Βγάλανε κάλους τα πόδια σου.
Από το μεσημέρι στους δρόμους, του δρομογράφου τα καλά κι εσύ ζήλεψες…
Εκατοντάδες χιλιάδες κόσμος στους δρόμους, ονειρεύεσαι. Η Βασιλίσσης Σοφίας κλειστή κατά μήκος της, με τις τρεις κλούβες των ΜΑΤ να αφήνουν μόνον έναν στενό διάδρομο για τους ελάχιστους περαστικούς.
Έχουν απαγορευθεί οι συναθροίσεις.
Οι αστυνομικοί, χαλαροί παίρνουν ήλιο κι αυτοί. Νέοι, ίσως όχι μεγαλύτεροι από τον απεργό πείνας -κοινές φάτσες της διπλανής πόρτας, σου θυμίζουν άγημα φαντάρων πριν τη σύνταξη για την διατεταγμένη παρέλαση.
Φτάνεις στο Σύνταγμα. Μόνο οι Σύριοι πρόσφυγες είναι εκεί, παρατημένοι ικέτες ενός κράτους παρία. Ικέτες ενός κράτους που δε διαπραγματεύεται με τρομοκράτες απεργούς πείνας. Ικέτες ενός κράτους που διαπραγματεύεται μόνο με τους τρομοκράτες επικυρίαρχους δανειστές –γιατί τρομοκράτες είναι κι αυτοί. Ο ήλιος δυνατός. Ζεστή δεκεμβριανή μέρα. Τα ιδρωμένα κορμιά των ικετών μυρίζουν βαριά, μυρίζουν απόγνωση και παραίτηση. Δεν έχουν τίποτα οι παρίες της Συρίας να περιμένουν από το ελληνικό κράτος παρία. Το ξέρεις -και κατηφορίζεις προς τη Σταδίου, σαν χαμένος, αφού δεν καταλαβαίνεις τι γίνεται και που είναι οι υπόλοιπες χιλιάδες του κόσμου.
Η συγκέντρωση δεν είναι στις δύο στο Σύνταγμα, όπως μου είχες πει . Στην Ομόνοια έχει μαζευτεί ο κόσμος τελικά. Μην τύχει και ενοχληθεί ο Νέο-Οθωμανός υψηλός επισκέπτης. Απαγόρευση κυκλοφορίας μέχρι τις τρεις.
Στις τρεις ακριβώς -νόμος και τάξη-φτάνει κι η κεφαλή της πορείας στο Σύνταγμα. Παρακάτω η Ερμού, σφύζει από ζωή. Φάτε μάτια ψάρια, κι η κοιλιά περίδρομο. Ο κόσμος στο Μοναστηράκι μαζεύει ήλιο και αστική σκόνη. Πολλές χιλιάδες διαδηλωτές, από την άλλη μεριά της πόλης πλημμυρίζουν την Πλατεία. Συναντιέστε στα μισά -πώς τα καταφέρνεις πάντα, να πηγαίνεις ανάποδα! Η πόλη έρπει και οι αντιθέσεις της είναι τόσο χυδαία χτυπητές, κάτι τέτοιες στιγμές. Τα μαγαζιά ανοιχτά και τόσες λίγες χιλιάδες ο κόσμος που διαδηλώνει, σκέφτεσαι, προφυλαγμένος ανάμεσα σε δασκάλες, στο μπλοκ που σ’ έχει τραβήξει η φίλη σου. Εδώ με ξέρουν, σου λέει συνωμοτικά, και θα καταλάβουν ότι δεν είσαι μπάτσος. Άγνωστος μεταξύ αγνώστων. Ύποπτος. Ας είναι καλά η Βάλια που σε συνόδευε, κάτω από το πανό που έγραφε «No Pasaran» -και κάτι πιτσιρίκες, τόσο μικρές δασκαλίτσες, φώναζαν «Ο πόθος για τη λευτεριά, είναι δυνατότερος απ’ όλα τα κελιά», που σου θύμισαν το “Venceremos” των άλλων παιδιών. Ωραία ήτανε, δεν ήτανε!?
Διαλυθήκατε ησύχως –που θα έλεγαν και οι χρονικογράφοι και σκοτώσατε την ώρα σας κουβεντιάζοντας. Ωραία ήταν εκεί, με τους ιρλανδικούς καφέδες στο χέρι, κάτω από τα πλατάνια της Αθήνας. Περιμένατε το βραδινό συλλαλητήριο στα Προπύλαια.
Έχουν τους κώδικές τους αυτοί στην μεγάλη τούτη πόλη, ξέρεις. Δεν είναι σαν κι εμάς τους επαρχιώτες, τρεις κι ο κούκος και γραφικοί, που μαζευόμαστε στην Πλατεία της Αγοράς στα Χανιά και τόσο καλά αναγνωριζόμαστε αναμεταξύ μας. Εδώ είναι άγρια τα πράγματα. Ευχαριστείς για το υγρό μαλόξ και την μάσκα για το πρόσωπο και χαίρεις πολύ για την γνωριμία με τον Φώτη, τον Χάρη και τ’ άλλα παιδιά. Απλοί άνθρωποι που παλεύουν για μια καλύτερη ζωή κι αυτοί. Χαριτωμένη κι η περιφρούρηση με τα πιτσιρίκια που περπατάνε με τα χοντρά ξυλίκια τους -με τις καρφωμένες κόκκινες και μαύρες σημαίες απάνω στα παλούκια, για ξεκάρφωμα. Αλλά βλέπεις τα καθαρά τους πρόσωπα, βλέπεις και τα καθαρά τους μάτια, όλων αυτών των αγοριών και των κοριτσιών –ναι, ήταν και κάτι γλυκές πασιονάριες πιτσιρίκες με τις σκούρες μοβ σημαίες τους, λιγοστές εκείνες- και καταλαβαίνεις ότι την εννοούν την περιφρούρηση που κάνουν. Αν ήξεραν…
Πολύς ο κόσμος. Υπάρχουν, λένε, πολύ παρείσακτοι, άγνωστοι μεταξύ αγνώστων σ’ εκείνον τον συρφετό. Ανακατεμένοι μαζί μ’ εμάς, με τους κανονικούς ανθρώπους δηλαδή, στην πορεία? Μάλιστα, κύριε…
Πόσες φορές περπάτησες σήμερα πάνω-κάτω την Πανεπιστημίου και τη Σταδίου. Η μέση σου, φωνάζεις, έχει αρχίσει να σε σκοτώνει, μπάτσοι, γουρούνια δολοφόνοι!
Η αστυνομική κινητοποίηση ήταν κάτι που δεν είχες ξαναδεί ποτέ στη ζωή σου, ε? Ούτε κι εγώ! Κι αν έχομε δει στη ζωή μας, ε? Αρκετές κινητοποιήσεις κι αρκετά χημικά έχομε φάει από την εποχή ακόμα που είχαν εκτελέσει τον άλλον πιτσιρικά, το 1985, και δώθε.
Αλλά τότε λεφτά υπήρχαν για δακρυγόνα, για υπερωρίες, για εκτός έδρας.
Τώρα?
Τώρα που οι φιλεύσπλαχνοι τηλε-αστέρες ζητάνε από τους δημάρχους να μην στολίσουν τις πόλεις μας με τα γιορτινά στολίδια τους και να μην φωταγωγήσουν τους δρόμους μας, αλλά να χρησιμοποιήσουν τους πόρους μας αυτούς, λέει, για να επανασυνδεθούν τα σκοτεινά σπίτια με το κομμένο ρεύμα, δεν μπορείς να μην εκνευρίζεσαι, αναλογιζόμενος τι κοστίζει αυτή η πρωτοφανής αστυνομική επιχείρηση, έτσι δεν είναι?
Περνά η ώρα, πάλι στο Σύνταγμα, κι ένας κλοιός από σιδερόφραχτους στρατιώτες του συστήματος, οι ίδιοι οι μεσημεριανοί, μεταμορφωμένοι κι έτοιμοι τώρα, φυλάνε τη Μεγάλη Βρετανία. Απέναντι, στο άντρο τους οι Ολετήρες, κουβεντιάζουν τον Προϋπολογισμό και υπόσχονται περισσότερα δάκρυα και περισσότερο αίμα για το 2015. Παράλληλοι μονόλογοι, χαμένος χρόνος, χαμένες ελπίδες, χαμένες ζωές…
Αρχίζουν οι φασαρίες. Ακούγονται οι πρώτοι κρότοι. Στο ίδιο έργο θεατές, αυτή τη φορά πραγματικοί κομπάρσοι.
Όχι ακριβώς, λες. Θα φυλάξεις τη μάσκα και το μαλόξ που σου χάρισε η φίλη σου, για μιαν άλλη φορά, αποφασίζεις -κι ανηφορίζεις πάλι τη Βασιλίσσης Σοφίας για την επιστροφή σπίτι. Η άσπρη αύρα –για τέτοια πάντα υπάρχουν λεφτά- γουργουρίζει μαλακά και ζεσταίνεται, βρομίζοντας με τις εκπομπές των καυσαερίων της, το βραδινό αεράκι. Οι κλούβες των ΜΑΤ έχουν πλημμυρίσει την εκβολή της Ακαδημίας, σε τριπλή σειρά! Λεφτά υπάρχουν γι’ αυτά, είπαμε, τι να κάνομε αν δεν έχομε ασθενοφόρα, άλλες είναι οι προτεραιότητες. Οι πρώτες εκρήξεις, κάνουν τα μάτια σου, ήδη, να δακρύζουν. Απέναντι ναυλωμένα τουριστικά λεωφορεία. Λεφτά υπάρχουν γι’ αυτά, είπαμε. Κάπως έπρεπε να έρθουν κι οι χαφιέδες στο αποψινό πάρτι, υποψιάζεσαι ευλόγως, ανοίγοντας το βήμα σου στον ανηφορικό παράδρομο. Πας για το σπίτι, να ακούσεις από την τηλεόραση αν θα υπάρξει καινούριος νεκρός.
Ευτυχώς όχι, ουδέν αξιοσημείωτο. Ακούς μόνο για μάχες κουκουλοφόρων με κουκουλοφόρους κι απορείς. Απορείς ή παράκουσες? Μπα, θα παράκουσες, αλλά δεν απορείς. Το κράτος και το παρακράτος, μόνο μια πρόθεση διαφορά έχουν. Την πρόθεση των ιταμών που μας κυβερνούν.
Κι εκεί στη μέση, μεταξύ κράτους και παρακράτους, κάποιοι θερμοκέφαλοι που αντί για μυαλό έχουν ατμό μέσα στο τσερβέλο τους, παίζουν ακούσια αλλά πρόθυμα το παιχνίδι του φαιδρού μας κράτους, του –όπως εν τέλει δείχνουν ξεκάθαρα τα πράγματα- επικίνδυνου κράτους μας.
http://my-pillow-book.blogspot.gr/2014/12/thoughts.html