε. “Θέλω το τηλέφωνό σου”, μου είπε. “It’s too late”, του απάντησα… Με τον Μπράντο γνωρίστηκα όταν πρωτοπήγα στην Αμερική για τα Καλλιστεία. Τότε να πω ότι το εισιτήριό μου το είχε πληρώσει ο πατέρας μου, που μου έλεγε πάντα:
“Προχώρα σε ό,τι σου δίνει η μοίρα”. Λοιπόν, μας είχαν πάει να παρακολουθήσουμε ένα γύρισμα και σε εκείνη την ταινία πρωταγωνιστούσε ο Μάρλον. Ολα τα κορίτσια πήγαν να τον πλησιάσουν. Εγώ δεν πήγα και ξαφνικά τον βλέπω να έρχεται αυτός σε μένα. Μου λέει: “Τι κάνεις το βράδυ;”. Τον ρωτάω γιατί. “Θέλω να βγούμε μαζί για φαγητό”. Του λέω: “Δεν μπορώ”. “Μα θα είναι μαζί μας κι ένα άλλο ζευγάρι, ο Λόρενς Ολίβιε και η Βίβιαν Λι”. Το άκουσαν οι δημοσιογράφοι κι έγινε τεράστιο θέμα. Πώς ένα κοριτσόπουλο είπε όχι στον Μάρλον Μπράντο! Με τεράστια γράμματα. Αυτό έχει μείνει στην Ιστορία».
«Διπλοπενιές»
Κάννες, 1966. Ο θρυλικός καβγάς Αλίκη – Δημήτρης vs Ρίκας. Η Αλίκη με τον Δημήτρη είχαν πάει εκεί για την προώθηση της ταινίας τους «Διπλοπενιές». Η Ρίκα βρισκόταν εκεί επίσης. Ο καβγάς ξέσπασε μεταξύ του Παπαμιχαήλ και του Βίκτωρα Μιχαηλίδη, παραγωγού της ταινίας. Πιάστηκαν κυριολεκτικά στα χέρια γιατί ο Παπαμιχαήλ ισχυρίστηκε ότι ο Μιχαηλίδης αγνόησε την Αλίκη και ήθελε να προβάλει τη Ρίκα στους δημοσιογράφους.
Τη ρωτάω για το επεισόδιο. «Τα άσχημα τα ξεχνάω. Και δεν θέλω να μιλήσω γι’ αυτή τη φάση. Εμένα στην Ιταλία με λάτρευαν οι παπαράτσι. Τότε οι παπαράτσι σε ανέβαζαν και σε κατέβαζαν. Οταν με είδαν, άρχισαν να με φωτογραφίζουν και η Αλίκη νόμιζε ότι ήταν φτιαχτό. Ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ το δημιούργησε όλο αυτό, όχι η Αλίκη. Την Αλίκη την αγαπούσα, δεν με έβλεπε ανταγωνιστικά. Και θυμάμαι ότι ένας δημοσιογράφος είχε γράψει την ιστορία υπέρ εμού. Δεν θέλω, όμως, να σκέφτομαι τα άσχημα. Και δεν έχω κακίες. Εζησα μια υπέροχη ζωή. Οταν έγραφα το βιβλίο μου, έλεγα πως ήταν όνειρο και όταν είδα τους ηθοποιούς που έχω συνεργαστεί στις φωτογραφίες, είπα ότι δεν ήταν όνειρο τελικά. Είχα μια καλή νεράιδα και ταυτόχρονα μια κακή νεράιδα.
Οταν ήμουν στη Γερμανία για τα γυρίσματα μιας ταινίας, μου είπαν: “Πεθαίνει ο πατέρας σου”. Πήρα άδεια 24 ώρες. Μόλις γύρισα, είχα να κάνω μια σκηνή στην οποία κορόιδευα τους πεθαμένους. Οταν την τελείωσα, με πήραν τηλέφωνο και μου είπαν: “Ο πατέρας σου έφυγε”. Εκείνη λοιπόν τη στιγμή η κακή νεράιδα είχε κάνει τη δουλειά της. Και δυστυχώς, δουλεύουν και οι δύο νεράιδες στη ζωή μου».
«Η ζωή μου, μία σύμπτωση»
«Αν κυκλοφορούσα στην Ελλάδα με ένα ράσο, θα ήμουν ευτυχισμένη. Πήγα στην Αμερική και με είδαν ως ηθοποιό, στη Γαλλία το ίδιο, ο Φεντερίκο Φελίνι το ίδιο, που δεν θέλω να τα λέω.
Στην Ελλάδα, όμως, με έβλεπαν πάντα ως την ωραία γυναίκα. Χρησιμοποιούσαν τα ρούχα μου, όχι εμένα. Αυτή είναι η διαφορά. Και γι’ αυτό πάντα ήθελα την Αμερική. Ποτέ δεν ένιωσα σταρ, όπως έγραφαν τα περιοδικά. Οι άλλοι το έφτιαξαν αυτό. Δεν θεωρώ ότι είμαι κάτι σπουδαίο. Με κολακεύει όταν με λένε “σύμβολο” αλλά ποτέ δεν το ένιωσα. Επίσης, ποτέ δεν τσακώθηκα με άνθρωπο. Αλλά ποτέ! Δεν το θεωρώ υγιές. Προτιμούσα να φύγω παρά να τσακωθώ με κάποιον. Και επειδή έχω κάνει μια πολύ ωραία πορεία στη ζωή, δεν θέλω να κοιτάω τα άσχημα. Είχα πάντα ένα άστρο. Και όταν μου συνέβαινε κάτι, κοίταζα ψηλά.
Είμαι υπεραισιόδοξη. Και όταν έχασα τον άνθρωπό μου, με τον οποίο ήμουν μαζί 37 χρόνια, πέρασα μια κατάθλιψη ενός χρόνου -με συντροφιά το γατί μου που με βοήθησε- και μετά μετακόμισα. Δεν μπορούσα να ζήσω σε εκείνο το σπίτι. Τον έβλεπα παντού. Και θέλω να πουλήσω τα δύο σπίτια στην Αθήνα, αλλά κρατάω το σπίτι στο Πόρτο Υδρα, εκεί όπου γνώρισα τον άνδρα μου. Η ζωή μου ήταν μια σύμπτωση. Ο,τι ονειρευόμουν ερχόταν από μόνο του.
Ποτέ δεν έχω μισήσει άνθρωπο. Απλά δεν μιλάω αν κάποιος με πειράξει. Δεν θέλω να μολύνω τον εαυτό μου με κακίες, θα απομακρυνθώ. Και να μου λείπουν οι πολλοί άνθρωποι».