Σκύλος στην Κρήτη δηλητηριάστηκε καθώς έφαγε το τοξικό ψάρι λαγοκέφαλος. Το συμβάν γνωστοποίησε κτηνιατρικό κέντρο που προειδοποιεί για τους κινδύνους από το επικίνδυνο ψάρι.
Ένας σκύλος στην Κρήτη είχε τύχη-βουνό καθώς έφαγε τον τοξικό λαγοκέφαλο που έχει εμφανιστεί στα νερά της Ελλάδας.
Το περιστατικό έγινε γνωστό από ανάρτηση κτηνιατρικού κέντρου το οποίο προειδοποιεί για τους κινδύνους από την εμφάνιση του εξαιρετικά τοξικού ψαριού σε ελληνικά νερά και το γεγονός ότι δεν υπάρχουν ακόμη επίσημες οδηγίες για τη διαχείρισή του.
Όπως αναφέρει το Κτηνιατρικό Κέντρο Θεοδωράκη/Γερακάκης, ο σκύλος ξέθαψε και έφαγε ένα-δύο λαγοκέφαλους που είχαν ψαρέψει και στη συνέχεια έθαψαν οι ιδιοκτήτες του.
Η Φλο, όπως είναι το όνομα του σκυλιού, μεταφέρθηκε στο κτηνιατρείο «με συμπτώματα κοιλιακού πόνου, ταχύπνοιας και εξαιρετικά έντονου στρες ενώ είχε ήδη περάσει κρίση γαστρεντερικών συμπτωμάτων (ευτυχώς έκανε εμετό πιθανότατα τα ψάρια που έφαγε και άρα και μεγάλο μέρος της τοξίνης) και λιποθυμικό επεισόδιο λόγω υπότασης».
Στο ιατρείο παρασχέθηκε στο άτυχο σκυλάκι υποστηρικτική θεραπεία. «Τελικά η Φλο είχε την τύχη με το μέρος της και αρκετές ώρες μετά ξεπέρασε οριστικά τον κίνδυνο», σημειώνεται στην ανάρτηση.
Επισημαίνεται, μάλιστα, ότι το περιστατικό είναι το πρώτο στην Ελλάδα και ενδεχομένως και στην Ευρώπη.
Δημοσιεύοντας φωτογραφία του λαγοκέφαλου καθώς και πίνακα με ξένα είδη, το κτηνιατρικό κέντρο ενημερώνει πως στις ελληνικές θάλασσες έχουν φτάσει ξενικά είδη ψαριών από την Ερυθρά Θάλασσα. Τα είδη που επεκτάθηκαν μέσω της διώρυγας του Σουέζ έχουν καταστροφική επίδραση στους πληθυσμούς των ντόπιων ειδών, σημειώνεται.
«Ο πιο διαβόητος από τους “μετανάστες” αυτούς είναι ο λαγοκέφαλος. Στην πραγματικότητα δεν πρόκειται για ένα είδος, αλλά για 5 περίπου είδη της οικογένειας Tetraodontidae», αναφέρει το κτηνιατρικό κέντρο παραπέμποντας στα είδη 3, 4, 5, 6 και 7.
Προσθέτει ότι τα συγκεκριμένα είδη είναι πολύ τοξικά λόγω της τοξίνης tetradotoxin η οποία προκαλεί, μεταξύ άλλων, γαστρεντερικά συμπτώματα που μπορεί να οδηγήσουν σε ολοκληρωτική παράλυση. Ο θάνατος λόγω ασφυξίας ή καρδιακής ανεπάρκειας μπορεί να συμβεί από 20 λεπτά μέχρι και 24 ώρες μετά την κατανάλωση του ψαριού.
Το κτηνιατρείο τονίζει ότι θέλει «τεράστια προσοχή» γιατί δεν υπάρχει κανένα αντίδοτο και πως «η θεραπεία είναι αποκλειστικά συμπτωματική».
«Επί της ουσίας είναι θέμα μεγάλης τύχης το να επιβιώσει κανείς μετά από κατανάλωση της τοξίνης αυτής», υπογραμμίζεται.
Καταλήγοντας, το κτηνιατρικό κέντρο αναφέρει ότι τα συγκεκριμένα ψάρια θα αλιεύονται όλο και συχνότερα και ενδεχομένως να πετιούνται σε παραλίες ή απλούς κάδους όπου και εύκολα θα καταναλώνονται από αδέσποτα και δεσποζόμενα γατιά και σκυλιά. Την κατάσταση δυσκολεύει το γεγονός ότι δεν υπάρχει προς το παρόν επίσημη οδηγία για την ασφαλή απόρριψη των απομειναριών των ψαριών.